United States or Réunion ? Vote for the TOP Country of the Week !


Τότε ο ιερεύς απεφάσισε και έκαμε και τας δύο άλλας καταδύσεις, βαπτίζων «την δούλην του Θεού Αγλαΐαν». O Μπαρμπαρέζος, όστις δεν έλειπεν από την εκκλησίαν, οσάκις την ιεροτελεστίαν επηκολούθει γεύμα, εστέκετο πλησίον του Μουστοβασίλη και επεδοκίμασε τους λόγους του. Με αυτήν την φιλονεικίαν εκινδύνευε να κρυώση το παιδί.. . ίσως δε και το φαΐ. Δεν εχαλούσε κι ο κόσμος για τόνομα.

Ο κόσμος αν εχαλούσε, η Μπέλλα εκοιμάτο εις την αδελφικήν αγκάλην ατάραχος· μέσα εις αυτήν ανετράφη. Από τα παιδικά του ο Αντωνέλλος ήτο δακτυλοδεικτούμενος διά τας πολλάς του χάριτας. Αγαθός, ήσυχος, ενεργητικώτατος, εβοηθούσε τον πατέρα του, κατόπιν τους πλοιάρχους του εις την θάλασσαν και δεν άργησε να γείνη περιζήτητος, ονομαστός.

Αλλ' εγώ δεν ημπορώ να ίδω αποθαμμένον άνθρωπον όπου εγνώρισα ζωντανόν, χωρίς να με ταράξη η σκέψις ότι κ' εγώ θ' αποθάνω. Έπειτα αν οι συγγενείς του εφαίνοντο φρόνιμοι και παρηγορημένοι, τούτο θα μ' επείραζε, διότι δεν αγαπώ τους εγωιστάς· αν πάλιν έκλαιαν και εθρήνουν, το θέαμα θα μου έκοπτε την όρεξιν ή θα εχαλούσε την χώνεψίν μου.

Ο Αστρονόμος είχεν είπη περί αυτού, ότι αν ήξερε το βώδι την δύναμίν του θα χαλούσε τον κόσμον. Λοιπόν τώρα το βώδι είχε γνωρίση την δύναμίν του· και ναι μεν δεν εχαλούσε τον κόσμον, αλλά και δεν τον εφοβείτο. Εφαίνετο φρόνιμος, διότι η δυστυχής Ζερβουδοπούλα, μανθάνουσα τας απειλάς του, είχε παύση να εξέρχεται. Εάν όμως δεν έβλεπε την κόρην, έβλεπε καθ' εκάστην την μητέρα.

'Στον τόπο του κοινού Καθαρτηρίου εμάλλωναν με πείσμα μια ημέρα μία ψυχή πτωχού και μια πλουσίου κι' ο κόσμος εχαλούσε εκεί πέρα. Και είπε η πτωχή εις την πλουσία: «Παράδεισο ποτέ σου μην ελπίσης, κι' αν έως την δευτέρα παρουσία εδώ 'στο Πουργατόριο σαπίσης,

ΚΑΛΙΜΠ. Καθώς σου έλεγα, δουλεύω ένα τύραννο· ένα μάγο, που με τη σοφία του μου έκλεψε τούτο το νησί. ΑΡΙΕΛ. Ψέμματα. ΚΑΛΙΜΠ. Εσύ τα λες, μαϊμού αναγελάστρα· εσύ. Να σ' εχαλούσε ο γενναίος μου Κύριος! εγώ δεν λέω ψέμματα. ΣΤΕΦΑΝ. Τρίνκουλε, ανίσως τον πειράξης πάλι στην ομιλία του, μα τούτο το χέρι, σου πετάω κανένα δόντι. ΤΡΙΝΚ. Και τι; εγώ δεν εμίλησα. ΣΤΕΦΑΝ. Σώπαινε, λοιπόν, και φθάνει. Λέγε.