Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 31 Μαΐου 2025
Η Λίγεια ύψωσε προς αυτόν τους ακτινοβολούντας οφθαλμούς και απεκρίθη: Τότε θα σοι είπω: «Όπου θα είσαι, Γάιε, θα είμαι και εγώ η Γαία».
Την στιγμήν εκείνην ο Κρίσπος ήνοιξε τους οφθαλμούς και είδε τον Νέρωνα. Το πρόσωπόν του έλαβεν έκφρασιν τόσον αδιάλλακτον, το βλέμμα του εσπινθηροβόλησε τόσον φοβερά, ώστε οι Αυγουστιανοί ήρχισαν να ψιθυρίζουν μεταξύ των δεικνύοντες αυτόν διά του δακτύλου, και τέλος ο Καίσαρ έστρεψε την προσοχήν του προς αυτόν και επλησίασε νωχελώς τον σμάραγδον εις τον οφθαλμόν του. Έγινεν απόλυτος σιγή.
— Βάβα! βάβα! είπεν αίφνης διακόψασα το τραγούδι· βυζαίνουν τα κατσίκια! — Αλήθεια μωρή! είπεν η γρηά. Και πλήρης χαράς παρετήρησεν ότι τα κατσίκια, εβύζαινον. Δόξα σοι ο θεός! Αι κατσίκες πρότινων ημερών είχον αβασκαθή. Ο Βόλας, ο οποίος επέρασεν εκείθε και είδε τους μαστούς των κατσικών πλήρεις γάλακτος, ήνοιξεν έκπληκτος τους οφθαλμούς του κ' εφώναξε: — Μωρέ! τι φόρτωμα πώχουνε!. . . .·
Μετά δέους επαίρω τους οφθαλμούς μου προς τα ισχία, όθεν ο άνεμος διά των ποικίλων οπών του εξαρτισμού εισχωρών βιαίως, συρίζει. Συρίζει πενθίμως, συρίζει οξέως, συρίζει γοερώς.
Πρώτη έρχεται να τον ταράξη η λύπη και η βαρυθυμία του Αμλέτου, εν τω μέσω της πομπής με την οποίαν αυτός πανηγυρίζει τον γάμον του, ως διά να θαμπώση τους οφθαλμούς του κόσμου ώστε να μη προσηλωθούν εις την ασεβή ανομίαν· κατόπιν αμέσως τον ανησυχεί περισσότερον η πλαστή παραφροσύνη την οποίαν αυτός με αλάνθαστον οξυδέρκειαν εξηγεί ως πρόσχημα εχθρικής προς αυτόν διαθέσεως.
Εντός του φορείου ευρίσκετο είς λευκοενδεδυμένος άνθρωπος, του οποίου την μορφήν δεν ηδύνατό τις να διακρίνη, διότι είχε τους οφθαλμούς προσηλωμένους επί ενός παπυρίνου κυλίνδρου και εφαίνετο ότι ανεγίνωσκε κάτι μετά προσοχής. — Τόπον εις τον ευγενή Αυγουστιανόν! έκραζον οι δρομείς. Αλλ' η οδός ήτο τόσον κοσμοβριθής, ώστε εις μίαν στιγμήν το φορείον ηναγκάσθη να σταματήση.
Κατ αρχάς ενόμισεν ότι ο όρθιος φοιτητής ήτο ο ιατρός, και ητοιμάζετο να προχωρήση προς αυτόν, σύρουσα τον τυφλόν. Αλλ' εσκέφθη ότι είναι πολύ νέος εκείνος δι' ιατρόν και εστράφη προς τον έπαρχον, όστις, με την εφημερίδα επί των γονάτων και τα ομματοϋάλια επί των ρωθώνων, την έβλεπεν ασκαρδαμυκτί με γυμνούς τους οφθαλμούς.
Η υπ' αυτούς τους οφθαλμούς των λεηλασία των αγρών ήτο τωόντι φρικώδες θέαμα, το οποίον όχι μόνον οι νεώτεροι, αλλ' ουδ' αύται οι πρεσβύτεροι δεν ενεθυμούντο να έγινεν άλλοτε εκτός επί των Μηδικών. Όλοι και προ πάντων οι νέοι ήθελαν να εξέλθουν και να εκδικηθούν την ύβριν εκείνην. Συναθροιζόμενοι λοιπόν εφιλονείκουν ζωηρώς, οι μεν θέλοντες να εξέλθουν, οι δε μη θέλοντες.
Όλοι εσίγησαν γύρω· ρίγος διέδραμε τους παρεστώτας και πάντες ύψωσαν τους οφθαλμούς προς τον πάσσαλον. Η κεφαλή του μάρτυρος εκινήθη ηρέμα και ήκουσαν φωνήν οιμώζουσαν κατερχομένην από του ύψους του ιστού: — Συγχωρώ . . . Ο Χίλων έπεσε πρηνής ολολύζων ως θηρίον και με τας δύο χείρας ήρχισε να σωρεύη χώμα επί της κεφαλής του.
Εις τας μάχας εκείνας, ο λαός ήτο αφωσιωμένος με την ψυχήν, το σώμα και τους οφθαλμούς: ωρύετο, εβρυχάτο, εσύριζεν, εχειροκρότει, εγέλα, εξηρέθιζε τους μαχομένους και εμαίνετο εκ χαράς.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν