Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 27 Μαΐου 2025
Ο Φλώρος κατορθώσας να σχίση το πλήθος υπεστήριζεν εις τας αγκάλας του την δύστηνον Ιωάνναν, ης η ωχρότης αύξανε ανά πάσαν στιγμήν, μέχρις ου υψώσασα προς ουρανόν το θνήσκον βλέμμα της, ίνα ίσως ενθυμίση εις τον εκεί κατοικούντα ότι μέχρι τελευταίας σταγόνος εξεκένωσε το ποτήριον, απέδωκε το πνεύμα ψυθιρίζουσα το του Ησαΐου. «Τ α ς σ ι α γ ό ν α ς μ ο υ έ δ ω κ α ε ι ς ρ α π ί σ μ α τ α, τ ο π ρ ό σ ω π ο ν μ ο υ ο υ κ α π έ σ τ ρ ε ψ α α π ό α ι σ χ ύ ν η ς κ α ι ε μ π τ υ σ μ ά τ ω ν».
Θα τους ακούς να λένε: — Τι ποίησις χυδαία! τι στίχοι τετριμμένοι! τι πνεύμα χλιαρό! πού έξαρσις; πού μία πρωτότυπος ιδέα; τουλάχιστον να είχαν χαρτί γυαλιστερό! — . Κι' ίσως για σας κανένας φιλάργυρος φανή, και καταθυμωμένος την ώρα βλασφημήση, οπού συνδρομτής σας του ήλθε να γενή, και μ' όλη την καρδιά του τα φράγκα του θρηνήση.
Είχε το μειονέκτημα να μην αποδίδη παρά το λιγώτερο αρχαίο από τα ποιήματα του Τριστάνου, εκείνο οπού το παληό βαρβαρικό στοιχείο είχεν εντελώς αφομοιωθή με το πνεύμα και τα έργα της ιπποτικής Αγγλογαλλικής κοινωνίας. Ο κ.
Αλλ' εν ώρα νυκτός, ότε οι άνθρωποι δεν εργάζονται, ουδεμία κλήσις καθήκοντος απήτει την παρουσίαν Του εντός των τειχών της Ιερουσαλήμ· και όσοι γνωρίζουσι την ρυπαρότητα των παλαιών πόλεων δύνανται κάλλιστα να φαντασθώσι την ανακούφισιν την οποίαν ησθάνθη το Πνεύμα Του όταν εδυνήθη να εκφύγη από τας στενάς οδούς και τας πολυσυχνάστους αγοράς, να διασχίση την χαράδραν και να ανέλθη την πρασίνην κλιτύν την πέραν ταύτης, και να είνε μόνος μετά του Ουρανίου Πατρός Του υπό τον αστερόεντα ουρανόν.
Όταν μου διηγήται για την αγαθή του μητέρα· πώς επί της κλίνης του θανάτου παρέδωκεν εις την Καρολίναν το σπίτι της και τα τέκνα της, και του εσύστησε την Καρολίναν• πώς από τον καιρό εκείνο ένα όλως διόλου άλλο πνεύμα εμψύχωσε την Καρολίναν· πώς αυτή ως προς την φροντίδα του νοικοκυριού της και ως προς την σοβαρότητα έγεινεν αληθινή μητέρα· πώς καμμίαν στιγμήν του καιρού της δεν επέρασε χωρίς ενεργόν αγάπην, χωρίς εργασίαν και όμως η φαιδρότης της, η ευθυμία της ποτέ δεν την άφησαν, — Περιπατώ πλησίον του, και μαζεύω άνθη στο δρόμο· τα συμπλέκω με πολλήν προσοχήν εις ανθοδέσμην, — και τα ρίπτω εις το ποτάμι, που τρέχει δίπλα, και τα παρακολουθώ με το βλέμμα πώς ήρεμα κατέρχονται. — Δεν ηξεύρω αν σου έγραψα ότι ο Αλβέρτος θα μένη εδώ και θα λάβη μίαν θέση με καλό μισθό από την Αυλήν, όπου αγαπάται πολύ.
