Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 20 Μαΐου 2025
Και θέλω να δύναμαι να είπω εις τον Χριστόν ότι, μολονότι απέθανα, μολονότι με είδες θνήσκουσαν και μολονότι συ έμενες εν τη απελπισία, δεν κατηράσθης το θέλημά Του. Εκείνος θα μας ενώση· σε αγαπώ και θέλω να είμαι μαζί σου . . . . Και πάλιν είχεν ανάγκην αέρος, και με φωνήν μόλις καταληπτήν είπε: — Υποσχέθητί μοι τούτο, Μάρκε! — Επί της ιεράς κεφαλής σου, υπόσχομαι!
Επί τέλους εγώ μεν απέθανα βασιλεύς, αυτός δε εξόριστος πλησίον του Βιθυνού Προυσία, όπως ήξιζεν εις ένα τόσω πανούργον και σκληρόν άνθρωπον. Πώς δε ενίκησε τους Ιταλούς είνε γνωστόν? δεν τους ενίκησε με την δύναμιν, αλλά με πονηρίαν και απιστίαν και δόλους, με τίποτε δε νόμιμον και φανερόν.
ΚΝΗΜ. Αυτός τι διαθήκην έκαμε δεν γνωρίζω• εγώ όμως απέθανα έξαφνα, διότι έπεσεν η στέγη επάνω μου, και τώρα ο Ερμόλαος έχει τα υπάρχοντά μου, σαν λαβράκι, το οποίον μαζύ με το δόλωμα εκατάπιε και το αγκίστρι. ΔΑΜΝ. Και όχι μόνον το αγκίστρι, αλλά και σε τον ψαρράν• ώστε πραγματικώς έπεσες εις τον λάκκον που έσκαψες. ΚΝΗΜ. Δεν το είπα; Γι' αυτό κλαίω και οδύρομαι. 9. &Σιμύλου και Πολυστράτου.&
ΜΙΝ. Μα τον Δία, πολύ σωστά τα λέγεις Σκηπίων ώστε πρώτος μεν αναγνωρίζεται ο Αλέξανδρος, έπειτα δε συ, και κατόπιν, αν θέλης, ας είνε τρίτος ο Αννίβας, αφού και αυτός δεν είνε ευκαταφρόνητος. 13. &Διογένους και Αλεξάνδρου.& ΔΙΟΓ. Τι βλέπω, Αλέξανδρε, και συ απέθανες καθώς όλοι ημείς; ΑΛΕΞ. Το βλέπεις, Διογένη• δεν είνε δε παράδοξον ότι απέθανα αφού ήμουν άνθρωπος.
ΔΙΟΓ. Το τόξον σου είνε έτοιμον και πρόχειρον, αλλ' εγώ τι έχω να φοβηθώ αφού άπαξ απέθανα; Αλλά δεν μου λες, σε εξορκίζω εις τον άλλον Ηρακλή, και όταν εκείνος έζη, συνέζης με αυτόν και ήσουν και τότε φάσμα; ή ήσθε έν όλον εις την ζωήν, αφού δε απεθάνατε διηρέθητε και αυτός μεν επέταξεν εις τον ουρανόν, συ δε το φάσμα κατέβης εις τον Άδην;
Αι, πόλις της Θεσσαλίας, εχάθηκα, απέθανα.. Δεν έχω πλέον απογόνους, δεν έχω παιδιά εις το σπίτι μου. Ω, τι συμφοραί μου ήλθαν του αθλίου! Προς ποίον φίλον να γυρίσω τα μάτια μου, διά να ανακουφισθώ. Ω αγαπημένον στόμα και πρόσωπον και χέρια! Διατί να μη σε εύρη η τύχη αυτή εις την Τροίαν, εις τας όχθας του Σιμόεντος! ΧΟΡΟΣ Ο θάνατος του τότε θα ήτον ενδοξότερος και η ιδική σου λύπη ολιγωτέρα.
ΖΗΝ. Συ δε, Καλλιδημίδη, πώς απέθανες; Εγώ ήμουν παράσιτος του Δεινίου και επνίγηκα διότι έφαγα πάρα πολύ• τα ξέρεις, διότι ήσουν εκεί όταν απέθανα. ΚΑΛ. Ναι, Ζηνόφαντε. Ο δικός μου θάνατος συνέβη κατά τρόπον παράδοξον. Μήπως και συ έτυχε να γνώρισες τον γέροντα Πτοιόδωρον; ΖΗΝ. Τον άκληρον και πλούσιον, με τον οποίον είχες πολλάς σχέσεις.
Αλλά θα γίνω μνηστήρ του θανάτου μου και θα ριφθώ εις τας αγκάλας του ως εις κλίνην ερωμένης. Εμπρός λοιπόν! Έρως, ο κύριός σου αποθνήσκει μαθητής σου. Πώς; δεν απέθανα ακόμη; δεν απέθανα; Ε! φύλακες! Α’. ΦΥΛΑΞ. Τι τρέχει; ΑΝΤΩΝΙΟΣ. Δεν έκαμα καλά την εργασίαν μου. Φίλοι — τελειώσατε ό,τι ήρχισα. Β'. ΦΥΛΑΞ. Έδυσε το άστρον. Α'. ΦΥΛΑΞ. Και ήλθε το πλήρωμα του χρόνου. ΟΛΟΙ. Ω συμφορά! αλλοίμονον.
« Απέθανα κ' ήλιος λαμπρός «'Στήν Ήπειρο προβαίνει, «'Σκορπίσθηκε το σύγνεφο, » Ελάμψανε τ' αθέρια, » Και το φεγγάρι 'πρόβαλε » Γελούμενο, τ' αστέρια » Εβγήκαν, άμα 'πώθανεν » Ο υιός του Τεπελένι.»
ΧΕΙΡ. Είνε αληθές αυτό που ήκουσες, Μένιππε, και ως βλέπεις, απέθανα ενώ ηδυνάμην να είμαι αθάνατος. ΜΕΝ. Και πώς σου ήλθεν αυτή η αγάπη προς τον θάνατον, ο οποίος συνήθως εις τους ανθρώπους είνε πράγμα απεχθές; ΧΕΙΡ. Θα σου το 'πω, διότι είσαι φρόνιμος άνθρωπος. Δεν έβρισκα πλέον καμμίαν ευχαρίστησιν εις την αθανασίαν. ΜΕΝ. Δεν σου ήτο ευχάριστον να ζης και να βλέπης το φως;
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν