Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 13 Μαΐου 2025
Αυτός κάθε στιγμήν επαινιώνταν πως δεν ήταν άλλος βασιλίας, που να τον παρομοιάζη εις την μεταδοτικήν του γενναιότητα και εις το να κάνη παντού μεγάλες καλωσύνες. Ο Γιαφάρ ο βεζύρης του μην ημπορώντας να τον υποφέρη ακούοντάς τον να επαινήται μοναχός του, αποφάσισε μίαν ημέραν να τον ελέγξη με κάθε ελευθερίαν.
Μέλι γάλα. Την ώρα που μου χρειάστηκε η καλωσύνη της μ' απόλειψε. Γυναίκες, βλέπεις. Κόσμος. Ξένοι. Όλοι ξένοι γίνονται σα δεν έχης τον τρόπο σου. Πάλε καλά, είπα μέσα μου. Σα μου μαγερεύη, και τρώω, καλωσύνη της. Ας είνε. Τι λέγαμε; Καλωσύνες, καλωσύνες... Κοντοστάθηκε πάλι μια στιγμή: — Εψές, που λες, γύρισα μεσημέρι στο καλύβι μου. Κακοκαιρίες, αέρηδες, ούτε μαρίδα τσίμπησε ταγκίστρι μου.
Όλα τα περίμενα απ' τον κόσμο και τίποτε δε με ξάφνιζε. Μα είνε και μερικά πράμματα που δεν τα περιμένεις. Κοντοστάθηκε μια στιγμή, γέμισε το τσιμπούκι του και ξανάρχισε: — Καλωσύνες! Καλωσύνες! Ανάθεμα την καλωσύνη. Με τα γεράματα παραξένεψα κι' όλα. Η καλωσύνη μου καθότανε σα βραχνάς στα στήθια. Νύχτες ολάκερες δεν μπορούσα να κοιμηθώ.
— Ανάθεμα την καλωσύνη... Μια γενιά καλωσύνες, μια γενιά με το δρόμο του Θεού, μια γενιά με το Ευαγγέλιο, με το χαμόγελο, με το γλυκό το λόγο. Τι απολάψαμε; Μας ξέχασε κι' ο Θεός με την καλωσύνη. Θυμάσαι τον παππού μου. Πού να τονέ θυμάσαι; Τονέ θυμάται ο κόσμος. Τι βγαίνει; Ο Άγιος Γιάννης. Έτσι τονέ λέγανε. Σκόρπισε το βιος του σε δικούς και ξένους.
Καλή, λέει; Μα δε μου λες τση καλωσύνες τση γή τσωμορφιές και τση νοικοκυρωσύνες τση; Απ' αυτά πράμμα δεν έχει. Με τα βούγια ανεθράφηκε και βούι 'νε. Άνε τήνε θες να τη ζέφνης σταλέτρι, καλή θανέ μα για γυναίκα ... Ένα παιδί σαν κάμη θα σιχαίνεσαι να πάρης χρυσό μήλο από τα χέρια τση. Εγώ για το καλό σου, γιατί σ' αγαπώ, σου λέω να σύρης χέρι, μια που σουδώκανε και την αφορμή. — Μα ο κύρης μου;
Συλλογίστηκε λιγάκι κ' ύστερα ξανάρχισε: — Τι ελέγαμε; Για τις καλωσύνες. Καλωσύνες, π' ανάθεμά τες. Καλωσύνες. Μια γενιά καλωσύνες, μια γενιά φαρμάκια. Ήρθε ο πατέρας μου, θεός σχωρέσ' τον. Ένα ορφανό έρημο, παραπεταμένο, κλωτσημένο απ' τον κόσμο, απ' τον κόσμο πούφαγε ψωμί στο πατρικό του. Μοναχός του έγινε άνθρωπος. Με τα χέρια του, με τον ιδρώτα του, με τη δουλειά του.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν