Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 13 Ιουνίου 2025


Αλλ' ο Βινίκιος, μεθ' όσα είχεν ακούσει εις την συνάθροισιν, δεν ετόλμα πλέον τίποτε να ζητήση. Κατεφίλει τους πόδας του Αποστόλου, εστήριξεν επ' αυτών το μέτωπον κλαίων και εζήτει οίκτον διά της σιωπής του. — Ειξεύρω. Απήγαγον την παρθένον, την οποίαν αγαπάς. Δεήθητι δι' αυτήν, είπεν ο Απόστολος.

Όλα λοιπόν, είπε καθ' εαυτόν, όλα θα μου έρχωνται ανάποδα! — Και ποίος είναι αυτός σου ο γαμβρός; υπέλαβεν η εξαδέλφη μετά τινας στιγμάς σιωπής, χωρίς να διακόψη την εργασίαν της. — Ο Κύριος Πλατέας. Η εξαδέλφη έπαυσε διά μιας το ράψιμον και ύψωσε προς τον Λιάκον τους οφθαλμούς, πλήρεις φαιδράς εκπλήξεως. — Ο Κύριος Πλατέας! ανέκραξε. Και ήρχισε να γελά, να γελά!

Ο Κύριος ημών αντεμετώπισεν όλας τας μικροπρεπείς ερωτήσεις του διά του μεγαλείου της σιωπής. Προς τοιούτον άνθρωπον, ο λόγος θα ήτο βεβήλωσις. Τότε όλη η αγρία χυδαιότης του ανθρώπου εξήλθεν εις την επιφάνειαν άνω του επιχρίσματος της επιπολαίου μορφώσεως. Κατεγέλασαν τον Ιησούν, αυτός και οι νόθοι οι αυλικοί του, Τον κατεγέλασαν ως Ιερέα και ως Προφήτην.

Ας επίσχωμεν μικρόν εδώ διά ν' απαντήσωμεν εις το φυσικόν άλλως ερώτημα περί της σιωπής των Συνοπτιστών ως προς το μέγα τούτο θαύμα. Διά να πραγματευθή το υποκείμενον εις το πλήρες έπρεπε να γράψη μακράν πραγματείαν περί της συστάσεως και κατασκευής των Ευαγγελίων, και πάλιν οι πολέμιοι δεν θα έπαυον να προβάλλωσι νέας εκάστοτε ενστάσεις κατά της γνησιότητος και της αξιοπιστίας των.

Ησθάνοντο ενώπιον της σιωπής εκείνης ως εάν αυτοί ήσαν οι ένοχοι και Εκείνος ο δικαστής. Και επειδή παν φαρμακερόν βέλος των έπιπτεν άπρακτον εις τους πόδας, ως να εθραύετο κατά της αδαμαντίνης ασπίδος της αθωότητός Του, ήρχισαν να φοβώνται μήπως, μεθ' όλα ταύτα, η δίψα των διά το αίμα του μείνη άσβεστος, και η σκευωρία των ανατραπή.

Μετά τινας δε στιγμάς σιωπής παρετήρησε μετά σεβασμού και συστολής: — Είνε αμαρτία, παιδάκι μου! Αμαρτία από τον Θεό! — Το βλέπω κ' εγώ, κυρά-μητέρα, πως είνε αμαρτία, μεγάλη, μάλιστα, που θέλουν να μου πάρουν τα δέκατα, και αναγκάζουμαι, βλέπεις, τέτοιες μέρες να πάγωτο Σκόπελο! — Ώστε δεν θα γείνη πάλι ο γάμος;

Μετ' ολίγον πάλιν επανήρχετο ο Αλέξανδρος με στολήν ιεροφάντου και εν μέσω γενικής σιωπής έλεγε μεγαλοφώνως «ιή Γλυκών» • απήντων δε οι ακολουθούντες, δήθεν Ευμολπίδαι και κήρυκες, οίτινες ήσαν Παφλαγόνες με υποδήματα εξ ακατεργάστου δέρματος και αναδίδοντες βαρείαν οσμήν σκόρδου, «ιή Αλέξανδρε».

ΑΜΛΕΤΟΣ Απόψε θέλει εγώ φρουρήσω ίσως και πάλι περπατήση. ΟΡΑΤΙΟΣ Το εγγυούμαι. ΑΜΛΕΤΟΣ Εάν πάρη το σχήμα του αγαθού πατρός μου, θα του ομιλήσω και αν το στόμ' ανοίξη ο Άδης σιγήν να μου προστάξη· και, παρακαλώ σας, αν την όψιν αυτήν έχετε ως τώρα κρύψη, 'ς την φυλακήν ας μείνη ακόμη της σιωπής σας, και ό,τι άλλο τύχη να συμβή τούτην την νύκτα, δώστε του τόπον εις τον νουν και όχιτην γλώσσαν.

Ας εγίνετο λοιπόν το συμπόσιον εκείνο πραγματικόν συμπόσιον! Πατρικός άρχων δεν έπρεπε ποσώς να επιβάλλη εις τους υπηκόους του το βασανιστήριον της σιωπής του. — Μη είσαι αδυσώπητος! επανέλαβεν εν χορώ η ομήγυρις. Ο Νέρων εξέτεινε τας χείρας, μαρτυρών ότι τον εβίαζον και ότι υπεχώρει. Τα πρόσωπα πάντων έλαβον έκφρασιν ευγνωμοσύνης και όλων οι οφθαλμοί εστράφησαν προς αυτόν.

Και απλή περιέργεια αν ήτο το συναίσθημά της, έπρεπε να μεταβή πλέον η Θωμαή εις Αθήνας. Να βεβαιωθή και να ησυχάση. Να τον συναντήση. Να έλθη εις εξηγήσεις μετ' αυτού και μάθη τι είνε το αίτιον της απομακρύνσεώς του και της σιωπής του. — Η θεια-Αννούσα, έλεγε προς την μητέρα της, το ξεύρω ότι φαντάζεται, σαν γρηά όπου είνε, μα οι άλλοι; αδύνατον να εγελάσθηκαν όλοι.

Λέξη Της Ημέρας

στάθη

Άλλοι Ψάχνουν