Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 8 Μαΐου 2025
Πολλάκις κατά την ώραν του εσπερινού, καθήμενοι πλησίον του ανοικτού παραθύρου, ενώ οι κώδωνες αντηχούν πενθίμως, ως ει εθρήνουν την θνήσκουσαν ημέραν, εστέναζον κακείνοι και, ως ο Ιησούς του Ναυή, έλεγον· «Σ τ ή θ ι» τω ηλίω· αλλ' ούτος μεν επορεύετο να φωτίση τους αντίποδας, οι δε ερασταί απεχωρίζοντο περιμένοντες την επιούσαν.
Ο γέρων έκλεισε τους οφθαλμούς, ως διά να διίδη καλλίτερον εν τη ψυχή του το μεμακρυσμένον παρελθόν, και έπειτα εξηκολούθησεν: «Ενώ εθρήνουν ούτω, Μαρία η Μαγδαληνή προσέδραμεν εκ νέου κραυγάζουσα ότι είδε τον Κύριον. Επειδή δεν ηδύνατο να τον διακρίνη εις το άπλετον φως, είχεν υποθέσει ότι ήτο κηπουρός· πλην εκείνος είπε: «Μαρία!» Τότε αύτη εφώναξε: «Ραββουνί!» και έπεσεν εις τους πόδας του.
Εάν όμως δεν ανασώσετε την αρχήν, μήτε επιχειρήσετε να ανασώσητε αυτήν, σας καταρώμαι να συμβώσιν εις υμάς τα εναντία τούτων, και προσέτι το τέλος εκάστου Πέρσου να ήναι τοιούτο οίον το ιδικόν μου!» Ταύτα είπεν ο Καμβύσης και έκλαιε τας δυστυχίας του. Ιδόντες οι Πέρσαι τον βασιλέα των να κλαίη έσχισαν τα ιμάτιά των και εθρήνουν μεγαλοφώνως.
Ο Ήλιος του έδωκε το άρμα, αυτός δε κατέπεσε και εφονεύθη• λέγεται δε ότι αι αδελφαί του τον εθρήνουν εδώ κάπου εις τας όχθας του Ηριδανού, όπου κατέπεσε, και μετεμορφώθησαν εις αιγείρους, εξακολουθούν δε να δακρύουν δι' αυτόν και τα δάκρυα των γίνονται ήλεκτρον.
Έλεγε πώς, αφού απεμακρύνθη από του σταυρού, είχε διέλθει δύο ημέρας και δύο νύκτας μετά του Ιωάννου, χωρίς να κοιμηθή, χωρίς να φάγη, καταπεπονημένος, τεθλιμμένος εν φόβω και αμφιβολία, επαναλαμβάνων ότι εκείνος απέθανεν! Ανέτειλεν η τρίτη ημέρα και εθρήνουν ακόμη, οπότε η Μαρία η Μαγδαληνή έτρεξε πνευστιώσα, με την κόμην άτακτον, κράζουσα. «Ήραν τον Κύριον!»
Αλλ' εγώ δεν ημπορώ να ίδω αποθαμμένον άνθρωπον όπου εγνώρισα ζωντανόν, χωρίς να με ταράξη η σκέψις ότι κ' εγώ θ' αποθάνω. Έπειτα αν οι συγγενείς του εφαίνοντο φρόνιμοι και παρηγορημένοι, τούτο θα μ' επείραζε, διότι δεν αγαπώ τους εγωιστάς· αν πάλιν έκλαιαν και εθρήνουν, το θέαμα θα μου έκοπτε την όρεξιν ή θα εχαλούσε την χώνεψίν μου.
Εκ των φράσεων τούτων, και άλλων πολλών ομοίων, αίτινες ανεμιγνύοντο αδιακόπως εις τας εκφωνήσεις των υπηρετών του καφενείου, διατασσόντων «ένα λουκούμι»! ή «ένα βαρύν και γλυκύν»! ουδέν άλλο εννόησα, ή τούτο μόνον, ότι πολλοί ήσαν πωληταί, ολίγοι δε αγορασταί. Μετ' ολίγον ήκουσα και τον κάτοχόν μου, εις ου το θυλάκιον μονήρης και τεθλιμμένη εθρήνουν σιγά το παρελθόν μου μεγαλείον, αναφωνήσαντα·
Ο ναός της παρθένου Αθηνάς ανήκε τότε εις την παρθένον Μαρίαν. Αλλά κατ' εκείνην την στιγμήν ούτε ρινόφωνοι ψαλμωδίαι ούτε λιβάνου νεκρωσίμοι αναθυμιάσεις ή κώδωνες οχληροί ήρχοντο να ταράξωσι τα θέλγητρα των αναμνήσεων. Γλαύκες μόνον τίνες, εμφωλεύουσαι εις τα κοιλώματα της οροφής, εξέπεμπον εκ διαλειμμάτων πένθιμον κραυγήν, ως ει εθρήνουν της δεσποίνης των την εξορίαν.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν