United States or Andorra ? Vote for the TOP Country of the Week !


Τότε η ντόνα Έστερ σηκώθηκε ακουμπώντας το χέρι στη ράχη του πάγκου και στάθηκε παρατηρώντας τους σοβαρή. «Τι καλός μου λες;», είπε η Νοέμι, χωρίς να γελά πια. «Είναι γέρος τώρα και δεν μπορεί πια να κοροϊδεύει τον κόσμο∙ αυτό είναι όλο!

Μώρχονταν να ξεκαβαλλικέψω, και καταιβαίνοντας ν' αγκαλιάσω και να φιλήσω ό τι έβλεπα κι' εύρισκα μπροστά μου: χώμα, πέτρες, χαμόκλαδα, δέντρα ..... αλλ' ο πόθος μου να φτάσω όσο το δυνατό γληγορώτερα στη ράχη, που είταν μπροστά μου, και μ' εμπόδιζε να ιδώ το Χωριό μου, το σπίτι μου, δε μ' άφινε, να καταιβώ και να εκτελέσω τούτον τον άγιο σκοπό.

Δε φέβγω εγώ όχι, τ' όπλο σου στη ράχη δε μου μπήγεις, Μον ίσα εδώ θα σου ρηχτώ, και τρύπα μου τα στήθια αν σ' τόταξε ο θεός. Μα δες να μου γλυτώσεις πρώτα 285 απ' το χαλκό μου, που αχ! στο κριάς να σου χωνέψει μέσα! Ας πας εσύ, και τότες πια σου δείχνω εγώ αν νικούνε οι Τρώες μου· τι η πιο βαριά κατάρα εσύ τους είσαι

Είναι κάτι σαν αντλίες… τέλος πάντων, δεν μπορώ να τις περιγράψω!» Η Νοέμι άκουγε σιωπηλή, χαϊδεύοντας τη ράχη του γάτου που γουργούριζε στην ποδιά της ηδονικά. Άκουγε, αλλά η σκέψη της έτρεχε μακριά. «Ήσασταν στην ύπαιθρο; Λένε πως εκεί όλα είναι ακριβά.

Μοιριολογάει με φωνή και τρομασμένα αχείλια. » Ο Ταύρος δεν εβάσταξε με τόση αντριά και θάρρος, » Του Έρωτα το φόρτωμα και αγάπης του το βάρος, » Αυτά τον πρωτοδέχτηκαν της Κρήτης τότε οι τόποι, 175 » Οπού ήφερνε στη ράχη του την ώμορφην Ευρώπη· » Διαβαίνοντας το πέλαγος οπού χωρίζει πέρα » Την Κρήτη από την Αίγυπτο σε μοναχήν ημέρα, » Καθώς εμένα ο Μπάκακας στης πλάταις του ο καϋμένος » Μες τ' αφρισμένα κύματα με φέρει φορτομένος. 180

Έφθασα »'Σ του Μέτσοβου τη ράχη, » Κοντάτο γλυκοχάραγμα, » Που ο πετρίτης 'βγαίνει.» « Κ' εκεί με του Αβδή-πασσά » Τ' ασκέρια πολεμάω. » Τα καταστρέφω. Έφυγα «'Σ το 'Νάπλι κατεβαίνω. » Και από αρχιστράτηγος » Στρατάρχης ανεβαίνω. » Εκεί 'πεθνήσκω. Τούρκους πλειό » Δεν 'μπόρεσα να φάω.» Ο Γρίβας εσιώπησε.

Κ' είδες σ' άλλην οικογένεια, που είναι ποιος άρρωστος, ποιος αδύνατος, και κανείς δε δουλεύει, πόση γρίνια και δυστυχία σωριάζεται; Ο καθένας ρίχνει τα λάθη στου αλλουνού τη ράχη, και δε βοηθούνται αναμεταξύ τους, και μαλώνουν ατέλειωτα. Έτσι και το έθνος. Είναι μιαν οικογένεια από κοινότητες.