Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 24 Οκτωβρίου 2025
ΕΞΑΓΓΕΛΟΣ Τις θύρες βοά ν’ ανοίξουνε να μάθουν όλοι της γης των Θηβαίων οι κάτοικοι τον πατροκτόνον και της μητέρας τον ντροπή να ξεστομίσω άσχημο λόγο που είπε αυτός και ντροπιασμένον , τον εαυτό του θέλοντας να εξορίση από τας Θήβας μακριά. Δεν υποφέρει να μείνη μεσ’ στο σπίτι του και να υπομένη κατάρες που έδωκε στον εαυτό του.
Ο Ηλίας, σιωπηλός τώρα, έσκυψε και περίμενε ένα λόγο από τον Αγά. — Παιδί μου, του λέει ο Αγάς, συλλογίσου το πάλι. Συλλογίσου τη μάννα σου, &την κατάρα της μάννας σου&. Τι καλό θα δης ύστερ' από τέτοια κατάρα! Στάχτη θα σε κάμη, και σένα και μας. — Χίλιες κατάρες δεν πιάνουν μπρος στου Προφήτη τη χάρη. Ο Προφήτης το θέλει, το προστάζει, δικός σου να γείνω. Εκείνος είναι που το γκρέμησε το γατί.
Εκηρύχθη εις όλην την πολιτείαν ένας τέτοιος σκληρός και θηριώδης νόμος του βασιλέως· όθεν δεν ηκούετο άλλο, παρά θρήνοι αξιοδάκρυτοι πατέρων και μητέρων διά τας αδικοφονευομένας θυγατέρας τους· άλλες μητέρες πάλιν έτρεμαν διά να μη πάθουν το ίδιον και οι θυγατέρες τους· και όλος ο λαός ήσαν εις μεγάλην σύγχυσιν, και αντί ευχές έδιδαν τόσες κατάρες του βασιλέως·
Φωνές και κατάρες έρχουνταν απ' όλη την εξοχή κι ο αέρας φαίνουνταν πως γέμιζε από κύματα οργής και θυμού και απελπισμού. Α! ο Θεός είταν πολύ άδικος, πολύ άδικος. Τόρα πάνε τα γλυκά όνειρα, οι καλές ελπίδες.
Τους τοίχους κάτω ερρίξατε, αλλοίμονο, μονάχοι σας και πικρούς θρόνους είδετε· μα τώρα εσυβαστήκετε με το σπαθί στο χέρι. Κι αλήθεια η σεβαστή Ερινύς του Οιδίποδα πατέρα σας ετέλειωσε τις κατάρες.
Και στων παιδιών του έρριξε τις κεφαλές κατάρες οργισμένες γιατί τα γέννησε και τα ’θρεφε, πικρόγλωσσες, αλλοίμονο, κατάρες· το βιό τους να μεράσουν μια φορά με το σπαθί στο χέρι· και φοβούμαι να μην το κάμη η Ερινύς τώρα γοργά.
ΟΙΔΙΠΟΥΣ Μη μ’ ερωτάς. Ο Λάιος πε μου πώς ήτον; Μεσ’ στην ακμήν της νιότης του ήτονε τάχα; ΙΟΚΑΣΤΗ Ψιλός, και μόλις άρχιζε ν’ ασπρίζει η κόμη, με τη μορφή του θα ’μοιαζε πολύ η μορφή σου. ΟΙΔΙΠΟΥΣ Αλλοίμονο! Μου φαίνεται δεινές κατάρες στον εαυτό μου έρριξα χωρίς να ξέρω. ΙΟΚΑΣΤΗ Μιλείς; Και μου είναι φοβερή η όψις σου, άναξ. ΟΙΔΙΠΟΥΣ Σφόδρα φοβούμαι μην ο μάντις βλέπει° θα ιδούμε.
ΑΓΓΕΛΟΣ Και τώρα έβδομος στην έβδομη την πύλη, ο ίδιος ο αδερφός σου, τι κατάρες λέει θα πω και τι κακά να βρούνε αυτή την πόλη° τα κάστρα μας αφού πατήση και της χώρας κηρυχθή βασιλιάς, της νίκης ν’ αλαλάξη παιάνα κ’ έπειτα να ’ρθή με σε στα χέρια κ’ ή να ποθάνη πλάι σου σκοτώνοντάς σε ή ζωντανό σου εκδικηθή την ατιμία της εξορίας του διώχνοντας όμοια και σένα.
Τέτοια αφορμή λοιπόν χαράς μαζί και λύπης έχομ’ εμείς· η πόλη μας νικά, μα οι δυό μας οι άρχοντες και στρατηγοί με δουλεμένο σίδερο σκυθικό τα κτήματά τους όλα μεράσανε, και θα ’χουν όση στην ταφή τους θα πάρουν χώρα, σύμφωνα με τις κατάρες κάνοντας κατοχή τις άθλιες του πατρός των. Σώθηκ’ η πόλη, μα των δυό της βασιλιάδων ήπιε το αίμα η γη τ’ αλληλοσκοτωμού των.
Κι' ο γέρος μου πατέρας εφτύς σαν πήρε μυρουδιά, με φοβερές κατάρες μ' άρχισε, κι' όλο δέουνταν στις άγριες Καταδιώχτρες ποτές να μην καθήσει γιος στο γόνα μου, βγαλμένος 455 από σπορά μου· κι' οι θεοί ξακούνε την κατάρα, ο Άδης κάτου στ' άνηλια της γης κι' η Περσεφόνη.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν