United States or Tunisia ? Vote for the TOP Country of the Week !


Η βασίλισσα ηξεύροντάς την αθωότητά του, δεν τον ωνείδισεν εις τα όσα της έκαμεν, αλλά μετά μεγάλης αγάπης τον εδέχθη, και τον επεριποιήθη ωσάν άνδρα της αγαπημένον. Αφού δε εχάρηκαν αναμεταξύ τους εις την ξαναντάμωσιν, η βασίλισσα τον επαρακάλεσε να της ειπή το πώς εκατάλαβε τον δόλον της μάγισσας και τα ακόλουθα.

Και άμ' είπε τούτο ιδού πουλί επέταξε δεξιά του, 160 αετός, που 'χετα νύχια του λευκή χήνα μεγάλη, ήμερη μέσ' απ' την αυλή• και με φωναίς κατόπι γυναίκες και άνδρες έτρεχαν• κ' εκείνο εμπρός 'ς τ' αμάξι δεξιά των νέων πέρασε σιμά πτεροκοπώντας. είδαν κ' εχάρηκαν αυτοί• και όλοι χαρά το πήραν• 165 τότ' είπεν ο Πεισίστρατος• «Μεγάλε βασιλέα, Μενέλαε διόθρεπτε, συ σκέψου αν το σημάδι τούτ' έδειξ' ο θεόςεμάς ή προς τον εαυτόν σου».

Σταθήτ' αυτού, γιατί σας δένει το μάγευμα. — Γονζάλε, άγιε και τιμημένε, τα μάτια μου, άμα εχαρήκαν τα δικά σου, χύνουνε δάκρυα φιλικά. — Το μάγευμα διαλύεται γλήγορα και όπως η αυγή παίρνει της νύκτας σκορπίζοντας το σκότος, ομοίως τα λογικά τους γλυκοχαράζοντας ολοένα διώχνουν την τυφλή καταχνιά, που περισκεπάζει τον φωτεινότερο νου τους. — Ω αγαθέ Γονζάλε, ο αληθινός λυτρωτής μου, και ο άδολος φίλος εκείνου, που συνοδεύεις, θα πλερώσω τες ευεργεσίες του περισσά, και με τα λόγια και με τα έργα.

Αυτά 'πε, και ο Τηλέμαχος τα μάτιατον πατέρα χαμογελώντας έστρεψε, κρυφ' απ' τον χοιροτρόφο. Και άμ' απ' τον κόπον έπαυσαν κ' έτοιμος ήτ' ο δείπνος, δειπνούσαν, και όλοι ευφράνθηκαντο ισόμοιρο τραπέζι• και του φαγιού και του πιοτού την όρεξι αφού σβύσαν, 480 την κλίνην ενθυμήθηκαν κ' εχάρηκαν τον ύπνο. Ραψωδία Ρ

Και αφού εχάρηκαν διά την μηχανήν που τους έκαμαν, επήραν τες δύο χιλιάδες φλωριά του Χόντζα, και τες τέσσαρες του Κατή, που είχαν φέρει μαζή τους, ομοίως και τες δέκα του Βεζύρη, και βάνοντάς τα εις την κασέλλαν τους, απέρασαν όλην εκείνην την νύκτα με πολλήν ευφροσύνην εις την υγείαν των ντουλαπιών και των κακοτύχων αγαπητικών.

Πόσην χαράν μου επροξένησεν οπόταν εκατάλαβα την κλίσιν της αγαπημένης μου και από την αγαλλίασίν μου δεν ήξευρα τι χάιδια να της κάμω. Εις τούτο το αναμεταξύ ο Μουφάκ έκαμε κάθε ετοιμασίαν διά να εορτάση εκείνην την νύκτα τους γάμους, εις τους οποίους εκάλεσεν όλους τους συγγενείς του, και εχάρηκαν μεγάλως με χορούς, με λαλήματα και παιγνίδια διάφορα.

Ας είνε, τότε είπα, επειδή κανείς από λόγου σας δεν ευρίσκεται να μείνη, το λοιπόν εγώ θέλω να θυσιασθώ διά λόγου σας, επειδή και με κάθε τρόπον μέλλω να χαθώ. Όλοι εχάρηκαν διά την απόφασίν μου· και ο Καπετάνιος έδειξε τάχα πως ελυπείτο εις το να με αφήση· μα τον εκατάλαβα ότι είχε περισσότερην χαράν πως ήθελεν έβγει από εκείνον τον κίνδυνον, παρά θλίψιν διά τον χαμόν μου.

Και παύοντας οι γάμοι, ο Καλάφ επαρακάλεσε τον βασιλέα της Κίνας, διά να στείλη να φέρουν τον πατέρα του και την μητέρα του, που ήτον εις το βασίλειον της φυλής της Μπρέλας· οι οποίοι και εις ολίγον καιρόν έφθασαν εκεί, και εχάρηκαν την μεγάλην ευτυχίαν του υιού τους.