Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 14 Μαΐου 2025


ΛΑΙΔΗ ΜΑΚΔΩΦ Πατέρα έχει το πτωχό, και είν' ωρφανευμένο. ΡΩΣ Δεν ημπορώ να κρατηθώ. Υγίαινε. Αν μείνω θα μ' εντροπιάση η λύπη μου και σε θα σε ταράξη. ΛΑΙΔΗ ΜΑΚΔΩΦ Απέθαν' ο πατέρας σου, και τώρα τι θα γείνης, και πώς θα ζήσης; Ο ΥΙΟΣ ΤΗΣ Όπως ζουν και τα πουλάκια, μάννα. ΛΑΙΔΗ ΜΑΚΔΩΦ 'Σάν τα πουλάκια; Πώς; Και συ με μυίγαις, με σκουλήκια Ο ΥΙΟΣ ΤΗΣ Με ό,τι εύρω.

Καταβροχθίζουσιν όλοι όρθιοι και βιαστικοί, σπεύδοντες να τελειώσωσι, πριν ή — ως συμβαίνει δυστυχώς ενίοτεαιφνίδιον λάκτισμα διακόψη την πανδαισίαν αυτών ή ράβδου επιφοίτησις ταράξη την χώνευσίν των.

Αλλ' εγώ δεν ημπορώ να ίδω αποθαμμένον άνθρωπον όπου εγνώρισα ζωντανόν, χωρίς να με ταράξη η σκέψις ότι κ' εγώ θ' αποθάνω. Έπειτα αν οι συγγενείς του εφαίνοντο φρόνιμοι και παρηγορημένοι, τούτο θα μ' επείραζε, διότι δεν αγαπώ τους εγωιστάς· αν πάλιν έκλαιαν και εθρήνουν, το θέαμα θα μου έκοπτε την όρεξιν ή θα εχαλούσε την χώνεψίν μου.

Εγνώριζεν ότι εκείνο το οποίον εφοβείτο και ήθελε ν' αποφύγη εξηρτάτο μάλλον από αυτήν την ιδίαν παρά από τον άνδρα της κ' εθεώρει περιττόν να ταράξη εις τα μύχια τον χωρικόν και να τον εμβάλη εις υποψίας.

Έβοσκε γοητευμένος, εφ' όσον εφώτιζε την γοητείαν του το έλαιον του λύχνου, εις τας μαγικάς πρασιάς των Τ ρ ι ώ ν Σ ω μ α τ ο φ υ λ ά κ ω ν, των Ε π τ ά θ α ν α σ ί μ ω ν α μ α ρ τ η μ ά τ ω ν και της Μ α λ β ί ν α ς, και ότε τέλος η περισσότερον αυτού νυστάζουσα θρυαλλίς ήρχιζε να αναδίδη καπνόν μάλλον ή φως, έκλειεν εκείνος τους οφθαλμούς και εξηκολούθει εν ονείρω την φανταστικήν του βοσκήν, ουδεμίαν έχων μέριμναν ή φροντίδα περί της αύριον, δυναμένην να ταράξη των ύπνων του την μακαριότητα.

Μη θέλοντας ο Κωσταντίνος να ταράξη την ησυχία της χώρας δεν τόκρινε εύλογο να παρατραβήξη το σκοινί, κι αφήκε τη φουρτούνα και πέρασε. Τον ακόλουθο όμως χρόνο προστάζει να γίνη δεύτερη Σύνοδο στην Τύρο, και προσκαλεί πάλι τον Αθανάσιο, τώρα όμως πια με φοβέρες. Μαζεύεται η Σύνοδο της Τύρος στα 335.

Μα η Έλσα μου έσπρωξε το χέρι, γιατί είδε πως ο μαλακός μου τρόπος έκρυβε μια παρηγοριά, που την περιφρονούσε. Ήθελε μόνο συμπάθεια. Το πρόσωπό της πήρε σιωπηλή, απλησίαστη έκφραση, σα να είχε υποτάξει όλο της το είναι στη φαντασία, που την κυρίευε και που δεν ήθελε ναφήση να της την ταράξη κανένας.

Έρριψε τους βραχίονας επάνω μου, ωχρότης νεκρική εχύθη επί του προσώπου του. Έν αχ! εξήλθε του στόματός του και έπεσεν εις τας αγκάλας μου λιπόθυμος . . . Ο γέρων έπαυσε και επί τινας στιγμάς επεκράτησε σιωπή· το δραματικόν τέλος της διηγήσεως μας είχε ταράξη ότε κάποιος μας είχε είπε: — Τώρα τον επίλογον, να τελειώσωμεν.

Και πίσω από το αεροκάμωτο τείχος ετόξευε σπηλιάδα σε σπηλιάδα τον άνεμο, καρτερώντας τη στιγμή να χυθή συφάμελος και να ταράξη τα σύμπαντα. Μα κ' εκείνες άρχισε να τις αισθάνεται η θάλασσα, τα πανιά μας να φουσκώνουν, να παίρνει δρόμο το πλεούμενο.

Όταν η μητέρα μου γύρισε στο σπίτι, ήτο σαν τρελλή από ανησυχία κιαγανάχτηση. Σε μένα όμως δε φανέρωσε τίποτε, για να μη με ταράξη και χειροτερέψη την κατάστασή μου. Τα μάγια και τα γιατρικά του δασκάλου γίνηκαν· αλλ' ωφέλεια δε μούκαμαν καμμία. Ο πυρετός έγινε καθημερνός. Σηκωνόμουν, πήγαινα μάλιστα και λίγο έξω, αλλ' ήμουν φοβερά εξασθενημένος, όρεξη δεν είχα κιόλα μου φαινόταν άνοστα.

Λέξη Της Ημέρας

χοντροπελέκητο

Άλλοι Ψάχνουν