Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 15 Μαΐου 2025


Εις την είσοδον ο φρουρός εκατόνταρχος προσεμειδίασεν αυτώ φιλικώς. — Χαίρε, ευγενή τριβούνε! είπε: Εάν η επιθυμία σου είναι να υποβάλης τα σέβη σου εις τον Καίσαρα, ακαίρως έρχεσαι, και δεν ηξεύρω μάλιστα αν θα δυνηθής να τον ίδης. — Τι συμβαίνει; ηρώτησεν ο Βινίκιος. — Η μικρά Αυγούστα ησθένησεν αιφνιδίως. Ο Καίσαρ και η Αυγούστα ευρίσκονται πλησίον της μετά ιατρών.

Δύναμαι. — Αν εύρης την νέαν μεμονωμένην, άρπασέ την, και μη φροντίζης πλέον διά τους άλλους. — Καλώς. — Αν την εύρης περικυκλωμένην, σκόρπισέ τους και απείλησον ολίγον τον Πρωτόγυφτον. Ύστερον παράλαβε την νέαν και φύγε. — Πού να την οδηγήσω; — Εδώ θα σας περιμένω. — Καλώς έχει. Και ο εκατόνταρχος τεθείς επί κεφαλής της εξανδρίας, ανεχώρησε προθυμότατος εις την αποστολήν ταύτην.

Ανοιχθείσης ταύτης εισήλθε και εύρε τον κάτοικον της οικίας, όστις ήτο εκατόνταρχος, και διώκει την εν τω τόπω στρατιωτικήν δύναμιν. Ούτος έδειξε μέγιστον σέβας προς τον επισκέπτην του, ευθύς ως τον είδε. — Τι διατάττει ο &άρχων&; είπε. Πώς ευρέθη εδώ; — Φίλε μου, θέλω την συνδρομήν σου, είπεν ο επισκέπτης. — Ορισμός σας. — Συνέβη κάτι.

Μετά μίαν στιγμήν ηκούσθη βήμα βαρύ και ρυθμικόν, και εις την αίθουσαν εισήλθεν ο εκατόνταρχος Άπερ, τον οποίον εγνώριζεν ο Πετρώνιος, φέρων σιδηρά όπλα και κράνος. — Ευγενή άρχον, είπεν, ιδού μία επιστολή του Καίσαρος. Ο Πετρώνιος ήπλωσε νωχελώς την λευκήν χείρα του, έλαβε την πινακίδα και ρίψας βλέμμα εις αυτήν, την ενεχείρισεν ατάραχος εις την Ευνίκην.

Την στιγμήν εκείνην καλπασμός ίππου ηκούσθη. Ο εκατόνταρχος μετά των στρατιωτών του ήρχετο βεβαίως να ζητήση την κεφαλήν του Αινοβάρδου. — Εμπρός λοιπόν! έκραξαν οι απελεύθεροι. Ο Νέρων εστήριξε την μάχαιραν εις τον λαιμόν του. Αλλ' ώθει αυτήν με χείρα δειλήν και έβλεπέ τις, ότι δεν θα ετόλμα ποτέ να βυθίση την λεπίδα.

Θέλει να μας αναγνώση απόψε μίαν νέαν ραψωδίαν της Τρωάδος, είπε, και με προσκαλεί να υπάγω. — Έχω μόνον διαταγήν να εγχειρίσω την επιστολήν, είπεν ο εκατόνταρχος. — Βεβαίως, δεν χρειάζεται απάντησις. Αλλά κάθησε ολίγον να πιής κάτι. — Σε ευχαριστώ, ευγενή άρχον· θα πίω εις την υγείαν σου· αλλά δεν δύναμαι να καθήσω, διότι είμαι εν υπηρεσία. — Ειξεύρω, είπεν ο Πετρώνιος κατά των χριστιανών.

Την επαύριον, μετά την επίσκεψίν του εις της Χρυσοθέμιδος, εκοιμήθη σχεδόν καθ' όλην την ημέραν· αλλά την εσπέραν μετέβη εις το Παλατίνον και έλαβεν ιδιαιτέραν συνέντευξιν με τον Νέρωνα· την τρίτην ημέραν ενεφανίσθη έμπροσθεν της οικίας του Πλαυτίου είς εκατόνταρχος επί κεφαλής δεκαπεντάδος πραιτωριανών.

Ο Σταυρός. — Οι δύο Κακούργοι. — Εις Γολγοθάν. — Θυγατέρες Ιερουσαλήμ! — «Πάτερ άφες αυτοίς», — Αγωνία της Σταυρώσεως. — Ο Τίτλος επί του Σταυρού. — Η λύσσα των Ιουδαίων. — «Διεμερίσαντο τα ιμάτιά μου» — Ο Μετανοών Ληστής. — Αι γυναίκες από της Γαλιλαίας. — «Γύναι, ιδού ο Υιός Σου» — Το μεσημβριανόν σκότος. — «Ηλί, Ηλί, λαμά σαβαχθανί;» — «Διψώ». — Όξος πιείν. — «Εις χείρας Σου». — Τετέλεσται. — Ο Εκατόνταρχος. — Τι κατώρθωσεν ο Σταυρός του Χριστού. — Αίμα και ύδωρ.

Εκεί, οι πραιτωριανοί, οι οποίοι αντικαθίστων αλλήλους εις την φρούρησιν, τον εγνώριζον όλοι και συνήθως τον άφινον να εισέρχεται άνευ δυσκολίας τινός. Αλλά την φοράν αυτήν αι τάξεις των φρουρών δεν παρεμέρισαν προ αυτού και είς εκατόνταρχος τον επλησίασε και είπε: — Συγγνώμην, ευγενή τριβούνε, σήμερον έχομεν διαταγήν να μη επιτρέπωμεν εις κανένα την δίοδον.

Έρριψε τελευταίον τεθλιμμένον βλέμμα εις τα πράγματά του και ετράπη εις φυγήν, εγκαταλιπών εις την διάκρισιν του εχθρού τα βαρέλια, τας φιάλας, τα ποτήρια και προ πάντων το συρτάριον, όπου είχε τας πενιχράς εισπράξεις του. Μετ' αυτόν εξήλθον αμοιβαδόν ο εκατόνταρχος και οι στρατιώται άγοντες την Αϊμάν, είτα ο Μάχτος και ο Σκούντας, είτα ο Πρωτόγυφτος, ο Βούγκος και οι λοιποί.

Λέξη Της Ημέρας

ξαναφύγεις

Άλλοι Ψάχνουν