Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 29 Ιουνίου 2025


Και ύψου την φωνήν, κ' έτεινε τον λαιμόν, και προέτεινε το στήθος, ατενώς βλέπων προς το έρημον πέλαγος, και διώρθου τα ιστία, και μετέστρεφε το πηδάλιον, κ' εχαλάρου τα σχοινία, και έτεινεν άλλα, στερεών τα υψηλότερα πανία άτινα, ως μετέωρα, μετά δεινού πατάγου εκτυπούσαν, ως πτέρυγες ορνέων παμμέγισται, του εφαίνοντο.

Ετόλμησεν άπαξ να είπη ο πτωχός αστυνόμος, βλέπων ότι το αστείον του πείραμα εκινδύνευε να γείνη σοβαρά του βαλαντίου του τραγωδία. Αλλά πού να πνιγή ο λύκος! Εκείνος δεν έτρωγε· κατέπινε.

Ο Παπά-Κονόμος καθήμενος εις το στασιδάκι του και βλέπων γύρω όλα αυτά εξεπλήττετο, ιδίως διά την καθαριότητα του ναΐσκου· και διελογίζετο: — Ποιος να κυττάζη τώρα το ερημικόν αυτό εκκλησιδάκι οπού τόσον το αγαπούσεν η Κουκκίτσα μου; Ούτε μια λαδιά κάτω εις της πλάκαις. Ποιος ανάπτει τα κανδηλάκια του τώρα και ποιος τα πλύνει οπού είναι τόσον διαυγές το γυαλί των;

Δεν είνε άραγε τρόπος; διανοείται ο Περδίκης, και γίνεται αυτός μεν σκεπτικώτερος, το δε βήμα του βραδύτερον. Περικάμπτει ούτω το αγγλικόν νεκροταφείον, φθάνει εις το απέναντι αυτού μικρόν καφενείον, και βλέπων, ότι τα τραπέζιά του είνε εντελώς έρημα, κάθηται αυτομάτως εις έν εξ αυτών. Ο Περδίκης τρελαίνεται διά ναργιλέν· αλλ' ουδέ καν συλλογίζεται να τον διατάξη.

Με το ξύλινον ποδάρι του στηριζόμενος εις δύο ραβδία περιήρχετο όλας τας οδούς των Αθηνών καθ' εκάστην, μανθάνων όλα τα νέα και βλέπων όλα τα περίεργα, ενώ εξ άλλου έχων τετραγωνικόν νουν εις μίαν μεγάλην τριγωνικήν κεφαλήντην βάσιν προς τάνω και την κορυφήν προς τα κάτω — , έκρινεν ευφυώς και ασφαλώς, άλλος Γέρω- Νίκος του Πηλίου, έξω εκεί εις τα Σεπόλια, ο Ξυλόσοφος αποκαλούμενος διά τα ξύλα ίσως όπου έφερεν επάνω του, τον ένα πόδα και τα δύο ραβδία.

Κρίνομεν δηλαδή και μορφούμεν γνώμην περί αυτού. «Αλλά κατά την δόξαν, οτιδήποτε δοξάζομεν, πάντοτε έχομεν &συνείδησιν& ότι δοξάζομεν. Δεν είναι λοιπόν έργον της δόξης τα ενύπνια. Συνάμα δε είναι φανερόν ότι ουχί παν ό,τι φανταζόμεθα εν τω ύπνω είναι όνειρον. Αλλά, όταν μεν τις βλέπων τι δεν νοή ότι τούτο όπερ βλέπει είναι όνειρον, τούτο είναι ενύπνιον. Γίνονται δηλ. και πράξεις του νου.

Και ο Μάκβεθ επίσης, κατ' αρχάς βλέπων την μάχαιραν εννοεί ότι είναι ανύπαρκτος η πλάνη, αλλά βαθμηδόν εξαπτόμενος προβαίνει μέχρι τελείας φρεναπάτης. Ο Βάγκος δολοφονείται κατ' εντολήν του, τον δε φόνον του πληροφορείται εν μέσω του συμποσίου, εις το οποίον είναι προσκεκλημένος και ο φονευθείς.

Εκπλαγείς ο Καμβύσης δι' όσα ήκουσεν, έπεμψεν άγγελον και τον ηρώτησεν ως ακολούθως· «Ο δεσπότης Καμβύσης, ω Ψαμμήνιτε, σε ερωτά διατί, βλέπων την θυγατέρα σου ταλαιπωρουμένην και τον υιόν σου φερόμενον εις θάνατον, ούτε ανεβόησας, ούτε έκλαυσας, ενώ εξεναντίας ετίμησας άνθρωπον πτωχόν, όστις, ως μανθάνει παρ' άλλων, ουδεμίαν συγγένειαν έχει μετά σουΤαύτα είπεν ο απεσταλμένος, ιδού δε τι απεκρίθη ο Ψαμμήνιτος· «ω υιέ του Κύρου, αι ίδιαί μου δυστυχίαι είναι μεγαλείτεραι ή ώστε να κλαύση τις, η δυστυχία όμως του φίλου μου ήτο αξία δακρύων, διότι από τον πλούτον και την ευδαιμονίαν περιέπεσεν εις την ένδειαν φθάσας εις τον ουδόν του γήρατοςΟι λόγοι ούτοι διαβιβασθέντες εις τον Καμβύσην εφάνησαν ορθότατοι.

Διά να προλάβη λοιπόν το πράγμα και διά ν' αποφύγη την οποίαν η διαίρεσις του στρατεύματός του ημπορούσε να επιφέρη βλάβην, βλέπων συγχρόνως ότι καθήμενος εις Δομπραίναν, ενώ δεν ηδύνατο να καταστρέψη, τους εχθρούς, έδιδεν υποψίαν εις τους κατοίκους διά της αργοπορίας του ότι δεν ήτον εις κατάστασιν να προβή, επειδή τελευταίον εξέλιπον διόλου και αι τροφαί, απεφάσισε ν' αναχωρήση διά να ενωθή με το λοιπόν σώμα και με τους επαναστατήσαντας στρατηγούς Ρούκην και Δυωβουνιώτην.

Εν τούτοις ο Τρέκλας, βλέπων το ανωφελές της καταδιώξεως, μετέβαλε τακτικήν, και επανελθών εις τον μύλον εκάθισε και ήρχισε να πλέκη το καλάθιον. Ο Χόμο, μη ων πανούργος, ενόμισεν ότι ο θυμός του παρήλθε, και επέστρεψε προς αυτόν σείων την ουράν. Αλλά τότε ο Τρέκλας αρπάζει αιφνιδίως τον Χόμο από του λαιμού και τον έτυπτεν ασπλάγχνως. Και όμως ο κύων δεν εμνησικάκει.

Λέξη Της Ημέρας

βαρδαλάαας

Άλλοι Ψάχνουν