Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 12 Ιουνίου 2025


Εφώναξε και πάλιν, αλλά απόκρισιν δεν έλαβε, και επί τέλους τον επήρεν ο θυμός, και πετά το ποτήρι εις την κεφαλήν της γραίας, η οποία έπεσεν αμέσως ανάσκελα, μουσκεμένην από το νερόν. — Μωρέ! εφώναξεν ο μικρός Κλώσος από την θύραν του ξενοδοχείου. Μου εσκότωσες την νόναν μου. Και αρπάζει τον ξενοδόχον απο τον λαιμόν. — Ιδέ, της ετρύπησες το μέτωπον.

ΒΑΣΙΛΕΑΣ Διατί, Λαέρτη, τόσο γιγαντώδες σχήμα η ανταρσία σου επήρεν; — Άφησε να κάμη, Γελτρούδη, και διά μας μη φοβηθής· η Χάρις τόσο φρουρεί τους βασιλείς, 'πού η προδοσία μόνον από μακράν προσβλέπειτον σκοπόν της και δεν τον εκτελεί. — Λαέρτη, τώρα ειπέ μου, διατί 'σαι τόσο θυμωμένος; — Συ, Γελτρούδη, άφησε τον να κάμη. — Άνθρωπε, δεν λέγεις; ΛΑΕΡΤΗΣ Ο πατέρας μου πού 'ναι;

Και επέρασεν ώρα αρκετή και εσυλλογίζετο πού τάχα να ευρίσκεται. Εκεί διά μιας βλέπει το φως της ημέρας, και ακούει μίαν φωνήν: «Ο μολύβδινος στρατιώτηςΕις αυτό το μεταξύ ένας ψαράς είχε πιάσει το ψάρι, και το υπήγεν εις την αγοράν, όπου η μαγείρισα της οικίας, από την οποίαν είχε κρημνισθή, ηγόρασε το ψάρι, το επήρεν εις το μαγειρείον και το ήνοιξε με το μαχαίρι της.

Έτσι λέγοντας η Κεριστάνη, έκραξεν ένα εξωτικόν, και το επρόσταξε να φέρη ευθύς τον βασιλέα εις το παλάτι του εις την Κίναν. Ο εξωτικός υπακούοντάς τον επήρεν εις τες αγκάλες του, και εν τω άμα τον έφερεν εις την Κίναν, και τον απόθεσεν εις το παλάτι του.

Α! ξεύρω με τι! Είχε δεμένην η Φωτεινή την πλεξούδαν της με μιαν ωραίαν κορδέλλα τριανταφυλλιάν· προχθές της την είχεν αγοράσει η μητέρα της, όταν την επήρεν εις το πανηγύρι· και πόσον είχε καμαρώσει η μικρά, όταν έδεσε με αυτήν τα μαλλιά της! Τώρα όμως συλλογίζεται... — Τα πουλάκια δεν έχουν φωληά, ας οικονομηθώ εγώ και χωρίς κορδέλλα . . .

Έπειτα πλησιάζων την Ακτήν και σφίγγων τους οδόντας: — Ακτή, εάν αγαπάς την ζωήν σου, εάν δεν θέλης να γίνης παραίτιος δυστυχιών, ειπέ την αλήθειαν· ο Καίσαρ την ήρπασε; Εις την σκιάν της μητρός σου και μα όλους τους θεούς, δεν είναι εις το παλάτιον; — Εις την σκιάν της μητρός μου, Μάρκε, δεν την επήρεν ο Καίσαρ.

Τότε μία σκλάβα γραία έρχεται και μας δίνει την είδησιν πως ήτον κοντά να γένη ημέρα, και η Τζελίκα εν τω άμα εσηκώθηκε με όλες τες άλλες και ανεχώρησε, και εμένα μ' επήρεν εκείνη η γραία σκλάβα και με έβγαλεν από μίαν πορτοπούλαν, και ευρέθηκα εις την στράταν έξω από το βασιλικόν παλάτι.

Ο βασιλεύς ευρισκόμενος περικυκλωμένος από τον ύπνον, λέγει του βεζύρη· εγώ δεν ημπορώ πλέον να διαφεντευθώ από τον ύπνον, και διά τούτο στάσου εσύ έξυπνος έως που εγώ κοιμούμαι· και έχε τους οφθαλμούς σου πάντα σταθερούς εις την πηγήν, και ωσάν ιδής κανένα σημείον ξύπνησέ με. Όμως ο βεζύρης στέκοντας πολλήν ώραν χωρίς να ιδή τίποτε, τον επήρεν ο ύπνος και αυτόν και απεκοιμήθη.

Και ούτως αναχωρώντας ο Λαλάς μου, με επήρεν ο περιβολάρης ευθύς, και με έφερε μαζή του εις το περιβόλι, και μου έδειξεν εκεί το τι έχω να δουλεύσω και το τι έχω να κάμω, και έπειτα αναμέρισεν.

Και ωσάν εβγήκαν από το λουτρόν, οι σκλάβοι ήλθαν με πανιά λευκά, και τους εσφούγγισαν· έπειτα ένδυσαν τον Αμπτούλ με πλούσια φορέματα, και τον επήρεν από εκεί ο Καλίφης, και τον έφερεν εις το χαρέμι του, εις την βασίλισσα Ζωμπαΐδα.

Λέξη Της Ημέρας

συγκατάνευσε

Άλλοι Ψάχνουν