Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 15 Μαΐου 2025


Και τότε ο γοργοπόδαρος της απαντά Αχιλέας 215 «Ας γίνει ο λόγος σας, θεά! κιας είμαι έτσι πνιγμένος απ' το θυμό κατάκαρδα, τι πιο καλά να γίνει· αν τους θεούς ακούς, κι' αφτοί σού συχνακούν τον πόθοΈτσι είπε, και σταμάτησε τη σταλωμένη χούφτα πας στ' αργυρό σπαθόχερο και μέσα στο φηκάρι έσπρωξε πάλι το σπαθί, με δίχως ν' απιθήσει 220 στον ορισμό της Αθηνάς.

Και μες στη μέση, όθ' άπειροι χτυπιούνταν, τόνε στέλνει. Ζούσε ένας πλούσιος άρχοντας στην Τριά, κάπιος Δάρης, Ηφαιστολειτουργός, κι' αφτός είχε διο γιούςΝιδιόνε 10 τους λέγαν και Φηγιάκαλούς σε πάσα μάχης είδος. Βγήκανε τότε αφτοί μπροστά και τούπεσαν απάνου, αφτοί οχ τ' αμάξι, και πεζός ξεκίνησε ο Διομήδης.

Στην πρώτη την παραμικρή αφορμή που θάδιναν μεταξύ τους οι κατάδικοι, συνάφορμα αφτός πως θα τους ησυχάση, έπαιρνε πέντε έξη άντρες με τα όπλα τους κ' επήγαινε μέσα στα φοβερά μπουντρούμια. Το σκοινί στη βούτα να μαλακώση. Άνοιγμα ένα, ένα τα δωμάτια. Ο τάδε και ο τάδες φυλακισμένοι, αθώοι αφτοί στην αναμεταξύ τους ταραχή αλλά για να πληρώσουν την αναφορά που υπόγραψαν, να βγουν όξω.

Είπε, κι' ο γέρος σκιάχτηκε και κράζει στους συντρόφους να ζέψουν τ' άλογα· κι' αφτοί τα ζέβουν χέρι χέρι. 260 Απάνου τότε ανέβηκε και τα βοϊδήσα γέμια τέντωσε πίσω, κι' έπειτα στο πλουμισμένο αμάξι ανέβηκε ο Αντήνορας του βασιλιά από δίπλα· και μέσα απ' τη Ζερβόπορτα τραβάν κατά τον κάμπο.

Μα που μπορούν αφτοί να με καταλάβουν; Κανένας τους δεν αγάπησε σαν και μένα. Τα χαρούμενα, τα χρυσά, ταθώα της, τα καλά της τα μαλλιά, πως έλαμπαν εκεί κάτω, στο περιβόλι, όταν την είδα πρώτη φορά με την αδερφή μου μαζί, που περπατούσε πλάγι πλάγι η Λέλα με την Ελένη! Τα μαλλιά σου, να τα φιλήσω, γιατί λιώνει η καρδιά μου, μόνο που τα θυμούμαι.

Έτσι λοιπόν τους πρόσταζε και πίσω τους βαρούσε, και πάλι αφτοί στη συντυχιά προστρέχανε απ' τα πλοία κι' απ' τις καλύβες με βουή, παρόμια σαν το κύμα του πολυτάραχου γιαλού, που σ' ακρογιάλι απάνου μεγάλο κοματιάζεται κι' η θάλασσα μουγκρίζει. 210

Όρμησε τότες ο γιος τ' Ατρέα σα λύκος, κι' απ' τ' αμάξι αφτοί τόνε περικαλούσαν 130 «Πάρε μας έτσι ζωντανούς και δε θα μετανιώσεις, τ' Ατρέα γιε! Έχει θησαβρούς μεγάλους, κι' έχει πλούτηχαλκό, χρυσάφι, σίδερο δυσκολοδουλεμένοστου μυριοπλούσιου μας γονιού, στον πύργο τ' Αντιμάχου· για ξαγορά μας άπειρα θα σου μετρήσει ο γέρος, αν μάθει ακόμα ζωντανούς πως μας κρατούν στα πλοία135

Τι πριν ο Αχιλέας δε θα μας βλάψειμούταξε σα μ' έστελνε απ' τα πλοία780 πριν η δωδέκατη η αβγή γλυκοχαράξει πρώταΕίπε, κι' αφτοί στα κάρα τους τα βόδια και μουλάρια ζέβουν, και χέρι χέρι ομπρός μαζέβουνται στη χώρα.

Έτσι είπε, και τ' αγρίκησε το λόγο ο Αγαμέμνος, και τους διαλαλητάδες του προστάζει εφτύς να κράξουν στον πόλεμο τους Αχαιούς με τις θρεμένες χήτες· κι' αφτοί λαλούσαν, κι' έτρεχε το πλήθος χέρι χέρι.

Αφτοί φορούσαν τ' άρματα στου Δομενιά τριγύρω· αφτός σαν άγριο ατρόμητος καπρί μ' ομπρός τους πρώτους, πίσω ο Μηριόνης τους στερνούς του γκάρδιωνε ανομάτους.

Λέξη Της Ημέρας

αύξαναν

Άλλοι Ψάχνουν