United States or Grenada ? Vote for the TOP Country of the Week !


Ναι, του είπεν η γραία, ημπορώ με θεμέλιον να σου διηγηθώ τα περί αυτής, επειδή και η θυγατέρα μου, που είνε εις την δούλευσίν της, μου το εδιηγήθη ηξεύροντάς τα όλα. Αυτή η βασιλοπούλα ηκολούθησεν εκείνη, είνε εις ηλικίαν δέκα εννέα χρονών, και είνε τόσον εύμορφος που κανείς ζωγράφος από τους πλέον εξαιρέτους δεν ημπόρεσε να της παρομοιάση την ευμορφιάν της.

Ο βασιλεύς ακούοντας τοιούτον μήνυμα φοβερού κινδύνου έμεινεν εκστατικός και εις απορίαν, μη ηξεύροντας τι να αποφασίση, και λέγει του βεζύρη· πώς είναι δυνατόν να μου επιβουλευθή την ζωήν εκείνος που με εθεράπευσε και μου εχάρισε την ζωήν; Εάν είχεν τέτοιαν γνώμην, αυτός δεν θα με ιάτρευε· όχι, όχι, μη γένοιτο, δεν πείθομαι εις τους λόγους σου· όλα είναι συκοφαντίαι και φθόνος εναντίον ενός αναιτίου και αθώου ανθρώπου· όθεν εγώ δεν ημπορώ να αποφασίσω εις θάνατον ένα δίκαιον και μάλιστα ευεργέτην μου.

Ο βεζύρης απερνούσεν εκεί διά ζωγράφος Ινδιάνος, και εγώ απερνούσα διά θυγατέρα του· αυτός ηξεύροντας την τέχνην της ζωγραφικής εντελώς, εις ολίγον καιρόν έλαβε μεγάλην φήμην, και εκέρδιζε καλά, τόσον που εζούσαμε αρκετά· και με τούτον τον τρόπον αποσκεπαζόμεθα και δεν εφανερωνόμεθα ποίοι είμεθα, παρά εις εκείνους που τους εδώσαμεν να καταλάβουν τα συμβεβηκότα.

Και περιδιαβάζοντας εκεί μόνος, είδα μακρόθεν προς το μέρος της στερεάς ένα πλοιάριον με τα πανιά ανοικτά, που ήρχετο κατ' ευθείαν προς εκείνο το νησί· ως δε βεβαιώθην ότι ήρχετο να αράξη εκεί, έκρινα εύλογον να μη φανερωθώ ευθύς εις εκείνους τους ανθρώπους, μην ηξεύροντας αν ήσαν φίλοι ή εχθροί, και έτσι, εκρύφθηκα υψηλά εις ένα δένδρον φουντωτόν, εις τόσον που εγώ να ημπορώ να τους βλέπω χωρίς να φαίνωμαι.

Εις αυτό το αναμεταξύ που αυτή ωμιλούσεν έτσι ακούουν έναν μέγαν θόρυβον εις την πόρταν της στράτας, και αιφνιδίως βλέπουν να έμπη ο Καδής εις την αυλήν τους με πολλούς ανθρώπους, και ανάμεσα εις αυτούς ήτον και ο Μουζαφέρ με τον υιόν του. Εις ετούτην την θεωρίαν, η Δηλαρά έπεσε λιποθυμημένη, και ο Κουλούφ μην ηξεύροντας τι να κάμη, έτρεξε προς τον Κατήν διά να του ζητήση έλεος.

Και μετ' ολίγας ημέρας, όταν έφθασαν πλησίον εις την βασιλεύουσαν της Ινδίας, εβγήκεν ο βασιλεύς Αϊδήν ο αδελφός του εις προϋπάντησιν με όλους τους άρχοντας της Συγκλήτου, και δείχνοντας του μεγάλας δεξιώσεις και περιποιήσεις, του διώρισεν ένα παλάτι αντίκρυ από το ιδικόν του, οπού ανάμεσα εις τα δύο παλάτια ήτον ένα ωραιότατον περιβόλι εις περιδιάβασιν της βασιλίσσης της Ινδίας· και βλέποντας ο Αϊδήν τον αδελφόν του πολύ λυπημένον, και μη ηξεύροντας την αιτίαν της λύπης, εστοχάζετο λυπείται ευρισκόμενος μακράν από την βασίλισσαν την γυναίκα του, και διά τούτο μετά δύο ημέρας διώρισε να υπάγουν εις το κυνήγι, δύο ημερών δρόμον έξω από την βασιλεύουσαν.

Και δεν εστάθη κανένας τόπος ή χώρα, ή βουνόν που να μη την γυρέψουν εις διάστημα οκτώ ημερών μα έχασαν άκαιρα τους κόπους τους. Τέλος πάντων μη ηξεύροντας πλέον πού να την ζητήσουν, ο γέρων με πολλά λόγια γλυκά και παρηγορητικά επαρακινούσε την Κατηγιέ διά να την φέρη εις τον τόπον του και σταθή με αυτόν, με το να μην ήτον πρέπον να σταθή πλέον εις την καλύβαν μοναχή της.

Εγώ με το να μην ήμουν μακράν από την παραθαλασσίαν, και ηξεύροντας καλά να πλεύσω έπιασα την γην ευθύς, την οποίαν χίλιες φορές την εφίλησα, ευχαριστώντας τον ουρανόν διά την ελευθερίαν μου.

Αυτή αγροικώντας πως αυτός ήλθεν εις το κρεββάτι, εσυγχίσθηκεν εις το να ιδή πως ευρίσκεται υπόχρεη να υποφέρη τα χάιδια ενός που του έκρυβε το πρόσωπόν της· και μάλιστα ηξεύροντας ότι διά τέτοιες τάξες δεν έπαιρναν άλλους, παρά ανθρώπους γέροντας ή κακορίζικους.

Ο ταλαίπωρος αγαπημένος του βασιλέως, θλιμμένος διά την νέαν του δυστυχίαν και ηξεύροντας ότι ήτον ανεύθυνος, επάσχισε διά να εύρη το μέσον προς τον βασιλέα διά να δικαιολογηθή, μα εστάθη αδύνατον.