Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 6 Ιουνίου 2025


Διότι κανείς δεν πιστεύει ευκόλως διά το άτομον το οποίον εδοκίμασε πολύν καιρόν. Έπειτα δε υπάρχει και η πεποίθησις εις αυτούς, και το να μη είναι δυνατόν να αδικούν ποτέ, και όσα άλλα απαιτούνται εις την αληθινήν φιλίαν. Εις τους άλλους όμως δεν είναι δύσκολον να συμβαίνουν αυτά.

Εφάνηκε να τρεμουλιάζη από την κορφή ως τα νύχια. Δισταγμός κάποιος εμπήκε στην ψυχή του· κρύος φόβος επάγωσε τον νου του κ' εσταμάτησε. Εδοκίμασε πάλι να κινηθή, εταλαντεύθηκεν, έκαμε δυο κλωθογυρίσματα στον τόπο του κ' εστάθηκε πάλιν ακίνητος, σμίγοντας τη θάλασσα με τον ουρανό πύργος γυάλινος. — Δεν κάναμε τίποτα· είπε πικραμένος ο καπετάνιος στον ναύκληρο. — Τίποτα· το βλέπω κ' εγώ.

Ο άλλος εδοκίμασε ν' αποσπάση από τον εργαλειόν το αντίον, το μέγα κυλινδροειδές ξύλον, περί το οποίον τυλίγεται το νεοΰφαντον πανίον· ίσως δεν είχεν ιδεί παρόμοιον πράγμα εις την ζωήν του κ' εφαντάζετο ότι και αυτό ίσως θα ήτο καλόν διά να χρησιμεύση ως όπλον. Η Αμέρσα, ιδούσα, αφήκε κραυγήν πεπνιγμένην.

Ο γέρο-Πέτρος εκάθησεν αριστερά του, τρεις σπιθαμάς παρακάτω, με τον αριστερόν ώμον και την κατατομήν του προσώπου προς αυτόν νεύουσαν. Ούτος εδοκίμασε ν' αρχίση ομιλίαν.

Εστήλωνε τα πόδια του, αντεστήλωνε το κορμί του, έκλαιε, κ' εφώναζε: «δεν πάω, δεν πάω». Όταν δε ο υπίατρος οδηγήθη στο σπητάκι της Λέκαινας, κ' εδοκίμασε να ιδή και να εξετάση τον κληρούχον, ο Γιάννης έπεσεν εις μίαν γωνίαν, εμαζώχθη, εκουβαριάσθη, εσταύρωσε σφιχτά τα χέρια του, έσφιξε τον αφαλόν του, έκαμψε τους πόδας του με τα γόνατα έως τον αφαλόν, και ηρνήθη να υποστή την εξέτασιν του ιατρού.

Η δευτερότοκος αυτών είχεν εύρει την τύχην της προ της πρωτοτόκου, όταν ήτο μόνον επταέτις, και πριν απέλθη εις την Αμερικήν ο αδελφός της. Η παιδίσκη έκυψεν ολίγον τι βαθύτερα, εγλύστρησε, κ' έπεσε κατά κεφαλής, μέσα εις το νερόν. Η κραυγή της επνίγη, άνθρωπος δεν έτυχε πλησίον εκεί να την ίδη. Μάτην εδοκίμασε να πιαστή από το φρακτόν στόμιον του πηγαδιού. Ετάραξεν, έπλευσεν, εσπαρτάρισεν.

Μετά φιλικωτάτην δε συζήτησιν, εκ συμφώνου απεφάνθησαν ότι το παράδοξον ον, το οποίον τους επήρε τα λεπτά, αφού δεν τους επήρε ούτε την φωνήν ούτε τον νουν των, θα ειπή ότι δεν ήτον φάντασμα, ούτε βρυκόλακας, και αφού δεν εδοκίμασε να τους φάγη, θα ειπή ότι δεν ήτον καλικάντζαρος. Τι άλλο θα ήτο λοιπόν; θα ήτον άνθρωπος, χωρίς άλλο.

Πώς πιστεύομεν ότι η όψις των όπλων επηύξησε το πολεμικόν μένος του Αχιλλέως εναντίον των Φρυγών και όταν εφόρεσε και εδοκίμασε την πανοπλίαν έγινεν ορμητικώτερος και ακράτητος εις την επιθυμίαν του πολέμου, και δεν θα παραδεχθώμεν ότι το κάλλος του περιβάλλοντος δεν συντελεί εις την διέγερσιν των ρητορικών χαρισμάτων; Εις τον Σωκράτην ήτο αρκετόν να κάθεται υπό πλάτανον ωραίον επί χλόης πυκνής και πλησίον πηγής διαυγούς παρά τον Ιλισσόν διά να ευρίσκη την ειρωνείαν την οποίαν εξέχυνεν εναντίον του Φαίδρου του Μυρνουσίου και να ελέγχη τα ρητορικά ελαττώματα του Λυσίου.

Ησθάνετο προς τα όργια εκείνα αποστροφήν και αηδίαν. Η αισχύνη τον έπνιγεν· εχρειάζετο αήρ εις το στήθος του. Εδοκίμασε να προχωρήση ολίγα βήματα και είδε να ορθούται ενώπιόν του γυναικεία βαθύπεπλος μορφή. Δύο χείρες έψαυσαν τους ώμους του και διάπυρος φωνή εψιθύρισε: — Σε αγαπώ!. . Έλα! Κανείς δεν θα μας ιδή· σπεύσε. Ο Βινίκιος εξύπνησεν ως εξ ονείρου. — Ποία είσαι;

Χωρίς να δώση προσοχήν εις τους δύο ανθρώπους ή εις την κραυγήν των, απήλθεν εις την οικίαν εν η έμενε· και μόνον αφού Τον ηκολούθησαν εντός της οικίας, εδοκίμασε την πίστιν των διά της ερωτήσεως. «Πιστεύετε ότι δύναμαι τούτο ποιήσαιΕκείνοι απήντησαν, «Ναι, Κύριε». Τότε έψαυσε τους οφθαλμούς των λέγων, «Κατά την πίστιν υμών γενηθήτω υμίν». Και οι οφθαλμοί των ηνοίχθησαν.

Λέξη Της Ημέρας

συνέπειαι

Άλλοι Ψάχνουν