Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 4 Ιουνίου 2025
Όθεν έλαβε τον άνθρωπον, τον εθεράπευεε, και τον απέπεμψε. Και είτα εδανείσθη, ως και άλλοτε, επιχειρήματα εκ της ιδίας πείρας των. «Τις εξ υμών θα έχει υιόν ή και βουν, όστις να εμπέση εις φρέαρ, και θα τον αφήση να πνιγή εν ημέρα Σαββάτου;» Η ευτελής σκευωρία των απέληξε μόνον εις αδέξιον σιωπήν, και δεν ήσαν αρκετά γενναίοι ώστε ν' αναγνωρίσωσι την ήτταν των.
Δεν αρκεί ότι τον μιμείται εις την πήραν, την βακτηρίαν και τον ρυπαρόν μανδύαν• αυτά είναι εύκολα και ακίνδυνα και δυνατά εις όλους• το σπουδαίον είναι να τον μιμηθή εις τα σοβαρά και τα σπουδαία και τα δύσκολα και αφού ανάψη πυράν από κλάδους συκής, όσον το δυνατόν χλωρούς, να πέση επ' αυτής και να πνιγή εις τον καπνόν.
Αυτός δε-—διότι πλέων πλησίον του πλοίου ήκουα πάντα τα λεγόμενα επ' αυτού — Αφού ελάβετε αυτήν την απόφασιν, είπεν, αφήσατέ με τουλάχιστον να στολισθώ, να ψάλω ένα θρήνον προς τον εαυτόν μου και να πέσω μόνος μου εις την θάλασσαν. Οι ναύται του έδωκαν την άδειαν, αυτός δε, αφού έψαλε κάτι πολύ συγκινητικόν, έπεσεν εις την θάλασσαν διά να πνιγή.
Κ' εις τον ανεμοστρόβιλον επάνω καθισμένος, 'σαν βρέφος νεογέννητον κι' ολόγυμνον, ο Οίκτος, — ή με μορφήν των Χερουβείμ, που σχίζουν τον αιθέρα 'ς τους αοράτους τ' ουρανού επάνω ταχυδρόμους, — την φρίκην του ακούσματος θα την διασκορπίση με ήχον τόσον φοβερόν 'ς τα 'μάτια των ανθρώπων, ώστ' ο αέρας θα πνιγή απ' το πολύ το δάκρυ!
Ο μεταβαίνων να λουσθή, όπως και ο μεταβαίνων να πολεμήση, έχει πολλάς πιθανότητας να μη γυρίση. Διατί να μη εισαχθούν εις τα στρατιωτικά γυμνάσια και τα θαλάσσια λουτρά, ως ασκήσεις θάρρους; Υποθέτω ότι οι διοικούντες τον στρατόν μας κατά τον πόλεμον δεν είνε κολυμβηταί, άλλως θα ήσαν πλέον ριψοκίνδυνοι ή θα είχαν πνιγή, ότε δεν θα επαθαίναμεν ίσως όσα επάθαμεν.
Ετόλμησεν άπαξ να είπη ο πτωχός αστυνόμος, βλέπων ότι το αστείον του πείραμα εκινδύνευε να γείνη σοβαρά του βαλαντίου του τραγωδία. Αλλά πού να πνιγή ο λύκος! Εκείνος δεν έτρωγε· κατέπινε.
Όθεν μίαν νύκτα όπου εκοιμώμουν με την νέαν μου σύζυγον εις το κρεββάτι, μας έρριψαν και τους δύο εις την θάλασσαν διά να πνιγούμεν· αλλ' η γυναίκα μου που ήτο μία Εξωτική, ευθύς με έπιασεν από το χέρι και με έβγαλε αβλαβή εις ένα πλησίον νησί· κατ' άλλον τρόπον εγώ βέβαια ήθελα πνιγή.
Δεν έτυχε ποτέ να ιδής ξανθομαλλούσαις τέτοιαις Να συγκρατιούνται 'ςτό χορό, να σειούνται, να λυγιούνται, Κι' απ' τα γλυκά τραγούδια τους ν' αντιλαλή το ρέμμα. . . Αχ! νάταν τρόπος μια απ' αυταίς απόψι να φιλήσω, Κι' όλος ο κάμπος ας πνιγή και τα βουνά ας κλεισθούνε. — Και τέτοια νύχτα εδιάλεξες να πηλαλάς 'ςτά δάση; — Σώπα, σεΐζη, δε φτουρώ τη φλόγα της αγάπης. Θα πάω απόψι, κι' ας χαθώ.
Συμβαίνει δήλα δή εις ταύτα τα έντομα όμοιόν τι με το συμβαίνον, εάν τις πνίγη τι εκ των αναπνεόντων κρατών το στόμα αυτού. Διότι και ταύτα διά του πνεύμονος ποιούσι την ανύψωσιν του στήθους . Αλλ' η τοιαύτη κίνησις δεν προξενεί εις ταύτα ικανήν κατάψυξιν, εις τα έντομα όμως παράγει αρκετήν.
Εις αυτάς τας στιγμάς, η Φραγκογιαννού είχε λησμονήσει την πρώτην ιδέαν της — ότι ο Θεός ηθέλησε να εισακουσθή η ευχή της και να πνιγή η παιδίσκη. Είτα ευθύς πάλιν ο λογισμός ούτος της επανήλθεν εις τον νουν — και ακουσίως εγέλασε πικρόν γέλωτα. Εν ριπή οφθαλμού απεφάσισε τι έπρεπε να κάμη. «Ας πάω στο σπίτι, είπε μέσα της.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν