United States or Ghana ? Vote for the TOP Country of the Week !


Φρύγανον , φύλλα, κλαδίσκοι, σχίζαι, όταν αναμεμιγμένα παραδίδωνται εις το πυρ. Επέρασε απ' το νου του Φτωχή, κακογεράματη, κ' η δύστυχή του η μάνα Μην έρθη ώρα για ψωμί το χέρι της ν' απλώση. σ. 252 Η μήτηρ του Διάκου προ ολίγων μόνον ετών ετελεύτησε. Καθ' ην δα έλαβον διαβεβαίωσιν, ο ηρωισμός του υιού της αντημείφθη διά ισοβίου δωδεκαδράχμου συντάξεως!!!

Μου λέγουν ότ' ηκούσθησαν εις τον αέρα θρήνοι, κραυγαί θανάτου φοβεραί, ωσάν να προμηνύουν ελεεινήν καταστροφήν κι' ανήκουστα συμβάντατην δυστυχή πατρίδα μας. Κ' η Γη, καθώς μου είπαν, είχε κι' αυτή παροξυσμόν και έτρεμε! ΜΑΚΒΕΘ Αλήθεια, ήτο αγρία η νυκτιά! ΛΕΝΩΞ Η νεαρά μου μνήμη δεν ενθυμείται 'σάν αυτήν να ξαναείδε άλλην. ΜΑΚΔΩΦ Ω! Φρίκη! Φρίκη!

Τον ακόλουθο χρόνο τον επεράσαμε πλέον ήσυχα. Έβλεπα μόνο τη γυναίκα μου ν' αναστενάζη κόπτοντας μεγαλείτερα κομμάτια ψωμί εις τα παιδιά που μας απόμεναν. Εσυλλογούνταν η δύστυχη πως το παραπάνω ήταν το μερδικό των αποθαμμένων. Η κόρη μας είχε μεγαλώση και έφθασε στην ωμορφιά της μάννας της, καθώς που ήταν τον καιρό που σ' εξετρέλλαινε στη Σύρα.

ΗΡΑΚΛΗΣ Ω συ καρδιά μου, που έκαμες τόσα και τόσα ως τώρα και χέρι εσύ, ήρθε ο καιρός να δείξετε ποίος είναι εκείνος που εγέννησεν η Αλκμήνη από τον Δία κάτω από την Τίρυνθα, η κόρη του Ηλεκτρυόνος. Γιατί πρέπει να σώσω εγώ την δύστυχη γυναίκα που προ ολίγου επέθανε, και να την φέρω πάλι στο σπίτι της, στον Άδμητο, και χάρι να του κάμω.

Κιαπόι, εξηκολούθησεν η Σαϊτονικολίνα, δεν τήνε λυπάσαι την κακομοίρα την Πηγή; σαυτήν εξεθύμανεν εκείνη την ημέρα ο βάρβαρος ο Στρατής· κιαπό τότε κλαίει απαρηγόρητα η δύστυχη για την προσβολή που σούκαμ' αδερφός τση.

Θαρρείς και η ψυχρά θέα της χιόνος, ην με τόσην περιπάθειαν έβλεπε προ μικρού, εζωντάνευσε μυστηριωδώς, και κρυσταλλωμένη τον ερράπισε τον δυστυχή φιλάργυρον. — Έρμαις εληαίς! εψιθύρισε. Τέλος πάντων ο άνθρωπος ποτέ δεν απομένει ευχαριστημένος εις αυτόν τον παληόκοσμον! Κερδίζομεν από την μια μεριά τα έξοδα του φούρνου, χάνομεν από την άλλη τα δέντρα κ' έχουν μαξούλι ακόμη. Έρμαις εληαίς!

Μη εύχεσαι ν' ακούσης εις την κατοικίαν σου την ποθητήν φωνήν του ομιλούντος υιού σου· συμφερότερον σε είναι να μένη άλαλος, διότι θα ομιλήση πρώτην φοράν εις ημέραν δυστυχή

Αποσπάσας λοιπόν εκ του σώματος του υιού του το ξίφος είπε• Προ ολίγου με εφόνευσες, τώρα δε ανάπαυσε με, ξίφος, και δόσε παρηγορίαν εις πατέρα πενθούντα, με γεροντικήν χείρα δυστυχή συνεργάσθητι και σφάξε, τυραννοκτόνησε και από την θλίψιν απάλλαξε. Είθε να σε συνήντων πρώτος εγώ και να επρολάμβανα να φονευθώ πρώτος.

Στοχασθήτε αυτήν την βασίλισσαν, η οποία στέκει καθήμενη εις εκείνο το θρονί, ακολούθησεν ο Ορμώζ· είδετε σεις πράγμα πλέον ωραίον; δεν φαίνεται ότι η φύσις έλαβε την ευχαρίστησιν να δώση εις τον κόσμον ένα υποκείμενον τόσον ευγενικόν; αυτή είνε εκείνη η ποθεινοτάτη βασίλισσα, που μου προξενεί το βάσανον· αυτή είνε εκείνη που με κάνει δυστυχή.

« Φθάνωτη βρύσι· η άμοιρη » Δεν πρόφθασατο ένα, «'Σ το ένα δέξιο της πλευρό » Για να κυτάξω, και νεκρό » Τον είδα· Ωιμένα!...» « Ω! 'σάν τρελλή ερρίχτηκα. «'Στά στήθηα του απάνω. » Τα ξεθλυκόνω. Τι να ιδώ; » Αχ!..αίμα αρχίνησα ζεστό » Σ τα χέρια μου να πιάνω.» « Προσπάθησα η δύστυχη, » Πνοή για να του δόσω «'Σ το στόμα του με τα φιλιά, » Δεν 'μπόρεσα ουδέ λαλιά » Για να του ξεστομώσω