Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 24 Μαΐου 2025
— Αυθέντα, είπε, διατί δεν θέλεις να πιστεύσης ότι τους αγαπώ; Και όμως αυτό είνε η αλήθεια. Επήγα εις το Οστριανόν, επειδή είμαι ήδη κατά το ήμισυ χριστιανός. — Και δεν ηξεύρεις πού κατέλυσεν ο Λίνος τας ημέρας ταύτας; — Αυθέντα, επανέλαβεν ο Χίλων, χωρίς εμέ δεν θα ανεύρισκες την κόρην. Εάν την επανεύρης δεν θα λησμονήσης ένα σοφόν πενόμενον!
— Τι να σου πω, παιδί μου, εψιθύρισεν η πάσχουσα, ο Θεός ξέλει... Ίσως ήθελε να είπη «μητρυιά», Αλλά δεν είχε το θάρρος να αρθρώοη την λέξιν. — Γιατί, μητέρα, επανέλαβεν η παιδίσκη, είπες πως έχεις πεθερά, σαν να μην είσ' ευχαριστημένη; Και δεν σ' αγαπάει η μαμμίτσα μου; Η ασθενής έσεισε την κεφαλήν, αλλά δεν είπε λέξιν.
Ας εγίνετο λοιπόν το συμπόσιον εκείνο πραγματικόν συμπόσιον! Πατρικός άρχων δεν έπρεπε ποσώς να επιβάλλη εις τους υπηκόους του το βασανιστήριον της σιωπής του. — Μη είσαι αδυσώπητος! επανέλαβεν εν χορώ η ομήγυρις. Ο Νέρων εξέτεινε τας χείρας, μαρτυρών ότι τον εβίαζον και ότι υπεχώρει. Τα πρόσωπα πάντων έλαβον έκφρασιν ευγνωμοσύνης και όλων οι οφθαλμοί εστράφησαν προς αυτόν.
— Είνε αληθέστατον, επέμενε λέγων ο αρχηγός. Την επώλησες, την επώλησες αντί εκατοντάδων τινών φλωρίων. Ομολογώ ότι εζήτησες ακριβά. Ηδύνασο να το κάμης και ευθηνότερα. — Αχ! γρου! έγρυξεν ο Πρωτόγυφτος, — Αλλ' είχες δίκαιον, επανέλαβεν ο αρχηγός. Δίκαιον είχες, διότι δεν είνε κόρη σου. — Ποιος το λέγει; εμορμύρισεν ο Πρωτόγυφτος. — Εγώ το λέγω, και το ειξεύρω. Δεν είνε κόρη σου, και την επώλησες.
Παρετήρησεν αποθέτουσα το κενόν ταψίον επί της τραπέζης· και προσέθηκεν: — Εσείς το φάγατε και με γελάτε! — Ο Μπάρμπα Σταύρος ανεπήδησεν επάνω κατάλευκος, κρατών εις χείρας το τσιμπούκιόν του ως εάν επρόκειτο να δείρη τους γάτους του όπου ήσαν λαίμαργοι πολύ και κακομαθημένοι. — Καλή χρονιά σας! επανέλαβεν η Κρατήρα ειρωνικώς και λυπημένη.
— Περιμένεις να φύγω, είπεν η Σιξτίνα. Η Αϊμά την παρετήρει έκπληκτος. Ήτο η πρώτη φορά καθ' ην έλεγε τοσούτους λόγους η μοναχή. — Μήπως σ' ενοχλώ; επανέλαβεν αύτη. — Όχι, μήτερ μου. — Διατί δεν γευματίζεις; — Δεν έχω όρεξιν, είπεν η Αϊμά απορούσα διά την φιλοφροσύνην ταύτην, και δυσπιτούσα έτι μάλλον, επί τη αναμνήσει των νουθεσιών της Βεάτης.
— Διαταγήν; επανέλαβεν ο Βινίκιος ωχριάσας. Ο στρατιώτης τον παρετήρησε με συμπαθές ύφος και είπε: — Ναι, του Καίσαρος, άρχον. Υπάρχουν πολλοί άρρωστοι εις την φυλακήν και ίσως φοβούνται μήπως οι επισκέπται μεταδώσωσι την επιδημίαν εις την πόλιν. — Αλλά δεν είπες ότι η διαταγή ήτο διά σήμερον μόνον! — Μας αντικαθιστούν την μεσημβρίαν.
Οι δε Αιγύπτιοι λέγουσιν ότι ενώ εκάθηντο εις την τράπεζαν, η γυνή έλαβε θρίδακα, την απεφύλλισε και είπεν εις τον σύζυγόν της· «Ποία είναι ωραιοτέρα θρίδαξ, η έχουσα φύλλα ή η μη έχουσα; — Η έχουσα φύλλα, απεκρίθη εκείνος. — Ω! επανέλαβεν εκείνη, η γεγυμνωμένη αύτη θρίδαξ είναι η εικών της οικίας του Κύρου την οποίαν συ απεγύμνωσας.» Θυμώσας δε ο Καμβύσης την ελάκτισεν εις την κοιλίαν ενώ ήτο έγκυος, ώστε αποβαλούσα απέθανε.
Αλλ' ας αφήσωμεν τον Μανώλην, όστις την νύκτα εκείνην επανέλαβεν εις τα όνειρά του χιλιάκις το περίφημον ερωτολόγημά του προς το Πηγιό. Εις το αντίθετον άκρον του χωριού μάς περιμένουν άλλαι γνωριμίαι και γεγονότα, τα οποία μεγάλην θα έχουν ροπήν εις την περαιτέρω εκτύλιξιν της παρούσης ιστορίας.
Εκ νέου ο Νέρων ηνώρθωσε τα χείλη του και στραφείς προς τον Πετρώνιον με στίλβοντας οφθαλμούς: — Τοιουτοτρόπως λοιπόν, είπεν, ανταποδίδεις την φιλίαν, την οποίαν είχον πάντοτε προς σε; — Εάν ηπατήθην, απόδειξόν μου την πλάνην μου, απήντησεν ο Πετρώνιος· αλλά μάθε ότι ουδέν άλλο είπα, ειμή ό,τι μου υπηγόρευεν η αγάπη την οποίαν έχω διά σε. — Τιμώρησον τον υβριστήν! επανέλαβεν ο Βιτέλλιος.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν