United States or Syria ? Vote for the TOP Country of the Week !


Η βροχή είχε μεταβληθή εις κατακλυσμόν, ο άνεμος ανήρπάξε κεραμίδια και αντήχουν αλλεπάλληλοι αι βρονταί. Ήθελα δεν ήθελα μου επέκλωθεν η μοίρα μου να είμαι ρωμαντικός. Τους φλογερούς πόθους και τους νυκτερινούς μονολόγους διεδέχοντο μανδαλώματα της θύρας και εκτάσεις επί διβανίων υπό τους συριγμούς της ανεμοζάλης.

Κι όσο για τη δύναμη που μας ψάλλεις, ήθελα να ξέρω πόση τέτοια δύναμη είχανε μαζεμένη μέσα στις κάππες τους εκείνοι που κατέβηκαν από τα βουνά και μας έφτειαξαν κατιτίς.

Η προτητερινή ομιλία μας και κείνο, που έβλεπα τώρα, σμίξανε τόσο παράξενα και γίναν ένα στα αίστημά μου και θυμήθηκα τα λόγια που γίνανε αφορμή της σύντομης ομιλίας μας. Πολλή ώρα καθισμένος εκεί συλλογιζόμουνα εκείνο που ήθελα να πω.

Κανένα πράγμα δεν ημπορούσε να παρομοιάση την ανησυχίαν της Κατηγέ, η οποία βλέποντας ότι η νύκτα επλησίαζεν ευρέθη εις μεγάλην αδημονίαν· απόπερνε με ονειδισμούς τον γέροντα· εσύ είσαι εκείνος του έλεγεν, που μου επροξένησες ετούτην την δυστυχίαν, και αν δεν ήθελε μας τύχη το κακόν συναπάντημα, εγώ ήθελα είμαι με την αδελφήν μου.

Δεν ήθελα εγώ να σε τρομάξω, Αϊμά, είπε χωρίς να εννοή τι έλεγε. — Διατί λοιπόν έρχεσαι έτσι έξαφνα; — Δεν θέλω εγώ το κακό σου, Αϊμά, επανέλαβεν ο νέος. — Το ειξεύρω, Μάχτο, οπού δεν μου θέλεις κακόν. Αλλά διατί να γείνης παράξενος; — Εγώ; — Συ βέβαια. — Εις τι απάνω; — Έρχεσαι και φεύγεις έξαφνα, χωρίς να καλησπερίσης την αδελφήν σου. — Ω, ναι, έχεις δίκαιον, Αϊμά, είπεν ο νέος. Συγχώρησέ με.

Πολύ πιο σωστό είναι να μην αρνηθώ τη γενιά μου· τότες με σέβεται κι ο κόσμος. Εμένα με φτάνει που με δείχνετε τόση καλοσύνη, με φτάνει που καταδέχεστε και μ' ακούτε. Δεν είναι δουλειά μου να βγάλω σήμερα στη μέση τέτοια ζητήματα. Ήθελα μόνο και μόνο να σας μιλήσω για κάτι ζητήματα της γλωσσικής μας ιστορίας.

Σε συλλογιούμουνα στο Πυργί κ' έχυνα δάκρια πικρά. Δεν μπορούσα, δεν ήθελα να πιστέψω πως ο Χάρος μια μέρα θα πη της αγάπης μας· Έλα, έλα, και δω θα τελειώσης! Δεν το πίστεβα πως ο κόσμος μια μέρα θα σε ξεχάση. Σήμερα πια δε φοβούμαι το Χάρο· η αγάπη μας δεν έχει τέλος κι ο κόσμος δε σε ξεχνά.

ΖΟΥΡΝΤΑΙΝ Α! το μενουέτο είνε ο χορός μου, και θα ήθελα να με βλέπατε να το χορεύω. Ελάτε, δάσκαλε μου. Ο ΧΟΡΟΔΙΔΑΣΚΑΛΟΣ Πάρετε, κύριε, ένα καπέλλο. Λα, λα, λα, λα, λα, λα λα, λα, λα, λα, λα, λα, λα· λα, λα, λα, λα, λα, λα· λα, λα, λα, λα, λα, λα· λα, λα, λα, λα, λα, λα. Με το ρυθμό σας παρακαλώ. Λα, λα, λα, λα, λα. Το δεξί πόδι, λα, λα, λα. Μην κουνάτε τόσο πολύ τους ώμους.

Όθεν απεφάσισα να συνάξω γαρούφαλα με τοιούτον σκοπόν, ότι εάν η τύχη με βοηθήση με κανένα μέσον να έβγω από εκεί, με τα γαρούφαλα αυτά ήθελα κερδίσει μεγάλους θησαυρούς από το πλήθος που ήτον· λοιπόν εις ολίγον καιρόν εσύναξα μίαν μεγάλην ποσότητα και τα απόθεσα εις ένα μέρος αρμόδιον.

Απ' το χέρι σου και με ρόδα; τι καλήτερο θάψιμο· του είπε ασημογελώντας εκείνη. — Θα σε θάψω για να σ' αναστήσω ομορφότερη. — Σου είπα· για τέτοιο νεκροθάφτη ήθελα να πέθαινα χίλιες φορές... Δε μου λες· επρόσθεσε αμέσως στα σοβαρά· οι σοφοί αυτού είνε; — Εδώ· ριγμένοι στα βιβλία τους. — Κι ο Αριστόδημος ; — Κι ο Αριστόδημος. Γιατί ρωτάς;