Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 31 Μαΐου 2025
Κοντός, εύμορφος, με μαύρα ρούχα, με άσπρον υποκάμισον, εσυχνοπερνούσεν από κάτω από τα παραθυράκια της, σαν να ήλθεν από τον ξένον κόσμον επίτηδες δι' αυτήν. Και την έβλεπεν εκείνος, και τον εκρυφοκύτταζεν εκείνη, και έλαμπεν εις το στήθος του η χρυσή καδένα, ολόχρυσος, από βενετικό καθαρό μάλαμμα, θαμβόνουσα τους οφθαλμούς της.
Αλλ' ούτος εν τη λυπηρά εκείνη στάσει του, εντροπαλός, συνεσταλμένος, έστρεφε τους οφθαλμούς από της καλλίστης εκείνης γυναικός μετ' αηδίας κ' εξέσχιζε διά των ονύχων τας παρειάς του να εξαλείψη, ως θανατηφόρον φαρμάκι, τα καυτερά των φιλημάτων της. Εις τοιαύτην δοκιμασίαν είχεν υποβληθή και σήμερον, προ μικρού μόλις.
Ενώ ο γέρων, με μειδίαμα εις τα χείλη δύσπιστον και οφθαλμούς ημικλείστους, έβλεπε τον ενωμοτάρχην ως διδάσκαλος, σιωπηλώς παρακολουθών τα δύσκολα ψελλίσματα του μαθητού του. Ο ενωμοτάρχης όμως εχειρίζετο μετά μεγάλης ευκολίας το όπλον, δεικνύων πόσον ήτο γνώριμος μ' αυτό.
Ψάλλει αγγλιστί ελαφρά τινα ασμάτια, εις τα οποία αναμιγνύει πού και πού και γερμανικάς ή γαλλικάς επωδούς, και διά του απλού αυτού μέσου καταμαγεύει εις τοιούτον βαθμόν τους ακροατάς της, ώστε ηρημώθησαν πέριξ και Άντρον των Νυμφών, και Απόλλων και γερμανικοί θίασοι, και Γιαννούλα — είνε η σμυρναία αοιδός του αμανέ, περί ης άλλοτε θα σου γράψω — και αθρόος ο κόσμος συρρέει καθ' εσπέραν εις τους αναριθμήτους — ολίγους όμως σκάμνους του θεάτρου, και συνωθείται ίνα καταλάβη θέσιν παρέχουσαν και εις τα ώτα και εις τους οφθαλμούς συγχρόνως τέρψιν.
Ανεφώνησέ τις όπισθέν μου, εξαφανίζων τας σιγηλάς εικόνας της φαντασίας μου. Ήτον ο κ. Π. με τας χείρας πάντοτε δεδεμένας όπισθεν, τους οφθαλμούς πάντοτε ηδονικώς προσηλωμένους επί το άκρον του σιγάρου του, αλλ’ ιστάμενος τώρα. — Ακριβώς το ίδιο πράγμα κάμνω κ' εγώ, είπεν, αλλ’ όταν είμαι εις την Καλκούτταν. Όταν δεν είμαι εις την Καλκούτταν, ταξειδεύω. Και όταν ταξειδεύω, δεν ημπορώ να σταθώ.
Εψιθυρίσθη μόνον το πράγμα, και τις των αδελφών, ονομαζομένη Πογκία, ισχυρίζετο ότι την είδεν, αλλ' ήσαν συνειθισμέναι να μη πιστεύωσιν εις τας διαβεβαιώσεις της Πογκίας, καθόσον αύτη ήτο γνωστή ως ελαφρόσκιος, και είχε τόσας δράσεις όσους και οφθαλμούς. Οι οφθαλμοί της δ' έβλεπον προς τα εντός μάλλον ή προς τα εκτός, και υπείκον αποκλειστικώς εις την φαντασίαν της.
Και μετά τους λόγους τούτους, ύψωσε τους οφθαλμούς Του εις τον ουρανόν, και ανέπεμψε την Μεγάλην Αρχιερατικήν προσευχήν Του, ευχαριστών τον Πατέρα· πρώτον διότι ο Πατήρ θα περιέβαλλε την εκουσίαν ανθρωπότητά Του με την αιωνίαν δόξαν εξ ης είχε κενώσει Εαυτόν όταν ανέλαβε δούλου μορφήν, ως αναπτύσσει τούτο ο μέγας Παύλος λέγων· «Εν μορφή Θεού υπάρχων, ουχ αρπαγμόν ηγήσατο το είνε ίσον Θεώ, αλλ' Εαυτόν εκένωσε μορφήν δούλου λαβών, εν ομοιώματι ανθρώπων γενόμενος· και σχήματι ευρεθείς ως άνθρωπος, εταπείνωσεν Εαυτόν γενόμενος υπήκοος μέχρι θανάτου, θανάτου δε Σταυρού· διό και ο Θεός Αυτόν υπερύψωσε και εχαρίσατο Αυτώ όνομα το υπέρ παν όνομα, ίνα εν τω ονόματι Ιησού Χριστού παν γόνυ κάμψη, επουρανίων και επιγείων και καταχθονίων και πάσα γλώσσα εξομολογήσηται, ότι Κύριος Ιησούς Χριστός εις δόξαν Θεού Πατρός». Δεύτερον, ευχαρίστησε τον Πατέρα και παρεκάλεσεν Αυτόν να τηρήση και φυλάξη εν τω ονόματι Του τούτους τους αγαπητούς Του, τους συμπεριπατήσαντας εν τω κόσμω μετ' Αυτού· και είτα όπως αγιάση και καταστήση τελείους ου μόνον τούτους μόνους, αλλά πάσας τας μυριάδας, πάσας τας μακράς γενεάς, αίτινες έμελλον ύστερον να πιστεύσωσι διά του λόγου των εις Αυτόν.
Είχε μέλανας και μεγάλους οφθαλμούς, ωχράν και αδύνατον την όψιν, και ωραίαν καστανήν κόμην. Το ανάστημά της εφαίνετο ολίγον κυρτόν. Ηδύνατο να καταστή ωραία, αν δεν έζη εν μέσω τοιούτου κύκλου, αλλά νυν δυσκόλως ηδύνατό τις να διακρίνη αν ήτο ευειδής ή άσχημος. Μεθ' όλην την ασβόλην καθ' ης επάλαιε, προσεπάθει να ενδύηται κοσμίως, και σπανίως εφαίνετο κηλιδωμένη.
Ο Αβικένας, χωρίς να ημπορέσουν να τον εμποδίσουν οι μεγάλες του επιστήμες, ελκύσθη από τους οφθαλμούς της Ρετζίας μίαν θανατηφόρον αγάπην, η οποία εστάθη το αίτιον της δυστυχισμένης μας ζωής.
Ο Βινίκιος αισθανθείς αυτήν πλησίον του ήνοιξε τους οφθαλμούς και εμειδίασεν· εκείνη του εχαμήλωσεν ελαφρώς τα βλέφαρα διά της χειρός της, ως εάν ήθελε να τον υποχρεώση να κοιμηθή. Τότε ησθάνθη ότι κατελαμβάνετο από μεγάλην ευχαρίστησιν, ενώ συγχρόνως η αδυναμία του ηύξανεν. Όταν ενύκτωσε πλέον εντελώς, ο Βινίκιος κατελήφθη υπό ισχυρού πυρετού και ωνειρεύθη.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν