United States or Saint Kitts and Nevis ? Vote for the TOP Country of the Week !


ΜΑΚΒΕΘ Ιδέ, κι' αυτοί με την καρδιάν ευχαριστώ σου λέγουν. Καθίσετ' όλοι σας. Εδώτην μέσην θα καθίσω, Χαρήτε, ξεφαντώσετε. — Τώρα ευθύς θα έλθω να πιω εις την υγείαν σας. Γεμάτο αίμα είνε το πρόσωπόν σου, άνθρωπε! ΔΟΛΟΦΟΝΟΣ Είναι του Βάγκου αίμα! ΜΑΚΒΕΘ Καλλίτερα επάνω σου ή μέσατο κορμί του! Τον εξεκάμετε; ΔΟΛΟΦΟΝΟΣ Εγώ έκοψα τον λαιμό του!

Τότε, μέσα στα σκοτάδια που τον τύλιγαν σαν να άναψε ένα μακρινό φως: η θέληση να παλέψει με το θάνατο. Ξεσκέπασε το πρόσωπό του και μίλησε. «Ντόνα Έστερ, είμαι καλύτερα. Δώστε μου να πιώΈτρεξαν και οι δυο αδελφές και η Νοέμι η ίδια του ανασήκωσε το κεφάλι και του έδωσε να πιεί. «Μπράβο Έφις! Έτσι είναι καλά. Ξέρεις τι θα γίνει σήμερα

Σεις μεν λοιπόν, είπε, Σιμμία και Κέβη, και οι άλλοι καθείς με την σειράν του εις κάποιον καιρόν θα κάμητε το ταξείδιον τούτο· η δε ειμαρμένη, καθώς θα έλεγεν είς ποιητής τραγικός , προσκαλεί τώρα εμέ και επάνω κάτω είναι η ώρα μου να διευθυνθώ εις το λουτρόν. Διότι είναι καλύτερον βέβαια να πίω το δηλητήριον, αφού λουσθώ, και να μη δώσω ενόχλησιν εις τας γυναίκας.

Τότε ο πονηρότατος εκείνος, είτε Κανείς είτε Οδυσσεύς ονομάζεται, μου έδωκε να πιώ ένα φάρμακον, το οποίον ήτο μεν ευχάριστον και εύοσμον, αλλ' επικίνδυνον και έφερε μεγάλην ζάλην• διότι άμα το ήπια μου εφάνη ότι όλα εγύριζαν και αυτή η σπηλιά ήλθεν άνω κάτω και εγώ ευρισκόμην εις κακήν κατάστασιν, επί τέλους δε απεκοιμήθην.

Δεν θέλω ν' απαιτήσω από καλούς χριστιανούς να θάψουν τα σώματά τους στο πλάι ενός δυστυχισμένου. Αχ, ήθελα να με θάψετε στο δρόμο, ή σε έρημη κοιλάδα! Ο ιερεύς και ο Λευίτης θα αντιπαρήρχοντο μπρος από την πέτρα που θάδειχνε τον τάφο μου, και ο Σαμαρείτης θα έχυνε ένα δάκρυ. »Κύτταξε, Καρολίνα! Δεν φρικιώ πιάνοντας το ψυχρό τρομερό ποτήρι που θα πιω τη ζάλη του θανάτου!

» Εκείθε μεςτην Κοσμηρά » Πλάκωσα λυσσασμένος, » Κόκκινο αίμα Τούρκικο » Να πιω και να ρουφήξω. » Τριγύρω τους τ' ασκέρι μου » Άρχισα να ξανοίξω, » Κ' εγώτη μέση χύθηκα, «'Σάν λύκος πεινασμένος.» «Τους έσφαξα.

Καλά, ουδέποτε πλέον θα ακολουθήσω την παρακμάζουσαν τύχην σου· όστις ζητεί πράγμα τι και δεν λαμβάνει αυτό όταν του προσφέρεται, χάνει διά παντός την ευκαιρίαν. ΠΟΜΠΗΙΟΣ. Πίνω εις υγείαν του Λεπίδου. ΑΝΤΩΝΙΟΣ. Φέρετέ τον εις την ξηράν. — Θα πίω αντ' αυτού, Πομπήιε. ΑΙΝΟΒΑΡΒΟΣ. Εις υγείαν σου, Μηνά. ΜΗΝΑΣ. Το δέχομαι ευχαρίστως, Αινόβαρβε. ΠΟΜΠΗΙΟΣ. Γέμισε έως τα χείλη το ποτήρι.

Θα καλούσε λόγου χάρη ένα γραμματισμένο «να μου γράψη το ρίγο», δηλαδή να γράψη ένα ξόρκι και το χαρτί θα το κρεμούσα στο λαιμό μου, ως φυλαχτάρι. Ίσως μάλιστα θα έλυωναν το χαρτί μένα τέτοιο ξορκισμό και τη διάλυση θα μούδιδαν να πιω. Ως φάρμακο, θα μούδιδαν αφέψημα αψιθιάς κιάλλων χόρτων, που θεωρούνται αντιπυρετικά, κιως τελευταίο ίσως το κινίνο, που δεν ήτον ακόμη σε μεγάλη διάδοση και χρήση.

Κ' εκείνος βλέποντάς έτσι όλο και άναβε· εβλαστημούσε κ' έβριζε κ' εχειρονομούσε κ' εδάγκωνε πεισματικά ως που αιμάτωνε τα δάχτυλά του. — Μωρέ, φέρε μου την τσάγκρα! εφώναξεν άξαφνα· φέρε μου την τσάγκρα να του πιώ το αίμα! Εκίνησα να κάμω το θέλημά του. Αλλά δεν είχε υπομονή.

ΠΡΑΞΑΓΟΡΑ Λαμπρά! να στέφανος, και βάλ' τον στο κεφάλι Θ' ΓΥΝΗ εκτελούσα. Να με λοιπόν! ΠΡΑΞΑΓΟΡΑ Έ, μίλησε! Θ' ΓΥΝΗ Έτσι το λες εσύ; Πως θα μιλήσω δηλαδή προτού να πιω κρασί; ΠΡΑΞΑΓΟΡΑ Για ιδές• κρασί θέλει να πιή! Θ' ΓΥΝΗ Και βέβαια• γιατί φορώ στεφάνι, βρε κουτή; ΠΡΑΞΑΓΟΡΑ Φύγε από 'δω εσύ, τρελλή! γιατί τα ίδια, φαίνεται, θα φτιάσης στη Βουλή.