United States or Canada ? Vote for the TOP Country of the Week !


Λοιπόν πόσην πρόοδον θα έχουν εις την ζωήν των οι άνθρωποι, οι οποίοι τας μεν απολύτους ανάγκας τας έχουν μετρίας, τας δε τέχνας τας εμπιστεύθησαν εις άλλους, ανέθεσαν δε εις τους δούλους την γεωργίαν, η οποία φέρει αρκετόν μερίδιον εις ανθρώπους ζώντας σωφρονικώς, υπάρχουν δε συσσίτια· χωριστά μεν διά τους άνδρας, παραπλεύρως δε τα των συγγενών των, δηλαδή των τέκνων των και των θηλέων και των μητέρων των· είναι δε ανατεθειμένον εις τους άρχοντας και εις τας αρχούσας να απολύουν αυτά εκάστην ημέραν, αφού επιθεωρήσουν και ιδούν την διαγωγήν των συσσίτων, κατόπιν δε, αφού κάμη σπονδήν ο άρχων και οι άλλοι εις τους θεούς, εις τους οποίους είναι καθιερωμένη εκείνη η νυξ και η ημέρα, τότε πλέον να απέλθουν εις τας οικίας των; Εις τους έχοντας λοιπόν τοιαύτην διάταξιν άραγε δεν μένει κανέν υποχρεωτικόν και αρμόδιον έργον, αλλά ως σφακτόν πρέπει έκαστος να ζη, διά να παχαίνη; Λοιπόν βεβαίως δεν το θεωρούμεν δίκαιον ούτε καλόν, ούτε είναι δυνατόν ό,τι ζη ούτω πως να μη λάβη ό,τι του αρμόζει, αρμόζει δε εις αργόν ζώον και οκνηρώς παχυνθέν σχεδόν να φαγωθή από άλλα ζώα υπερβολικά κατατρυχόμενα και έχοντα ανδρείαν και φιλοπονίαν.

Κάτι κερδίσαμε λοιπόν κι από το Βυζάντιο. Μα μήπως τάχα δε θαρρείτε πως κερδίσαμε κι άλλα, που δεν τα παίρνει το μάτι αμέσως, γιατί πρέπει να ψάξης κατάβαθα στην ψυχή, να τα δης μέσα της; Μήπως δε θαρρείτε πως του Κωσταντίνου ο στρατός, πως του Ιουστινιανού οι πόλεμοι, πως οι νίκες του Φωκά, πως του Βουλγαροχτόνου η ακαταδάμαστη πιμονή, πως τόσοι και τόσοι λαοί χτυπημένοι, τόσες μάχες, τόσα μεγαλεία, μήπως δε θαρρείτε, με τα δυστυχήματα μαζί, ναι! ως και με το πάρσιμο της Πόλης, δε θαρρείτε πως ζουν αφτά όλα στο αίμα το ρωμαίικο και μέρα την ημέρα το δυναμώνουνε; Ο σταβραϊτός, λέει το τραγούδι, θα δυναμώση, σα φάη κόκκαλα αντρειωμένου.

Ημέρα την ημέρα καμιά φορά μπήκε Μεγαλοβδόμαδο. Τ' Αργύρη η μάνα πρόσμενε μαγωνιά μεγάλη και χαρά τρανή, νάρθη η Μεγάλη Λαμπρή, για να δεχτή το χαιρετισμό του γιου της· να λάβη κ' είδηση για τον Αργύρη της τον ακριβό. Του Νάκο-Μήτρα το χωριό εσήκονε τόρα μεγάλη Ανάσταση. Οι καμπάνες της μικρής του εκλησούλας έστελναν τον αχό τους πέρα περιανά κι αντιλάλαε ο κάμπος.

Ω ωραιοτάτη βασίλισσα των καρδιών των ανθρώπων, που υποτάζεις με το πρώτον βλέμμα σου τους πλέον δυνατωτέρους βασιλείς, ειπέ μου, σε παρακαλώ, το όνομά σου, και ποία είσαι. Εχαμογέλασεν η Κυρά εις τούτα τα λόγια και είπεν εγώ είμαι μία έλαφος, που κάνω ήμερα τα λεοντάρια· εγώ είμαι εκείνο το κυνήγι, που σήμερον εσύ εκυνηγούσες, και που ερρίχθηκα εις το νερό.

ΑΜΛΕΤΟΣ Ή κανενός αυλικού, οπού εσυνηθούσε να λέγη· «Καλή σας ημέρα, γλυκέ μου Κύριε! Πώς είσθε, αγαθέ μου Κύ- ριεΤούτος ενδέχεται να ήταν ο Κύριος Δείνα, οπού επαινούσε τα πουλάρι του Κυρίου Δείνα, ενώ είχε σκοπόν να το ζητήση· δεν ενδέχεται; ΟΡΑΤΙΟΣ Μάλιστα, Κύριέ μου.

Αλλά τις εγίνωσκεν ότι η υστεραία έμελλε να είνε τοιούτων γεγονότων πρόξενος; Τις ηδύνατο να προείπη ότι έμελλεν αύτη να σημειωθή διά μελανών γραμμάτων εις τας δέλτους της ιστορίας; Τις ηδύνατο; Και όμως αν θεωρήσωμεν ανεπίδεκτον πάσης αμφιλογίας την αξιοπιστίαν των συγχρόνων παραδόσεων και χρονικών προεσημάνθη η ημέρα αύτη, ουχί βεβαίως παρά των ανθρώπων.

ΗΘΟΠΟΙΟΣ ΒΑΣΙΛΙΣΣΑ Τροφήν, ω Γη, να μου αρνηθής, το φως, ω ουράνια σφαίρα! πάρτε μου κάθε ανάπαυσιν, ω νύχτα συ, και ημέρα!

Το καλύτερο είναι ότι έχω αρκετήν εργασία· και έπειτα, οι πολυειδείς άνθρωποι, οι διάφορες νέες μορφές μού κάμνουν ποικίλον θέαμα προ της ψυχής μου. Εγνώρισα τον κόμητα Κ. . . άνδρα που μέρα την ημέρα πρέπει πιότερο να εκτιμώ, πλατύ, μεγάλο μυαλό και που δεν είναι ψυχρός, μολονότι πολλά διακρίνει, και εκ της συναναστροφής του οποίου εκλάμπει τόσον πολύ αίσθημα φιλίας και αγάπης.

Και με αυτά τα λόγια και άλλα παρόμοια έφθασεν η ημέρα, και διά να μη φανερωθώμεν, πριν ν' αποχωρισθώμεν, η Τζελίκα μου λέγει· ύπαγε, Ταλμούχ, εις το καλόν, και ενθυμήσου πως σε αγαπώ, και ελπίζω ότι ογλήγορα θα ανταμωθούμεν πάλιν, και σου τάσσω να σε κάμω πολλά ογλήγορα να γνωρίσης έως τι σημείον μου είσαι ακριβός.

Ο Παύλος βλέπων το τέλος του επικείμενον, συνεβούλευε τους πιστούς να μένουν ακλόνητοι εις την πίστιν των, ανεμνήσθη το παρελθόν του και επανέλαβε τους λόγους, τους οποίους άλλοτε είχε γράψει: «Τον αγώνα τον καλόν ηγώνισμαι, την πίστιν τετήρηκα, τον δρόμον τετέλεκα· λοιπόν απόκειταί μου ο της δικαιοσύνης στέφανος, όν αποδώσει μοι ο Κύριος, εν εκείνη τη ημέρα, ο δίκαιος Κριτής».