Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 3 Ιουνίου 2025
— Δόξα σοι ο Θεός! έλεγεν ο μπάρμπ' Αναγνώστης της Περμάχως, ανασηκόνων το καποτάκι του, που ήτον σαν δέρμα αγριμίου. Δόξα σοι ο Θεός, που αποχτήσαμε και μεις, τέλος πάντων, ένα πατριώτη μέσα 'ς την Αθήνα. Η Θωμαή τα ήκουεν αυτά. Και τα επίστευε μεν διότι με τόσην επιμονήν τα έλεγαν, αλλά και δεν τα επίστευεν διότι γράμμα δεν της έφεραν.
Αλλά δεν θα την επανελάμβανε, μεθ' όλην την επιμονήν των, διότι εγίνωσκεν ότι ούτοι εκ προθέσεως θα την διέστρεφον, και διότι προφανώς έπραττον εναντίον των κανόνων και των παραδόσεών των, αίτινες απήτουν ίνα πας υπόδικος ως αθώος θεωρείται πριν η ενοχή του αποδειχθή.
Μα επί τέλους γιατί η μάννα της ήθελε καλά και σώνει να την κακομοιριάση; Τι μάννα ήτον αυτή που ήθελε το κακό της κόρης της και το επεδίωκε με τόσην επιμονήν; Εταίριαζε, δι' όνομα του Θεού, εις αυτήν ένας τέτοιος χωριάτακας, ένα βώδι! Γι' αυτό την ανέθρεψεν η μάννα της με τόσα χάδια και την εφύλασσε να μη την βλέπη ο ήλιος, γι' αυτό την έστειλε στη χώρα, για να τήνε δώση σ' ένα αγριάνθρωπο;
Την περιζήτητον ταύτην τριάδα προσόντων είχεν εύρη συνηνωμένην εις το πρόσωπον της δεσποινίδος Παναγιώτας Τουρλωτής, είδος τι νεαρού ιπποποτάμου, του οποίου ο όγκος εφόβιζε πάντας τους άλλους προικοδιώκτας. Ο αλλόκοτος ούτος άνθρωπος, αφού με παρετήρησεν επί τινας στιγμάς με οχληράν επιμονήν. — Τι έχεις; με ηρώτησε· τα μούτρα σου είνε βουρκωμένα σαν τα βουνά της Γούρας.
Αλλά τόρα; Τάχα θα ανεχθώμεν την προθυμίαν των κωμικών να γελοιοποιούν τους ανθρώπους, εάν θελήσουν να εκτελέσουν το τοιούτον χωρίς έξαψιν εναντίον των πολιτών, ή θα διακρίνωμεν αν αστειεύονται ή όχι, και αν μεν αστειεύεται κανείς θα του επιτρέψωμεν να γελοιοποιή άλλον χωρίς έξαψιν, εάν όμως με επιμονήν και με έξαψιν, καθώς είπαμεν, τότε δεν θα επιτρέψωμεν εις κανένα; Και λοιπόν αυτό το πράγμα δεν θα το καταργήσωμεν, αλλά εις ποίον θα επιτρέπεται και εις ποίον όχι, αυτό ας νομοθετήσωμεν.
Το φέσι του τυφλού γέροντος και αι βράκαι του είχον χάσει το αρχικόν χρώμα των εκ της χρήσεως και της πολυκαιρίας, αι παρειαί του ήσαν προ ημερών αξύριστοι, εν συνόλω δε το παρουσιαστικόν του εφανέρωνεν ανέχειαν δικαιούσαν την επιμονήν της μαγειρίσσης, θελούσης να τον στείλη εις το Νοσοκομείον.
— Έχεις βεβαιότητα ότι θα σε δεχθή; επέμεινεν ο Θεόδωρος. — Ειπέ του ότι τον ζητεί ένας, ο όποιος έχει κάτι να του ειπή. Ο Θεόδωρος εδίσταζεν. Ο ξένος δεν είπε τι προς αυτόν, αλλ' η στάσις του ενέφαινεν αξιοπρεπή επιμονήν. — Και ποίος να είπω ότι τον ζητεί; ηρώτησεν ο Θεόδωρος. — Είς μοναχός, δούλος του Θεού του αληθινού, όστις έχει σπουδαία να τω είπη.
Δι' αυτήν λοιπόν και εγώ την επιμονήν εις την απιστίαν είπα ότι είναι πολύ δύσκολον να διατηρηθούν συμφώνως με τον νόμον. Πολύ ορθά ομιλείς. Ότι δε δεν είναι ανώτερον από τας δυνάμεις του ανθρώπου, αλλά ημπορεί να πραγματοποιηθή, θέλετε να προσπαθήσω να σας διηγηθώ κάποιαν διήγησιν, η οποία είναι πειστική; Πώς όχι;
— Μωρέ μούτρα και μπαίνουν με τσ' ανθρώπους! Ου! να μου χαθής! Και με ταχείαν κίνησιν του έστρεψε τα νώτα και εκλείσθη εις το σπίτι, ο δε Μανώλης έμεινεν αποσβολωμένος εις τον δρόμον. Τόσον βεβαίας ελπίδας είχεν εις την εντύπωσιν της ποδιάς, ώστε η αγανάκτησίς του υπήρξε μεγάλη. Θαπηλπίζετο δε εντελώς, αν δεν ενεθάρρυνε την επιμονήν του με τους πειστικούς και διερεθιστικούς της λόγους η χήρα.
Εκάθισεν επί λίθου αντικρύ το φρουρού και δεν εσάλευεν. Όσον διά τον Σκούνταν, ούτος ίστατο μακρόθεν εις το σκότος και δεν εσκέπτετο να πλησιάση. Ο φρουρός, ιδών την παράδοξον επιμονήν του Μάχτου, επλησίασε και τω είπε· — Τι θέλεις; Δεν μου λες; Ο Μάχτος απεπειράθη να λαλήση, αλλά τα δάκρυα έπνιξαν την φωνήν του. Ο στρατιώτης τον ελυπήθη έτι μάλλον.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν