Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 6 Ιουνίου 2025
Τίποτα πλέον δεν εύρισκε κανείς να του παινέψη. Πάει και η καλή καρδιά, πάει και η γρήγορη γολέτα, πάει και η όμορφη γυναίκα του. — Δε λέτε, παιδιά, τίποτα να ζεσταθούμε; Και με τον λόγο εφάνηκε μαύρος όγκος στην ανοικτή θυρίδα, εκύλισεν από τη σκάλα κάτω στην πλώρη Κώστας ο θερμαστής, βαρυτυλιγμένος στην πατατούκα του. Έκανε κρύο δυνατό.
Το αυτό λοιπόν πάθος και άλλα τοιαύτα πάσχουσαι σφοδρώς αι περιφοραί, όταν τύχη να 44. | συναντήσωσι πράγμα τι εξωτερικόν ανήκον εις την τάξιν του ταυτού ή του ετέρου, τότε, λέγουσαι ότι αυτό είναι ταυτόν προς τι και διάφορον άλλου εναντίον της αληθείας, γίνονται ψευδείς και ανόητοι, και ουδεμία υπάρχει πλέον μεταξύ αυ- τών περιστροφή άρχουσα και κυβερνώσα τας άλλας.
Εάν δε και εναντίον της χώρας ημών έλθουν μετά πεζού στρατού, ημείς θέλομεν πλεύσει εναντίον της χώρας εκείνων, και δεν θα είναι πλέον το αυτό να λεηλατηθή μέρος τι της Πελοποννήσου και η Αττική ολόκληρος· διότι οι μεν Πελοποννήσιοι δεν θα δυνηθούν να καταλάβουν άλλην χώραν αμαχητί, η δε ιδική μας χώρα είναι πολλή εις τας νήσους και εις την ξηράν· διότι είναι τι μέγα η κυριαρχία της θαλάσσης.
Τα ξανθά παιδία έσπευσαν κ' έλαβαν το αιγίδιον, το χριστουγεννιάτικον δώρον των, και κυνηγούντα αυτό εις την μεγάλην αίθουσαν, τριζοκοπούσαν και από την σαθρότητα και από την χαράν, ηυφραίνοντο, τα ξανθά παιδία, και μετ' αυτών ηυφραίνοντο έτι πλέον, οι ευδαίμονες γονείς και η πολυπαθής μάμμη, κ' εγέλα, θαρρείς, κ' ηγάλλετο αγαλλίασιν πνευματικήν το πένθιμον και κατηφές εκείνο μέγαρον των φαντασμάτων.
Καιρός διά ψάρευμα δεν ήτο πλέον. Η βάρκα δεν εφάνη να γυρίση. Οι ναυτικοί έλεγον ότι ο άνεμος δεν θα επέτρεπε να πλησιάσουν οι τρεις αλιείς εις την απέναντι στερεάν, αλλ' ή θα ευρίσκοντο τρυπωμένοι είς τινα μικράν αγκάλην της ακτής της νήσου, ή έπρεπε να ερριψοκινδύνευσαν να επαναπλεύσουν εις τον λιμένα. Πιθανόν να ήσαν εις το πέλαγος.
Αλλ' η παράδοσις εκείνη και η απαισία φήμη, ήτις εδόξασε το πολύπαθές του γήρας, επέφεραν το αληθές πλέον και αμετάκλητον αυτού τέλος. Τα παιδία της συνοικίας ήρχισαν να διώκωσιν όλα εναμίλλως και να λιθοβολώσιν ασπλάχνως τον ταλαίπωρον βρυκόλακα. Ουδ' έλεος πλέον ουδέ χάρις προς το υπερφυσικόν εκείνο και απαίσιον ον, όπερ ετόλμησε να επανέλθη από τον κάτω εις τον επάνω κόσμον.
Η εντός ωρισμένου και ουχί μακρού χρόνου εκτέλεσις της θανατικής αποφάσεως εθεωρήθη πανταχού επιβαλλομένη, όχι μόνον προς επιτυχίαν του σκοπού της ποινής αλλά και υπό του οφειλομένου εις τον μέλλοντα να την υπομείνη ανθρωπίνου οίκτου. Εις τι τω όντι δύναται να χρησιμεύση η παράτασις της αγωνίας του ουδέν πλέον δικαιουμένου να ελπίζη ;
Συγχρόνως χιονόνερον κατάπυκνον εθάμβωσε τους οφθαλμούς του και δεν είδε πλέον τίποτε. Ήκουσε μόνον ροήν αφρίζοντος ύδατος, πληρούντος την «Γαλανομμάταν» κ' ησθάνθη τον πάτερ-Γαλακτίωνα μυκώμενον: «Του οποίου πνιγήκαμε, καπετάνιο μου!» Άλλο τίποτε δεν ήκουσε πλέον ο Μανώλης, ούτε είδε.
Μίαν φοράν λοιπόν είχε σταθή κάπου εκεί σύννους από το πρωί, προσηλωμένος εις κάτι, και επειδή το πράγμα δεν επήγαινε, φαίνεται, καλά, δεν παρητείτο, αλλ' εξηκολούθει να μένη εκεί ακίνητος ζητών να εύρη εκείνο που ήθελε. Είχεν έλθει ήδη μεσημβρία και πολλοί είχαν πλέον μυρισθή το πράγμα και εκοινολογείτο από τον ένα εις τον άλλον ότι ο Σωκράτης από την αυγήν εστέκετο εκεί κάτι συλλογιζόμενος.
Επί πλέον θα είπω τα εξής: Μεταξύ των δούλων σας δυνατόν να υπάρχουν, εν αγνοία σας, χριστιανοί, επειδή η θρησκεία αύτη εξηπλώθη ήδη πανταχού. Εκείνοι αντί να σας υπηρετούν θα σας προδίδουν. Έχετε μικράν υπομονήν. Τας ημέρας αυτάς δεν έπαυσα να εισέρχωμαι εις τα καπηλεία, όπου η γλώσσα των ανθρώπων λύεται, ούτε εις τα αρτοπωλεία. Διέτρεξα όλας τας οδούς και τα αδιέξοδα.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν