Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 25 Ιουνίου 2025
— Του οποίου, βλουημένε, δεν σ' λέω πώς τσινάει καμμιά φορά, το ζωντόβολο; Ο Μανώλης ατρόμητος κρατεί διά της μιας χειρός το πηδάλιον κ' εκτείνων την άλλην, προσπαθεί να συλλάβη το ηνίον του όνου και συγκρατήση αυτόν. Αλλ' αι ριπαί του μαΐστρου επέρχονται αλλεπάλληλοι μετά χιονοβολής.
Εξελθών δε του κήπου και οχυρωθείς όπισθεν χονδρού κορμού ελαίας εφώναξε προς τον Στρατήν, όστις εξηκολούθει να παλαίη προς την αδελφήν του: — Μόνο 'γειά, μωρέ, και να σε βρω θέλω 'γώ και χώρις τουφέκι! Η Πηγή ανέπτυξεν υπερανθρώπους δυνάμεις διά να συγκρατήση τον αδελφόν της και να δώση καιρόν εις τον Μανώλην ν' απομακρυνθή.
Ο Ούρσος ανεστέναξε δις. — Ο Βινίκιος θα σου το είπη. — Δηλαδή τον εκτύπησες με μαχαίρι ή τον εφόνευσες με ράβδον; — Ήμην άοπλος. Ο Έλλην δεν ηδυνήθη να συγκρατήση τον θαυμασμόν του διά την υπεράνθρωπον δύναμιν του βαρβάρου. — Είθε ο Πλούτων . . . ήθελα να ειπώ . . . Είθε ο Χριστός να σε συγχωρήση.
Λοιπόν δεν επιστρέφει πάλιν οπίσω εις την ιδίαν ψυχικήν διάθεσιν, που είχε τότε που ήτο παιδάριον; Αμέ τι. Πολύ ολίγον λοιπόν θα ημπορούσε αυτός τότε να συγκρατήση τον εαυτόν του. Βέβαια πολύ ολίγον. Άραγε λοιπόν δεν λέγομεν ότι είναι πονηρότατος ο τοιούτος; Πολύ βεβαίως. Επομένως, καθώς φαίνεται, δεν γίνεται παλίμπαις μόνον ο γέρων, αλλά και ο μεθυσμένος. Λαμπρότατα το είπες, καλέ Ξένε.
Με τας χείρας, προς τα εμπρός τεταμένας, ωσάν να ήθελε ν' αποκρούση αόρατον εχθρόν, ώρμησε προς την θύραν και εξήλθεν εις την οδόν. Οι φανοί διεδέχονσο αλλήλους ανά παν βήμα. Κάθε χέρι εκρατουσε το φως του, φώτα παντού και μόνον ο Κλέων ευρίσκετο εις το σκότος . . . Εβάδιζε μηχανικώς, αδυνατών να συγκρατήση τα διανοήματά του. Η απροσδόκητος εμφάνισις της συζύγου τον εσύγχιζε φοβερά. Οποία τόλμη!
Τώρα ο πατέρας του πρέπει να προσπαθή να γίνεται σκληρός στην ανάμνηση, για να μην αφήση τον εαυτό του να κυριευτή από την απογοήτεψη και να συγκρατήση κι όλους τους άλλους. Δεν του επιτρέπεται ούτε και να συλλογίζεται πολύ. Ούτε ακόμα και να θλίβεται. Γιατί τότε θα ναυαγούσαν όλα.
Το άνθος ηρυθρίασεν εκ νέου και προσεπάθει να συγκρατήση αυτόν. Και έρως να συγκρατηθή προσεπάθει. Αλλ' απεσπάσθη και έφυγε, αφήσας μόνον έν δάκρυ επί των ερυθρών του άνθους πετάλων, το οποίον παρέσυρε το ερύθημα και εκυλίσθη μετ' αυτού εις την γην. Πλησιάζω και λαμβάνω το πρώτον δάκρυ, και λαμβάνω και το έσχατον.
Όταν εμπήκαν όλοι οι κατάδικοι του Τρία στο δωμάτιο, ο Βλαχογιώργος με κίτρινα τα χείλη από το φόβο του, γιατί ένιωθε πια τόρα πως είχε με λιοντάρια ανήμερα να κάμη, εστάθηκε στης πόρτας το διαπύλι. — Τούνους ήταν του σκαμνί, ουρέ ζιαγάρια; ρώτησε με θυμό, κ' επάσκιζε να συγκρατήση το σαγόνι του που ξέφεβγε κ' επάγαινε να ξεκολλήση απ την τρομάρα του.
Εκείνη ύψωσε δειλά την κεφαλήν και το βλέμμα . . . Ο Κλέων έρρηξε κραυγήν άλγους . . . . Ενώπιόν του ίστατο η σύζυγός του, ή μάλλον ένας σκελετός ρακένδυτος, εμπνέων οίκτον . . . . Έκαμεν έν βήμα εμπρός ακόμη, αλλοφρονών και τείνων τας χείρας, ως ενώπιον φάσματος . . . . Παρήλθον ολίγα δευτερόλεπτα, στιγμαί αγωνίας, καθ' ας ο Κλέων εζήτει να συγκρατήση τας σκέψεις του . . .
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν