United States or Guatemala ? Vote for the TOP Country of the Week !


Και τίποτε· εξηκολούθησεν ο Κιαμήλης, με την συμπαθητικήν φωνήν του. Ούτε λεπτό έξοδα! Ο εφέντης ο αδελφός μου με μια κονδυλιά τα διορθώνει. Και αν θέλη ο Θεός, πάγω κ' εγώ στην επαρχία για την ανάκριση. Όταν σκοτώθηκε το παιδί της Βαλιδές μου, είναι σαν να σκοτώθηκεν ο εφέντης ο αδελφός μου. Πρέπει να γενή εκδίκησι!

Τι να σε κάμη το φεγγάρι, χριστιανέ μου;... Το φεγγάρι δεν κόβει μονέδα... — Περιμένω να βγη το φεγγάρι για να φύγω, και γι 'αυτό σ' ερωτώ, είπεν ησύχως ο μπάρμπα-Κωνσταντός. — Να φύγης;... για πού, αν θέλη ο Θεός; — Δεν ήρθαν τίποτε ξωμερίταις απ' τα καλύβια; — Μου κάνουν τη χάρι να μη 'ρθούν, είπεν ο Γαβριήλ.

Διότι είναι ζήτημα αν υπάρχει πραγματικώς τρόπος να αδικηθή κανείς εάν δεν θέλη, ή μήπως πάσα πάθησις αδικίας είναι ακουσία, καθώς και πάσα εκτέλεσις αδικίας; Επομένως άραγε το όλον είναι κατά τον ένα ή κατά τον άλλον τρόπον, καθώς και το να αδική κανείς είναι πάντοτε εκούσιον; Ή μήπως το έν μεν είναι εκούσιον, το δε άλλο ακούσιον; Το ίδιον δε θα ειπούμεν και επί απολαύσεως του δικαίου, επειδή η εκτέλεσις του δικαίου είναι πάντοτε εκουσία.

Αμέσως ο Μαιάνδριος τον προσκαλεί να λάβη όσα θέλη, αλλ' εις μάτην επαναλαμβάνει την παράκλησίν του δις και τρις, ο Κλεομένης δεικνύεται δικαιότατος άνθρωπος και δεν κρίνει πρέπον να δεχθή τα προσφερόμενα.

Ακόμη ένα ποτόν τονωτικόν και προφυλακτικόν παρασκευασθέν με δώδεκα κόκκους παντζεχρίου, με σιρόπι λεμονιού, ροδιών και λοιπών, συμφώνως προς την συνταγήν, πέντε φράγκα». Α! κύριε Φλεράν, μην το παρακάνης, σε παρακαλώ. Αν εξακολουθήσης να είσαι τόσο ακριβός, κανείς δε θα θέλη πεια να είναι άρρωστος: Αρκέσου στα τέσσερα φράγκα. Είκοσι και σαράντα σόλδια.

Μάλιστα θα το κάμω αυτό, αν θέλη ο θεός, Ιππία μου. Τόρα όμως δώσε μου μίαν σύντομον απάντησιν δι' αυτό. Και καλά έκαμες, σε βεβαιώ, που μου το ενθύμισες.

Για τον μπαμπά σακκάκι, για τη μαμά τρικό και δυο ζευγάρια κάλτσες για το μικρό αδερφό. Είναι το βράδι του Άιγιαννιού κι ο Σβεν είναι ευτυχισμένος. Γιατί η μαμά του είχε τάξει πως αυτό το βράδι μπορεί να πάη να κοιμηθή όποτε θέλη αυτός.

Τον δε αποκηρυχθέντα, εάν μεν κανείς από τους πολίτας θέλη να τον υιοθετήση, ας μην τον εμποδίζη κανείς νόμος. Διότι τα ήθη των νέων επλάσθησαν να επιδέχωνται πολλάς μεταβολάς εις την ζωήν. Μετά δε την αποκήρυξίν του, εάν εντός δέκα ετών δεν θελήση κανείς να τον υιοθετήση, τότε οι επιμεληταί της αποικίας των επιγόνων ας φροντίσουν και δι' αυτούς, διά να λάβη μέρος κανονικώς εις την ιδίαν αποικίαν.

Έλαβες γράμμα; Είνε καλά ο άνθρωπος σου; Τι κάθεσαι και σκοτίζεσαι; Εφημερίδα θα βγάλη να σου τα πη με το νι και με το σίγμα; «... Εγώ μπαρκάρησα τώρα μ' ένα βαπόρι Θειακό για τη Νέαν Υόρκη. Από κει θα σας γράψω πάλι σα θέλη ο Θεός. Να πήτε μόνο της Ουρανίτσας να μη στενοχωρεύεται. Ο καιρός περνάει γρήγορα. Πρώτα ο Θεός, μαζί θα κάνουμε τούτη τη Λαμπρή». Η Ουρανίτσα το είχε μάθει απόξω το γράμμα.

Έσο γενναίος ως πρέπει, επειδή είσαι Σπαρτιάτης· σεις δε, ω άνδρες σύμμαχοι, ακολουθήσατε αυτόν ανδρείως και να έχετε πεποίθησιν ότι διά να πολεμή κανείς καλά, τρία τινά είναι αναγκαία, το να θέλη, το να έχη το αίσθημα της εντροπής και το να υπακούη εις τους ανωτέρους.