United States or Honduras ? Vote for the TOP Country of the Week !


Δος του πέντε φράγκα, Νικόλα, και πες του, τον ευχαριστούμεν. Μόλις εξήλθεν ο Νικόλας, και παρίσταται εις την θύραν του εστιατορίου άνθρωπός τις του λαού, χυδαίαν έχων την όψιν και τα κνήμας γυμνάς, κοντός δε και στενάς φορών αναξυρίδας μέχρι γονάτων, εφεστρίδα με διπλήν σειράν σφαιροειδών και θυσσανωτών κομβίων, και πέτασσον εκ πιλήματος άμορφον και αποτετριμμένον.

Θα τους ακούς να λένε: — Τι ποίησις χυδαία! τι στίχοι τετριμμένοι! τι πνεύμα χλιαρό! πού έξαρσις; πού μία πρωτότυπος ιδέα; τουλάχιστον να είχαν χαρτί γυαλιστερό! — . Κι' ίσως για σας κανένας φιλάργυρος φανή, και καταθυμωμένος την ώρα βλασφημήση, οπού συνδρομτής σας του ήλθε να γενή, και μ' όλη την καρδιά του τα φράγκα του θρηνήση.

Κύτταξε μόνον, να μην ειπούμε 'γεια εις το ολίγο ασημικό, που μας βρίσκεται. — Α, μπα! και δεν πουλώ, αν θέλω, τώρα με τα εκατόν πενήντα, να μου μείνη καθαρόν κέρδος δέκα χιλιάδες φράγκα; — Το κακό είνε ότι δεν πουλείς, καθώς δεν πουλώ κ' εγώ. — Θα ήτον τρέλλα. Αύριον θα έχουν τριακόσια. Και πλησιάσας εις το ους του συναδέλφου του. — Η σύμβασις δημοσιεύεται αύριον, τω είπε.

Αφού είδε κι απόειδε, κατάφερε τέλος και τον πήραν εργάτη σ' ένα σιδερόδρομο, με δυο τρία φράγκα την ημέρα. Δεν είναι προκοπή αυτή! Ο ξενιτεμένος θυμάται το χωριό του και αποζητά το σπίτι του πατέρα του, της μάννας του το χάδι, το ψωμί το σπιτίσιο, το καλό κρασί του αμπελιού τους. Σα να μην τα χάρηκε αρκετά.

Τα είπαν άλλοι! τα είπαν άλλοι! φωνεί οργίλη προς τον υπηρέτην η κυρία Πηνελόπη. Διώξε τους! — Άφησέ τους, ψυχή μου! παρατηρεί μεγαθύμως ο Γιάγκος πτωχοί άνθρωποι είνε. Νά! προσθέτει αμέσως στρεφόμενος προς τον υπηρέτην, δος τους τρία φράγκα, και πες τους, τους ευχαριστούμεν.

ΑΡΓΓΑΝ Έχω όμως να κάνω εγώ, και εκτός αυτού το κέρδος απ' αυτό το γάμο είναι πολύ μεγαλύτερο παρ' όσον φαντάζεται κανείς. Ο κύριος Διαφουαρούς δεν έχει κανέναν άλλο κληρονόμο παρά μόνον αυτό το γυιό του· και ακόμα, ο κύριος Πυργγόν, που δεν έχει ούτε γυναίκα ούτε παιδιά, του δίνει όλη του την περιουσία χάριν αυτού του γάμου· και ο κύριος Πυργγόν βρίσκεται σήμερα με οκτώ χιλιάδες φράγκα εισόδημα.

Αι, αγάπη μου, απήντησεν ο σύζυγος με φωνήν μόλις αρθρουμένην εις φθόγγους· έπρεπε να ήσουν εκεί, να ιδής τι κακόν γίνεται! μόνον πώς δεν δέρνονται οι άνθρωποι. — Καλέ τι με λες; θα υψωθούν λοιπόν γρήγορα; — Εννοείται. Τριάντα φράγκα υπερτίμησιν μου προσέφεραν ήδη, μόλις εβγήκα από την Τράπεζαν. — Τι καλά! Φαντάσου αν είχαμεν χιλίας!

Ήτο τωόντι σάββατον της Δ' εβδομάδος των Νηστειών. — Μην πηαίνη αλλά φράγκα ούτος που είνε μέσα; είπεν ο Πολύζος. — Στοιχειό θα είνε· ξορκισμένος οξαποδώ, απήντησεν η Μαλαμμώ. — Κανένας μουρλός θα είνε, είπεν ο Πολύζος. Ας ιδούμε. Μην είν' εκείνος ο Γιάννης της Λέκαινας; Έκρουσε πάλιν δυνατότερα την θύραν.

Δεν πειράζει, κυρά! αφού είσθε η ευγενεία σας, το ίδιο κάνει. Είνε για μια πτωχή οικογένεια . . . ό,τι προαιρείται ο καθείς. Και ο μέλλων κομματάρχης του Κ. Περδίκη ανοίγει διά των δύο του χειρών τας άκρας του μανδηλίου και πλησιάζει δύο βήματα προς την οικοδέσποιναν. — Νικόλα! φωνάζει η κυρία· δόσε πέντε φράγκα του κυρίου . . . — πώς ονομάζεσθε, παρακαλώ; — Κωστής Φυσέκης, κυρά!

Είνε εκατόν κομμάτια· με τα εικοσιτέσσαρα κάμνουν επτά χιλιάδες τετρακόσια φράγκα περισσότερον αφ' ό,τι οφείλω. — Και τα έξοδα; τα έξοδα! προσέθηκε ρικνή τις και κιτρίνη μορφή, κτήμα δικαστικού κλητήρος, ως εσυμπέρανα. — Κρατήσατε και τα έξοδα, όσα είνε, είπεν ο Θοδωράκης, και επιστρέψατέ μου το υπόλοιπον.