Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 23 Ιουνίου 2025


Ο Βινίκιος παρετήρησε τον Πετρώνιον με εμβρόντητον ύφος και έπειτα, είπε: — Συγχώρησέ με, την αγαπώ, και ο έρως μου ταράσσει το πνεύμα. Θαύμασέ με, Μάρκε. Προχθές ιδού τι είπα εις τον Καίσαρα: «Ο ανεψιός μου Βινίκιος είναι ερωτευμένος με μίαν αδύνατον κόρην διαμένουσαν εις του Αούλου.

Αυθέντα, είπεν ο Χίλων η κόρη ευρίσκεται υπό ισχυράν προστασίαν. Είναι αυτή, και ο μέγας Απόστολος μαζή της! Ήρχιζε να εξημερώνη. Το λυκαυγές εχρωμάτιζε δι' ωχρού χρώματος τας επάλξεις των τειχών. Ο Βινίκιος δεν έπαυε να παρακολουθή διά των οφθαλμών το εύκαμπτον ανάστημα της Λιγείας.

Εάν δεν πράξω ούτω ας με μαστιγώσουν εις αυτό εδώ το μέσαυλον. — Ας μη γίνη αυτό, αυθέντα, ανέκραξεν ο Χίλων, διότι θα μας λιθοβολήσουν και τότε εις τι θα μας χρησιμεύση η δύναμίς του; Δεν είναι καλλίτερον να συλλάβη την κόρην, όταν θα επιστρέψη εις την οικίαν της και να μη εκθέση μήτε αυτήν μήτε ημάς; — Ούτω να γίνη Κρότων, είπεν ο Βινίκιος. — Συ πληρώνεις, συ προστάζεις· απήντησεν ο Κρότων.

Μάλιστα, ο Βινίκιος είπεν ότι θα στείλη να με ζητήση, σήμερον μάλιστα. Αλλά είσαι αγαθή, και θα με ευσπλαχνισθής. Κύψασα έψαυσε το κράσπεδον της εσθήτος της Ποππέας, και επερίμενε με πάλλουσαν καρδίαν. Η Ποππέα την παρετήρησε με κακόβουλον μειδίαμα και είπεν: — Τότε, σου υπόσχομαι ότι σήμερον μάλιστα θα είσαι δούλη του Βινικίου. Και απεμακρύνθη ως οπτασία, γόησσα και κακοποιός.

Ο Άουλος επανήλθεν εις τον οίκον του με μικράν ελπίδα. Καθησύχασε την Πομπονίαν και αμφότεροι ανέμενον νέα από τον Βινίκιον. Παρήλθον ώραι. Περί την εσπέραν ήκουσαν να κρούεται η θύρα. Είς δούλος εισήλθε και ενεχείρισεν επιστολήν εις τον Άουλον. Η επιστολή έλεγε τα εξής: «Μάρκος Βινίκιος Αούλω Πλαυτίω, Χαίρειν.

Πιστεύω το μέσον αλάνθαστον . . . — Σε ακούω. — Λοιπόν εντός ολίγων ημερών η θεσπεσία Λίγεια θα γεύεται εις την οικίαν σου τον καρπόν της Δήμητρος. — Είσαι μεγαλείτερος από τον Καίσαρα! ανέκραξεν ο Βινίκιος. Τω όντι ο Πετρώνιος ετήρησε την υπόσχεσίν του.

Ο Γερμανός Γύλων, γηραιός δούλος, όστις είχε χρησιμεύσει ως βοηθός τροφού εις τον Βινίκιον, και τον οποίον ούτος είχε κληρονομήσει από την μητέρα του, τοις είπε: — Θα αναγγείλω το πράγμα, ναι· αλλά θα υπάγωμεν όλοι μαζύ, ώστε η οργή του να μη πέση επ' εμού και μόνου. Εν τω μεταξύ ο Βινίκιος έχανε την υπομονήν του.

Πώς θα πληρωθή δυσωδίας η Ρώμη! . . . Και όμως θα είναι ανάγκη να επανέλθω διά τους αγώνας τους θέρους. Αποτόμως ο Τιγγελίνος είπε: — Καίσαρ, όταν αποπέμψης τους Αυγουστιανούς, επίτρεψόν μοι να μείνω μόνος μίαν στιγμήν μετά σου. Μετά μίαν ώραν, ο Βινίκιος επέστρεφεν εκ της αυτοκρατορικής επαύλεως μετά του Πετρωνίου. — Μου επροξένησες στιγμήν τρόμου, είπε.

Τότε αύτη θα εχάνετο οριστικώς. Εάν οι Άουλοι την εδέχοντο, ο θάνατός των ήτο βέβαιος. Έπρεπε να εκλέξη μεταξύ του ολέθρου των Πλαυτίων και του ολέθρου εαυτής. — Ακτή, είπεν εν απελπισία η κόρη, ήκουσες τι έλεγεν ο Βινίκιος; Ότι ο Καίσαρ με έκαμε δώρον εις αυτόν και ότι απόψε θα στείλη τους δούλους του να με ζητήσουν και να με φέρουν εις την οικίαν του. — Ήκουσα, είπεν η Ακτή. — Ποτέ!

Ναι, έχω ένα, απήντησεν ο Βινίκιος. Εις τα όρη, παρά την Καριόλαν, έχω ένα άνθρωπον ασφαλή, όστις με εβάστασεν εις τους βραχίονάς του όταν ήμην παιδίον, και όστις μου είναι πάντοτε αφωσιωμένος. Ο Πετρώνιος του έτεινε τας πινακίδας. — Γράψε του να έλθη αύριον. Θα στείλω αμέσως ταχυδρόμον, είπε, και απήλθε μετά του Ναζαρίου.

Λέξη Της Ημέρας

πνευματωδέστερος

Άλλοι Ψάχνουν