United States or Bolivia ? Vote for the TOP Country of the Week !


Ερώτησε αν συνέβηκε τίποτε, και αυτή αποκρίθηκε γρήγορα: «Ο Βέρθερος χθες το βράδυ ήταν εδώ». Ερώτησε αν ήρθαν γράμματα, και αυτή αποκρίθηκε πως ήτανε στο δωμάτιό του μερικά δέματα και γράμματα. Επήγε εκεί και η Καρολίνα έμεινε μόνη της. Η παρουσία του ανδρός, που αγαπούοε και τιμούσε συγχρόνως, είχε κάνει νέα εντύπωσι στην καρδιά της.

Όχι, κύριοι, να με συμπαθάτε· τα λόγια μου δεν είνε για σας· αποκρίθηκε ο Δημητράκης, βγάζοντας το καπέλλο και σφίγγοντας το χέρι τους φιλικά. Τυμβωρύχοι ναι· μα τυμβωρύχοι καλόβουλοι. Δε θέλετε να κλέψετε παρά να σώσετε ό,τι απόμεινε μέσα στα βιβλία μας. Φροντίζετε για την επιστήμη σας κ' είστε αξιέπαινοι. Θαυμάζω την προσπάθειά σας με όλη μου την ψυχή.

Του έκανε μερικές ερωτήσεις, στις οποίες σύντομα αποκρίθηκε και εκάθησε στο γραφείο του για να γράψη. Εκάθησαν έτσι μια ώρα μαζί και περισσότερο, σκοτάδι ολοένα γέμιζε τη ψυχή της Καρολίνας.

Ναίσκε, αγά, αποκρίθηκε ο Σιφογιάννης κέτρεμε περισσότερο. — Το ζιμιός εσύ δεν είσαι καλός χριστιανός. — Δεν είμαι, πρέπει, αγά. — Σα δεν είσαι καλός Ρωμιός, θα σε κάμω Τούρκο. Ο Σιφογιάννης έκαμε να παρακαλέση, αλλ' από την τρομάρα του τραύλιζε: — Για το Θεό, αγά...και να χαρής τα παιδιά σου...

Κ' έκλεισε τα μάτια κι από τα βλέφαρά της τρέξανε δάκρια. — Θα ξαναγίνουμε άλλη μια φορά ευτυχισμένοι, είπα και πήρα τα λόγια της σα μιαν υπόσχεση. — Ναι, ναι, αποκρίθηκε γοργά. Το καλοκαίρι. Με άκουγε κει που της μιλούσα για τις χαρές της νιότης μας και για τα νησιά, που μας είτανε το πιο αγαπημένο μέρος για το καλοκαίρι.

Το ψηλό το κυπαρίσσι, που έβλεπε πίσω απ' το βουνό, το μεγάλο κάμπο, αποκρίθηκε: — Το χορτάρι που πατεί γίνεται κόκκινο απ' το αίμα των ποδαριών του μα περπατάει ακόμα. Ύστερα τον έχασε και το ψηλό το κυπαρίσσι, που έβλεπε το μακρυνό κάμπο. Και είπανε όλα τα δένδρα μαζή και τα λουλούδια κ' οι κύκνοι: — Τι να γίνεται το δυστυχισμένο το βασιλόπουλο!...

Αυτό πολύ εσυγκίνησε τον Αντώνη και καθώς ήταν ευαίσθητος, μια μέρα που την ηύρε μονάχη, της είπε πως την αγαπά τόσο, που δε ξέρει, αν γίνεται αγάπη μεγαλείτερη. Η κοπέλλα του αποκρίθηκε με το ίδιο αίσθημα και ο καϋμένος ο Αντώνης ευρέθηκε μια στιγμή στους ουρανούς.

Και σαλτάρησε στον άμμο. Η βάρκα είχε ζυγώσει. Έτρεξαν κ' οι άλλοι από πίσω. — Καλώς ωρίσατε! Τι τρέχει μαθές! — Τον καπετάνιο έχουμε ανήμπορο... ακούστηκε μια φωνή από τη βάρκα. — Βαρειά; ρώτησε πάλι ο Μελιγκόνης. — Δεν είνε τίποτα! αποκρίθηκε μασσημένα μια φωνή από τη βάρκα. Μη σκιάζεσθε. Κρύωσε και πιάστηκαν τα πόδια του μαθές. Ο Μελιγκόνης ησύχασε. — Δόξα νάχη ο Θεός! Περαστικά ας είνε.

Και όχι σαν ανθρώποι· σα θεοί, σα θεοί· σ' άλλον περσότερη, σ' άλλον λιγώτερη. Μα τι να γίνη ;.. Ήταν καλή γυναίκα, η αγιοχώματη· καλή γυναίκα! Μήπως πηγαίνετε στην κηδεία; — Ναι· εκεί πάω· αποκρίθηκε στενοχωρεμένος ο Αριστόδημος. — Πηγαίνετε, πηγαίνετε· μην εμποδιζώστε καθόλου· μα καθόλου. Εμείς θα κάνουμε τη δουλειά μας. Τι να γίνη ; αυτά 'χει ο κόσμος· άλλοι πεθαίνουν κι άλλοι γεννιώνται.