United States or South Africa ? Vote for the TOP Country of the Week !


Θα σ' έχω ίδιαν αδελφήν αγαπητήν στης Αιωνίας ζωής τον κήπο, χέρι με χέρι θα περπατάμε, κάτασπρο περιστεριώνε ταίρι. Ανάβω. . . Άφησέ με!. . . από το κορμί μου φλόγες βγάνω. . . κάτω τα χέρια. . . παράτησέ με. . . σφάξε με, ν' αποθάνω θέλω. Σαν αδερφή σου δεν μπορώ να ζήσω. Γυμνό θέλω να σε χαρώ, νυχτιές ερωτικές μαζύ σου ν' αγρυπνήσω!

Κυρά μου, απεκρίθη ο Κουλούφ, ό,τι λογής παιδευτήριον ήθελαν να μου ετοιμάσουν, δεν θέλουν με αποξενώσει από την σταθερότητά μου, και δεν θέλουν κάμει περισσότερον απ' ότι σήμερον έκαμαν. Τέλος πάντων δεν ηξεύρω η τύχη μου αν θέλη να αποθάνω, ή να ζήσω διά εσένα, αλλά είμαι βέβαιος ότι δεν ημπορεί να είνε γραμμένον εις τον Ουρανόν να σε υστερηθώ.

Αναφέρεται μεταξύ άλλων ότι ο Αλέξανδρος είπε μίαν ημέραν τα εξής : Ήθελα, Ονησίκριτε , αφού αποθάνω, ναναζήσω επ' ολίγον, διά να ίδω πώς οι άνθρωποι θα κρίνουν όσα θα ιστορούνται περί εμού. Εάν τώρα επαινούν και εγκωμιάζουν, τούτο δεν είνε παράδοξον, διότι έκαστος με αυτό το δόλωμα προσπαθεί να συλλάβη την εύνοιάν μου.

Εγώ; — Δέκα έτη και πλειότερον. Από τότε που ήμουν μικρή! Δεν με έρριψες εις τον κρημνόν διά να αποθάνω; Ο Πλήθων ανεσκίρτησε βιαίως. Ίσως δεν επίστευεν ότι τον ενεθυμείτο η νέα. Ενόμιζεν ότι αύτη δεν ηδύνατο να τον αναγνωρίση εκ τόσον μακρού χρόνου. — Ενθυμείσαι λοιπόν; είπεν. — Ενόμιζες ότι το ελησμόνησα; είπεν η Αϊμά. Ο Πλήθων σκεφθείς επ' ολίγον, είπε·

Από σε ελπίζω να με συντροφεύσης εις τον έρημον τούτον κόσμον, και να με βοηθήσης να ζήσω την ζωήν μου, Αϊμά, και αν αποθάνω, να αποθάνω εις τους πόδας σου. Ο αδελφός σου, Μάχτος». Η ανάγνωσις αύτη ενεποίησεν αλλόκοτον εντύπωσιν εις τον Τρέκλαν, και άκων εψιθύρισεν·Αδελφή του! Με πόσον πόνον γράφει!... Και είνε αδελφή του. Α! ειξεύρω τι αδελφή του είνε!

Μα εσύ που τότε εδέχθηκες, αν κ' ήσουν τόσω γέρος, να αποθάνω νέος εγώ, τώρα γι' αυτήν λυπάσαι: Δεν είσαι συ πατέρας μου, όπως το λες, μα ούτε και μάννα μου είναι αυτή, που λέει πως είναι μάννα μόνο γιατί με γέννησε. Κάποια γυναίκα ξένη μ' έδωσε στη γυναίκα σου να με βυζάξη. Μόλις ήλθε η στιγμή κ' οι δύο σας να δείξετε αν είσθε αλήθεια οι γονείς μου εσείς, φανήκατε κ' οι δύο.

Αλλ' εγώ δεν ημπορώ να ίδω αποθαμμένον άνθρωπον όπου εγνώρισα ζωντανόν, χωρίς να με ταράξη η σκέψις ότι κ' εγώ θ' αποθάνω. Έπειτα αν οι συγγενείς του εφαίνοντο φρόνιμοι και παρηγορημένοι, τούτο θα μ' επείραζε, διότι δεν αγαπώ τους εγωιστάς· αν πάλιν έκλαιαν και εθρήνουν, το θέαμα θα μου έκοπτε την όρεξιν ή θα εχαλούσε την χώνεψίν μου.