Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 19 Μαΐου 2025
Πω πω, τι μάχη γίνεται γύρω εις το δόλωμα και πώς ερρίχθηκαν όλοι εις το σύκον, ενώ άλλοι έχουν κολλήση επάνω εις το χρυσάφι. Αλλά επιάστηκε ένας εις το αγκίστρι από τους πλέον δυνατούς. Δεν μου λες εις ποίαν σχολήν ανήκεις; Αλλ' είμαι γελοίος να ζητώ από ένα ψάρι να μιλήση, αφού ξέρω ότι τα ψάρια είνε άφωνα. Αντ' αυτού λέγε συ, Έλεγχε, ποίον έχει διδάσκαλον. ΕΛΕΓΧ. Τον Χρύσιππον.
ΦΙΛΟΣ. Τι σκέπτεται να πράξη άρά γε αυτός ο άνθρωπος; ΙΕΡ. Έβαλε ως δόλωμα εις το αγκίστρι ένα σύκο και χρυσάφι, εκάθησε επάνω εις το τείχος και εκρέμασε το αγκίστρι εις την πόλιν. ΦΙΛΟΣ. Τι σκοπόν έχουν αυτά, Παρρησιάδη; Μήπως σκέπτεσαι ν' αλιεύσης λίθους εκ του Πελασγικού; ΠΑΡΡ. Σιώπησε, Φιλοσοφία, και περίμενε να ιδής τι θα ψαρεύσω.
Ψηλός, ξερακιανός, σκεβρωμένος, ξεδοντιάρης, με μια μύτη που κατέβαινε σαν αγκίστρι ως το στόμα, με μεγάλα άγρια φρύδια, αξούριστος πάντα με τα γένεια σαν καρφιά, είχε μάτια γαλανά και ήμερα μέσα στην αγριάδα του προσώπου του. Ο Καπετάν-Μοναχάκης τον αγαπούσε χωριστά, γιατί δεν έβγαζε ποτέ τσιμουδιά από το στόμα του. «Μέρα, μέρα. Νύχτα, νύχτα». Ο Γερο-Φλώκος τα είχε σα χαμένα τούτη τη φορά.
Λοιπόν, και αυτός ας ριφθή κάτω, όπως οι άλλοι, αφού είνε και ακανθώδης και υπάρχει φόβος, αν τον φάη κανείς, να του καθήσουν κόκαλα εις τον λαιμόν. ΦΙΛΟΣ. Αρκετούς εψάρευσες, Παρρησιάδη, και πρέπει να παύσης διά να μη σου κόψη κανείς μαζί με το αγκίστρι και το χρυσάφι και το πάρη και φύγη, έπειτα δε θ' αναγκασθής να το πληρώσης εις την ιέρειαν.
Μα όταν έσκυψα 'μπροστά, εσάστισεν ο νους μου· πως μ' έν' αγκίστρι τόσο δα να σύρω τέτοιο ψάρι; Έπειτα όμως τίναξα κι απόλυσα ταγκίστρι για να την νοιώση την πληγή σ' τα σπάραχνά του μέσα, και σαν δεν εσπαρτάριζεν, απάνω τανασέρνω και βλέπω πλούσια πληρωμή σ' τον τόσο μου τον κόπο, ψάρι μεγάλο ολόχρυσο και χρυσοπλουμισμένο.
Αλλ' αρκεί και ένα μόνον από το κοπάδι να τραβήξωμεν. Θα ορμήση δε εις το αγκίστρι το θρασύτερον από αυτά. ΕΛΕΓΧ. Ρίψε το αγκίστρι αν θέλης, αλλά φρόντισε προηγουμένως να συνδέσης με μακρόν σίδηρον την ορμιάν και το αγκίστρι διά να μη το κόψη με τα δόντια του και καταπιή το χρυσάφι. ΠΑΡΡ. Έτοιμα. Συ δε, ω Ποσειδών, ελθέ εις βοήθειαν.
ΧΑΡΜΙΟΝ. Πόσον εγελάσαμεν την ημέραν που εστοιχηματίσατε με τον Αντώνιον εις το ψάρευμα, όταν ο βουτηχτής εκρέμασεν εις το αγκίστρι του ένα παστόψαρο το οποίον ανέσυρε καταχαρούμενος! ΚΛΕΟΠΑΤΡΑ. Ω τι καιρός, τι καιρός ήτον εκείνος! Τον επεριγέλασα τόσον, ώστε έχασε την υπομονήν, και την ιδίαν εσπέραν τον καθησύχασα με τον αυτόν τρόπον.
ΔΙ0Γ. Βέβαια, αφού δεν έχουν περισσότερο μυαλό • τράβα όμως. ΠΑΡΡ. Μπα! ποίος είν' αυτός ο άλλος ο πλατύς που ομοιάζει σαν γλώσσα ή ψήττα; Τρέχει με το στόμα ανοικτόν προς το αγκίστρι• το εκατάπιε• συνελήφθη• ας τον τραβήξωμεν. ΔΙΟΓ. Ποιος είνε; ΕΛΕΓΧ. Λέγει ότι είνε μαθητής του Πλάτωνος. ΠΛΑΤ. Και συ, αναιδέστατε, τρέχεις προς τον χρυσόν; ΠΑΡΡ. Τι λέγεις, Πλάτων; Τι πρέπει να τον κάμωμεν αυτόν;
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν