Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 6 Ιουνίου 2025
Την ερχομένην αυγήν η Μεδινά εξύπνησε την Χαλιμάν πλέον ενωρίτερα και άρχισε την συνέχειαν της ιστορίας κατά τον ακόλουθον τρόπον.
Την ερχομένην ημέραν, εκεί που η βασιλοπούλα Φαρουχνάζη ετοιμάζετο διά να υπάγη κατά την συνήθειάν της εις το λουτρόν, της έρχονται είδησες ότι ο αδελφός της ο Φαρκούζης έπεσεν άρρωστος με ασθένειαν βαρυτάτην, ο δε βασιλεύς Τογρούλμπεης, ο πατέρας του που τον αγαπούσεν υπερβολικά, έκαμεν ευθύς να κράξουν τους πλέον εμπείρους ιατρούς της βασιλείας του, οι οποίοι ερχόμενοι και βλέποντες την βαρυτάτην του ασθένειαν, κανείς δεν ημπόρεσε να υποσχεθή να τον ιατρεύση.
Με μεγάλην έκπληξίν των τότε οι άνθρωποι είδαν τον κυρ-Βαρσαμόν να επανέρχεται από την Σύρον με φορτίον εμπορευμάτων, κάσσες και κασσέλες και αντί γεωμήλων να έχη πλέον καφέδες, και αντί καστάνων και λεμονίων, μοσχοκάρυα και χαλβάδες εις το μικρόν μαγαζείον του.
Τελευταίον είχε τας ελπίδας του εις τον ειρηνοδίκην, αλλά και ούτος, μαθών κ' ερευνήσας το συμβάν, απήντησεν εκ του βάθους της μηλωτής του: — Κ' εγώ ο ίδιος 'ς το δικαστήριο, κυρ-Δημάκη θα σου πω: Καλά ήτανα τ' ακρογιαλά; Έκτοτε δεν εφάνη πλέον εν τη νήσω ο κυρ-Δημάκης, ο φοβερός δεκατιστής, ουδέ ηκούσθη τι περί αυτού. Απήλθεν ως ήλθε.
Ωστόσο ο Αγαθούλης υπερτερούσε κάπως τον Μαρτίνο, στο ότι έλπιζε πάντα να ξαναϊδή τη δεσποινίδα Κυνεγόνδη, ενώ ο Μαρτίνος δεν έλπιζε τίποτα: επί πλέον είχε χρυσάφι και διαμάντια· και μολονότι είχε χάσει εκατό μεγάλα πρόβατα κόκκινα, φορτωμένα από τους πιο μεγάλους θησαυρούς της γης, μολονότι είχε πάντα στην καρδιά του την ατιμία του ολλανδού πλοιάρχου, ωστόσο, σαν συλλογιζόταν αυτά, που του μείνανε στις τσέπες, και σαν μιλούσε για την Κυνεγόνδη, μάλιστα στο τέλος του φαγητού, έκλινε τότε προς το σύστημα του Παγγλώσση.
Πρώτον ως προς τους οφθαλμούς, ότι αυτό το οποίον ονομάζεις χρώμα λευκόν δεν είναι κανέν πράγμα το οποίον υφίσταται έξω από τους οφθαλμούς σου, ούτε μέσα εις αυτούς, ούτε πρέπει να προσδιορίσης δι' αυτό ιδιαίτερον τόπον, διότι τότε πλέον θα είχε ωρισμένην θέσιν και θα έμενε σταθερόν, και δεν θα ευρίσκετο εις τον δρόμον της γεννήσεως. Θεαίτητος. Πώς όμως; Σωκράτης.
Ό,τι έγεινε έγεινε πλέον! αλλά είναι καλόν το κακόμοιρον και κολυμβά πολύ καλά, κολυμβά μάλιστα καλλίτερα από τ' άλλα μου. Νομίζω ότι όσον μεγαλώνει θα ευμορφαίνη, και ίσως με τον καιρόν μικραίνει. Έμεινε πολύν καιρόν εις το αυγόν, και διά τούτο δεν είναι καλοκαμωμένον. Και ενώ έλεγεν αυτά του ετζίμπησε τον λαιμόν και εδιώρθωσε τα πτερά του. Το κάτω κάτω, επρόσθεσεν, είναι αγόρι και δεν πειράζει.
Ούτε του Αίαντος η επταβόειος ασπίς θα δυνηθή να περιστείλη τους ισχυρούς παλμούς της καρδίας μου· ω, ανοίξατε πλευρά μου! ανάπτυξον άπαξ, καρδία μου, δύναμιν μεγαλειτέραν από το περικλείον σε στήθος, και διάρρηξον το εύθραστον περίβλημά σου! — Σπεύσον, Έρως, σπεύσον. — Δεν είμαι πλέον στρατιώτης. Φύγετε, ω τεθραυσμένα λείψανα της πανοπλίας μου· σας έφερα εντίμως. Άφες με ολίγον.
Την φοράν μάλιστα ταύτην, επειδή ήτο πληθώρα καταδίκων, το θέαμα επρομηνύετο μεγαλοπρεπέστερον. Θέλοντες να αποτελειώσουν τους χριστιανούς και να περιστείλουν την επιδημίαν, ήτις εκ των φυλακών εξετείνετο επί μάλλον και μάλλον ανά την πόλιν, ο Καίσαρ και ο Τιγγελίνος είχον κενώσει όλα τα υπόγεια, εις τρόπον ώστε δεν έμενον πλέον ειμή δεκάδες τινές ατόμων, φυλαττομένων διά το τέλος των αγώνων.
Έτρεξεν η αθλία αλλά δεν ησθάνετο πλέον δυνάμεις ακμαίας. Η αϋπνία των περασμένων νυκτών, η κακοπάθεια, αι συγκινήσεις την είχον καταβάλει. Τα μέρη, τα οποία είχεν ονομάσει ο Καμπαναχμάκης, απείχον πολύ, δεν ηδύνατο να οδοιπορήση προς τα εκεί εις την ασέληνον νύκτα.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν