Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 18 Μαΐου 2025
Ο πόνος που αγροίκησεν ο άγριος Κύκλωπας, τον έκαμε να βρυχάζη τόσον φοβερά, που εφόβιζε και τα αναίσθητα κτίσματα· εσηκώθη με μεγάλην ορμήν και θυμόν, άπλωσε τα χέριά του εις ένα μέρος και άλλο μήπως και πιάση κανέναν από ημάς, διά να τον σχίση από τον θυμόν του· αλλ' ημείς με ογληγορότητα αναμερίσαμεν εις τόπους, που δεν ημπορούσε να μας εύρη ούτε με τα χέρια, ούτε τα ποδάρια· αφού εγύρευσε ματαίως και δεν μας εύρε, ψηλαφώντας εύρε την θύραν και εβγήκεν έξω βρυχάζοντας και ουρλίζοντας φοβερά.
Αλλ' ημείς πρέπει να προλάβωμεν τον καιρόν που τον έχομεν αρμόδιον, να φύγωμεν απ' εδώ το συντομώτερον, διά να μη μας συμβή εκείνο που μας εφόβιζε, διατί μου φαίνεται πράγμα παράξενον ετούτο που μας έτυχεν. Αυτή η γνώμη άρεσε και της Δηλαράς, όθεν απεφάσισαν εκείνην την ίδιαν νύκτα να μισεύσουν χωρίς να χάσουν καιρόν.
Ετούτος ο υστερινός μου στοχασμός με εμπόδισεν εις το να πέσω εις απελπισίαν· απέρασα την νύκτα ζητώντας το πλάτος του πηγαδιού, το οποίον μου εφάνη πολλά ευρύχωρον· αγροικούσα να περιπατώ επάνω εις κόκκαλα, και από αυτά εκατάλαβα, ότι και άλλοι ωσάν και εμένα εις αυτό κακώς έχοντας εθυσιάσθηκαν. Ένας τέτοιος στοχασμός δεν με εφόβιζε τόσον ολίγον και επερικάλεσα τον προφήτην διά να με βοηθήση.
Ο Καίσαρ δεν ήτο ευχαριστημένος, ότε επέστρεψεν από το Άντιον εις Ρώμην· διά τούτο μετά τινας ημέρας ήρχισε να διακαίεται υπό της επιθυμίας να αναχωρήση δι' Αχαΐαν. Αλλ' εις μίαν επίσκεψίν του εις το ιερόν της Εστίας, επήλθε συμβεβηκός τι, όπερ ανέτρεψε τα σχέδιά του. Ο Νέρων δεν επίστευεν εις τους θεούς, αλλά τους εφοβείτο. Η μυστηριώδης Εστία προ πάντων τον εφόβιζε με κάποιον ιδιαίτερον τρόπον.
Ότε έβλεπεν αυτούς ότι παρεφέροντο ακαίρως εις ύβρεις, τους κατέπληττε και τους εφόβιζε διά των λόγων του, ότε δε πάλιν εφοβούντο άνευ λόγου διήγειρεν εντέχνως το θάρρος των. Και κατ' όνομα μεν η τοιαύτη διοίκησις εκαλείτο δημοκρατία, πράγματι δε ήτο εξουσία, την οποίαν διηύθυνεν ο πρώτος ανήρ.
Μου ξάνοιγε τα φορέματα κ' εύρισκε η βροχή καιρό και τόπο να με προυχάη όπου της βόλειε. Άρχισα να τρεμουλιάζω από το κρύο που με σήκωνε. Μ' εφόβιζε κ' η θεομηνία. Μ' έσκιαζαν και τα κλαριά γύρα που μώμοιαζαν 'ςτή μεγάλη μου παραζάλη, 'ςτή φοβερή μαυρίλα και 'ςτο άναμμα του τρικυμού, με κακούς ανθρώπους, με φαντάσματα, μ' ίσκιους. Φώναξα του ξαδερφού μου. Ούτ' εγώ δεν αγροίκησα τη φωνή μου.
Τέτοιος στοχασμός πολλά τον εφόβιζε επάνω εις την Κατηγέ, της οποίας η ευμορφιά ελόγιαζεν ότι θα ήθελε κάμει φοβερώτατα αποτελέσματα· αλλά ο φόβος του ηφανίσθη ογλήγορα καθώς εγνώρισε και είδε μετά την πράξιν. Η νέα του αγαπητική δεν είχε πράγμα που να παρακινήση την όρεξιν και την κλίσιν εκείνου του γένους.
Μου ξάνοιγε τα φορέματα κ' εύρισκε η βροχή καιρό και τόπο να με προυχάη οπού της βόλειε. Άρχισα να τρεμουλιάζω από το κρύο που με σήκωνε. Μ' εφόβιζε κ' η θεομηνία. Μ' έσκιαζαν και τα κλαριά γύρα που μώμοιαζαν 'ςτη μεγάλη μου παραζάλη, 'ςτη φοβερή μαυρίλα και 'ςτο άναμμα του τρικυμού, με κακούς ανθρώπους, με φαντάσματα, μ' ίσκιους. Φώναζα του ξαδερφού μου. Ούτ' εγώ δεν αγροίκησα τη φωνή μου.
Από την ρόκα ήρπαζε το καρυοφύλλι και από τ' αδράχτι το γιαταγάνι, μεθ' όσης ευκολίας δόκιμος μουσικός αλλάζει τον ταμπουρά με την φλογέραν. Το αίμα δεν την εφόβιζε καθόλου· οι βόγγοι και οι δαρμοί των πληγομένων δεν την συνεκίνουν· τα πτώματα, αν ήσαν εχθρών, ήσαν σεβαστά μόνον καθό ακίνδυνα πλέον κ' έτοιμα διά την φθοράν· αν ήσαν φίλων, ήσαν άξια θρήνων και τιμητικής ταφής.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν