United States or Ecuador ? Vote for the TOP Country of the Week !


Τριστάνε, λέει η Βασίλισσα, δεν παρασταίνουν οι θαλασσινοί πως ο πύργος του Τινταγκέλ είναι στοιχειωμένος, κι' ότι με μάγια δυο φορές το χρόνο, το χειμώνα και το καλοκαίρι, χάνεται και φεύγει από τα μάτια; Τώρα έχει χαθή. Αυτός δεν είναι ο θαυμάσιος κήπος για τον οποίο μιλάνε τα τραγούδια της άρπας; τοίχος από αέρα τον κλείνει απ' όλες της μεριές. Δέντρα ανθισμένα, χώμα που μυρίζει μαγευτικά.

Δεν είν' καιρός που μιαν κραυγήν να ήκουα την νύκτα, επάγοναν τα μέλη μου, — που ένα παραμύθι να μου ορθώση τα μαλλιάτην κεφαλήν 'μπορούσε, ως να εζωντάνευαν! — Εχόρτασ' από φρίκην, οι ιδικοί μου λογισμοί συνείθισαν τον τρόμον, εις το εξής δεν ημπορεί να με 'ξιππάση πλέον! ΣΕΥΤΩΝ Η βασίλισσα, αυθέντα σεβαστέ μου, απέθανε.

Τότε ο βασιλεύς εζήτησε την γνώμην του Αλή, και όλων των άλλων που ήσαν εκεί το τι τους φαίνεται, και ποία στοχάζονται ότι να είνε η αληθινή; Όλοι ομοφώνως απεφάσισαν ότι εκείνη που ευρέθη εις την κλίνην με αυτόν, εκείνη είνε η βασίλισσα, και εγώ πώς ήμουν η μάγισσα· και απεφάσισαν να με κάψουν.

Εις ταύτα τα λόγια, που ο βασιλεύς Αϊδήν έλεγεν, η Χαλιμά επρόσπεσεν εις τους πόδας του, και φιλώντας τους, με τρυφερότητα, έδειχνε την ζωντανήν χαράν, και την ηδονήν, που ησθάνετο και εδοκίμαζεν εις τον θρίαμβόν της, που απόφυγε τον θάνατον και εκηρύχθη βασίλισσα καθώς επιθυμούσεν.

Την ιδίαν ημέραν εστέφθη ως Αυγούστα, δηλαδή βασίλισσα και αυτοκράτειρα, και η μνηστή του Φαβία, μετονομασθείσα Ευδοκία. Την ιδίαν ημέραν έλαβαν αμφότεροι παρά του Πατριάρχου και τους στεφάνους του γάμου. Ούτω κατά το φθινόπωρον του 610 μ. Χ. ανήλθεν εις τον θρόνον του Βυζαντίου ο Ηράκλειος. Γ'. — Τα μέχρι της πρώτης εκστρατείας του Ηρακλείου.

Και κανένας πια δε χώρισε τον βασιλέα απ' τη βασίλισσα.... Αυτή είναι η θλιβερή η ιστορία της βοσκοπούλας με τα μαργαριτάρια, που μοιάζει σαν παραμύθι και παραμύθι δεν είναι. Ξαπλωμένος στον ήσκιο μιας καρυδιάς, μέσα στην άψη του Θεριστή, την άκουσα βαθιά στο κατάχνιασμά μου. Η φωνή που μου την ανιστόρησε ήτανε γλυκεία, μακρυνή και σβυσμένη.

Στοχασθήτε αυτήν την βασίλισσαν, η οποία στέκει καθήμενη εις εκείνο το θρονί, ακολούθησεν ο Ορμώζ· είδετε σεις πράγμα πλέον ωραίον; δεν φαίνεται ότι η φύσις έλαβε την ευχαρίστησιν να δώση εις τον κόσμον ένα υποκείμενον τόσον ευγενικόν; αυτή είνε εκείνη η ποθεινοτάτη βασίλισσα, που μου προξενεί το βάσανον· αυτή είνε εκείνη που με κάνει δυστυχή.

Κ' έπειτα αν ο Βασιλιάς ήθελε να επιτρέψη να μείνω στην υπηρεσία του, θα τον υπηρετούσα με μεγάλη τιμή σαν κύριό μου και σαν πατέρα μου. Κι' αν προτιμούσε να με διώξη και να σας κρατήση, εσάς, θα πήγαινα στη Βρεττάνη με τον Γκορνεβάλη για μόνο μου σύντροφο. Μα όπου κι' αν πήγαινα, Βασίλισσα, παντού και πάντοτε, θάμενα δικός σας.

Στο δωμάτιο της, η Ιζόλδη η Ξανθή είναι καθισμένη και τραγουδάει σιγανά κάποιο θλιβερό ερωτικό τραγούδι. Λέει πώς έπιασαν ξαφνικά και σκότωσαν τον Γκουρόν για την αγάπη της γυναίκας που αγαπούσε πειο πολύ από κάθε τι στον κόσμο· και πώς με δόλο ο κόμης έδωσε την καρδιά του Γκουρόν στη γυναίκα του να τη φάη, και τη λύπη αυτηνής. Γλυκά τραγουδάει η Βασίλισσα, κανονίζοντας τη φωνή της με την άρπα.

Την ηύρε μοναχή και της είπε: «Βασίλισσα, ο Τριστάνος είναι εδώ. Τον είδα στον παραμελημένο δρόμο πώρχεται από το Τινταγκέλ. Τρεις φορές τον κάλεσα να σταθή, ξορκίζοντάς τον στ' όνομα της Ιζόλδης της Ξανθής. Μα τον είχε πιάσει φόβος, και δεν τόλμησε να με περιμένη. — Ψέμματα και τρέλλες λέτε, ωραίε άρχοντα.