Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 14 Ιουνίου 2025


Αρμάθιαζε, ξαρμάθιαζε, τα κρέμαε 'ςτό λαιμό της. Και 'ςτόν καθρέφτη εκύτταζε, κ' έλεγε με τον νου της. — Μάτια μου μαύρα και γλυκά και ζαχαρένιο στόμα, Κυπαρισσένιο μου κορμί κι' ολόχρυσα μαλλάκια, Δαχτυλιδένια μέση μου κι' αφροπλασμένα στήθη.

Σκέψεις σατανικαί, πειρασμοί ξηροί περιετριγύριζον όλον τον εσωτερικόν άνθρωπον. Προς στιγμήν, εις την λάμψιν της λυχνίας, ως όφις ζωντανός, έλαμψεν η χρυσή άλυσις του ωρολογίου του, εις τους δακρυσμένους της Θωμαής οφθαλμούς· όφις ολόχρυσος, όφις ελισσόμενος εκεί επί του στήθους του Λαλεμήτρου, ως θέλων κάποιον να δήξη εκεί, κάποιον να φαρμακώση γλυκά και χρυσά ως η απιστία.

Κι' αυτή όλο μ' ευχαριστούσε και μου χαμογελούσε γλυκά, κ' εγώ, αμίλητος πάντα, όλο ανατρίχιαζα γλυκότερα μέσα μου. Κάποτε τη ρώτησα στο δρόμο να μου ειπή πού χτύπησε. — Πουθενά, μώλεγε αυτή συμπαθητικά. Αλλ' από τ' αλαφρό σούφρωμα τ' ώμορφου προσώπου της κι από το συχνό βάλσιμο του χεριού της στη μέση, κατά τα νεφρά, ένοιωθα 'γώ ότι χτύπησε κι ότι πονούσε και τόκρυφτε. Όσο που της είπα μια φορά.

Δεν άφηνε μικράν κουκουβάγιαν να μεγαλώση, διά να μη λαλούν την νύκτα απαισίως εις τους βράχους. Αν έπεφτε μικρός γλάρος εις τα χέρια του, του έκοφτε τα φτερά, κ' εζητούσε να μάθη απ' αυτόν την τέχνην, πως να καταπίνη, χωρίς να μασσά τα μικρά γλυκά, όσα κατώρθωνε να κλέπτη από τον Βασίλην τον Καραμελάν. Η θαλασσία εκδρομή έμελλε να διαρκέση 48 ώρας ή το πολύ τρεις ημέρας.

Ονειροθεμελιώνει με αγάπη και στοργή μέσα στη γέρική της υπνοφαντασιά παλάτια αρμονικά· ασύγκριτα τα χτίζει και περικλεί στα αθώρητα τα βάθη τους μια ζωή πανώρια, ονειρεφτή, για την αφρόπλαστην την κόρη της, μέσα σε άφτονα αγαθά και πλούτη ανιστόρητα και αφάνταστα. Λογιάζει και ονειρέβεται η γριά γλυκά.

ΒΑΓΚΟΣ Και το πετροχελίδονον — ο πτερωτός μας ξένος που έρχεται την άνοιξιν καιτους ναούς φωληάζει. — αυτό ακόμη μαρτυρεί με τα κτισίματά του ότ' η πνοή των ουρανών γλυκά εδώ μυρίζει. Δεν έχει σκέπης εξοχήν, δεν έχει κορωνίδα, δεν έχει τοίχου στύλωμα, γωνιάν δεν έχει, όπου να μη κρεμνιέτ' η κούνια του και κλίνη των παιδιών του.

Όταν επρόσφερεν εις το μικρόν ζώον το στόμα της, αυτό εκόλλησε με τόσην χάριν εις τα γλυκά της χείλη, ωσάν να αισθάνετο την ευδαιμονίαν που απήλαυε. — Θα σας φιλήση και σας, είπε, και διεύθυνε το πτηνόν προς εμέ. Το ράμφος εφέρθη από το στόμα της εις το ιδικόν μου, και το τσίμπημά του ήτον ως πνοή, προαίσθησις ερασμίας αποφάνσεως.

Βλέπεις πως ύστερ' απ' αυτή τη δουλιά μήτ' εκείνες πια τους αποφεύγουν, μήτ' εκείνοι κουράζονται κυνηγώντάς τες, παρά από δω και πέρα, σαν να δοκιμάζουνε την ίδια γλύκα, βόσκουνε μαζί; Πολύ γλυκιά, καθώς φαίνεται, είναι η δουλιά και νικάει την πίκρα του έρωτα.

Τώρα που σα συνεπαρμένος απ' τη γοητεία της φεγγαρίσιας ευτυχίας είχε γείρει στον κόρφο της να κοιμηθή, τώρα τον κύτταζε άφοβα, τώρα τον φιλούσε όλονε με τα πρωτοξύπνητα γυναικεία μάτια της, τον άντρα τον αγαπημένο. Τι ζεστά που μύριζαν τα γλυκά μαλλιά του! σαν κάτι ζωντανό και δυνατό που της ήτονε φόβος μαζί και λαχτάρα.

Και μόνο τη γαλήνη της αφίνει να συρθή ίσκιος ατή ράχη ρόδινος και στην πλαγιά ν' απλώση και μόνο την ανάσα της σκορπίζει να χυθή το ράθυμο το δειλινό γλυκά να βαλσαμώση. Με το νερό στα βάθη σου, βουνό, που αργοκυλά και με το πεύκο, ολόγυρα το δάσος που το κλείνει και τον αέρα χαίρεται που φτάνει από ψηλά και στα κλαδιά του χύνεται κύμα και φλοίσβος σβήνει·

Λέξη Της Ημέρας

αναστασίας

Άλλοι Ψάχνουν