United States or Slovenia ? Vote for the TOP Country of the Week !


Με κλειστούς οφθαλμούς ανέμενεν όπως η θερμότης του ελαίου ομού με την θερμότητα των χειρών των εισδύση εντός του σώματός του και αποδιώξη την κούρασίν του. Τέλος ήνοιξε τους οφθαλμούς και του ανήγγειλαν ότι ήλθε να τον επισκεφθή ο Μάρκος Βινίκιος. Ο Πετρώνιος διέταξε να εισαγάγουν τον επισκέπτην εις τον θερμόν λουτρώνα, όπου μετ' ολίγον μετεφέρθη και αυτός.

Όσοι, γνωρίσαντες τας Αθήνας προ τριάκοντα περίπου ετών, κατέλιπον αυτάς και επανέρχονται σήμερον εις την πρωτεύουσαν του ελληνικού βασιλείου, τρίβουσιν έκπληκτοι τους οφθαλμούς των, και δεν δύνανται να τας αναγνωρίσωσιν.

Ας αφήσωμεν τους άλλους να φροντίζουν διά τας υποθέσεις των και ημείς ας φροντίζωμεν διά τας ιδικάς μας και να εξετάζωμεν πώς ήσαν άλλοτε και πώς είνε τώρα και τι είνε το καλλίτερον και συμφερώτερον δι' ημάς. Ότι κατοικούμεν εις κρημνούς και γεωργούμεν εις πέτρας είνε περιττόν να περιμένετε να το μάθετε από τον Όμηρον, αφού το βλέπετε με τους οφθαλμούς σας.

Ερωτήσαμεν δηλαδή, αν, όστις μάθη και ενθυμείται έν πράγμα, το γνωρίζει ή όχι, και αφού είπαμεν ότι όστις είδε κάτι τι και έκλεισε τους οφθαλμούς του, το ενθυμείται και όμως δεν το βλέπει, με αυτό απεδείξαμεν ότι δεν το γνωρίζει και συγχρόνως το ενθυμείται. Αυτό όμως είναι αδύνατον.

«Η Λίγεια εάν ήτο και αδελφή μου ή σύζυγός μου, δεν θα ηδύνατο να με περιποιηθή τρυφερώτερον ή όσον με επεμελήθη. Πολλάκις εσκέφθην ότι μόνον ο έρως θα ηδύνατο να εμπνεύση τόσην μέριμναν. »Πολλάκις ανέγνωσα τον έρωτα τούτον εις το πρόσωπον και εις τους οφθαλμούς της.

Με θερμόν ζήλον, με όλην την δύναμιν οπού δίδει εις τους λόγους του ο ενθουσιασμός και η πλαστικωτάτη φαντασία του, με την υπεράνθρωπον υπομονήν της αγάπης, κατορθόνει να νικήση την αρχαίαν αναισθησίαν ενός διεφθαρμένου πλάσματος, ανοίγει τους οφθαλμούς της μητρός του ώστε να βλέπουν πρώτην φοράν εις τα βάθη της καρδίας της τα ανεξάλειπτα στίγματα της κακοηθείας.

Όταν ανήλθον επί του καταστρώματος, έτριβον κ' επανέτριβον τους οφθαλμούς μου, έκθαμβος προ του πανοράματος εκείνου του ζωντανού, το οποίον ξετυλίσσετο ευφρόσυνον ενώπιόν μου.

Εάν την ωμίλει τις, ύψωνε βραδέως τους οφθαλμούς, ως ν' αποσπάται μετά κόπου από τας σκέψεις της, και βραδέως και μετά κόπου απεκρίνετο. Εάν η μήτηρ μου ελάμβανε θωπευτικώς την χείρα της, εδέχετο απαθώς την θωπείαν, η δε χειρ έπιπτεν έπειτα βαρεία επί των γονάτων• και απεμακρύνετο η μήτηρ μου να κρύψη την λύπην της.

Άλλως ο Φρουμέντιος γνωρίζων ακριβώς την αγιογραφίαν των τόπων εκείνων, εύρισκε πάντοτε ευσεβή τινα πρόφασιν, οσάκις επεθύμει να πεζευσωσιν, οτέ μεν ίνα προσευχηθώσι προ του δένδρου, όπου η Αγία Θέκλα εθεράπευσε τον τυφλόν, ραντίσασα τους εσβεσμένους οφθαλμούς του διά τινων σταγόνων γάλακτος εκ των παρθενικών αυτής μαστών, οτέ δε ίνα φιλήσωσι το χώμα όπου έρρευσε το αίμα του Αγ.

Αν ο φονευθείς είναι ο Λάιος ποίος τότε εκ των ανθρώπων θα είναι εξ ίσου προς τον Οιδίποδα δυστυχισμένος; Ακόμη το τρομερόν μυστικόν δεν απεκαλύφθη ακέραιον εις τους οφθαλμούς του. Πιστεύει ότι όντως ο πατέρας του ευρίσκεται εις την Κόρινθον και φοβείται να επανέλθη εκεί.