Έβλεπον τα κιτρινωπά του γηραιού Γάγγου κύματα μεγαλοπρεπώς κυλιόμενα προ των οφθαλμών μου· τας ημιγύμνους των Ινδιών θυγατέρας επί της όχθης αυτού, επιθετούσας μετά θρησκευτικής προσοχής επί των αργών του υδάτων τα αναμμένα αυτών λυχνάρια, και παρακολουθούσας τον πλουν των λυχναρίων τούτων μετά παλμών καρδίας και δακρυβρέκτων ομμάτων, όπως ίδωσιν εάν ο εκλεκτός αυτών τας αγαπά. — Και έβλεπον μεταξύ αυτών μίαν προ πάντων, τόσον γνωστήν, τόσον οικείαν και τόσον εξέχουσαν των άλλων κατά την καλλονήν και το πνεύμα, ήτις και αύτη ετοποθέτει διά των λευκών δακτύλων της ευλαβώς έν μικρόν, ελαφρόν λυχνάριον επί των υδάτων του Γάγγου, και παρηκολούθει τας κινήσεις αυτού με τους ωραίους γαλανούς οφθαλμούς της, και έβλεπεν, ότι, όσω και αν απεμακρύνετο απ' αυτής το φλογίδιον του λύχνου, δεν εβυθίζετο, δεν εσβύνετο, και εσκίρτα ως δορκάς εξ αγαλλιάσεως, και ανεφώνει δακρύουσα, «με αγαπά! με αγαπά! θα πετάξω από τ η ν χ α ρ ά ν μ ο υ!» Και φλογερός πόθος διέκαιε την καρδίαν υπό τα στέρνα μου και απεφάσιζα απαρεγκλίτως να μεταβώ εις Καλκούτταν.
Το ομολογώ πως ημπορούσα με δίκαιον τρόπον να φοβηθώ, ότι εκείνο που είπα να μην ήθελεν εύρη πολλήν πίστιν εις το πνεύμα τους· μα οι γυναίκες της καλής επιθυμίας εκυριεύθησαν από τον θαυμασμόν.
— Ύπαγε και ζήτησον παρά του Θεού συγχώρησιν των πταισμάτων σου, της είπε με ύφος σκυθρωπόν, φύγε πριν το πονηρόν πνεύμα, το οποίον σε εμάγευσε, σε οδηγήση εις τελείαν κατάπτωσιν και πριν αρνηθής τον Σωτήρα. Είθε να αποθάνης . . . Διέκοψεν αποτόμως τον λόγον του παρατηρήσας ότι δεν ήσαν μόνοι.
Και για να μιλήσουμε σοβαρά, ποια η ωφέλεια της κριτικής της Τέχνης; Γιατί να μην αφίνεται μονάχος κ' ελεύθερος ο καλλιτέχνης να πλάθη καινούριον κόσμο, σαν θέλει κι όχι να ζωγραφίζη τον γνωστό μας κόσμο, που, φαντάζομαι, πόσο θέλαμε τον βαρεθή, αν η τέχνη με το λεπτό της εκλεκτικό πνεύμα και το αβρό της ένστικτο της διαλογής δεν τον εξάγνιζε για μας και δεν τον τελειοποιούσε προς στιγμήν; Μου φαίνεται πως η φαντασία σκορπίζει, ή θάθελε να σκορπίση, γύρω της μοναξιά και ό,τι εργάζεται καλύτερα στη σιωπή και την ερημιά.
Κρίτων Ναι, μα την αλήθεια, Σωκράτη· κάποιο πράγματι υπέρτερον πνεύμα, μου φαίνεται, πως θα ήτανε, και πολύ μάλιστα υπέρτερον. Αλλά λέγε μου τώρα, εζητήσατε καμμίαν άλλην τέχνην κατόπιν; και την ευρήκετε επί τέλους, ή δεν την ευρήκετε εκείνην που εζητούσετε;
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν