Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 6 Μαΐου 2025
Εκείνος κατέστρεψε την οικογένεια…..» «Εάν δεν υπήρχε εκείνος, η αφεντιά σας δεν θα είχε γεννηθεί!» Ο Τζατσίντο σήκωσε τα μάτια και τα χαμήλωσε πάλι. Μάτια γεμάτα απελπισία. «Και γιατί γεννιόμαστε;» «Καλό και αυτό! Επειδή είναι θέλημα Θεού!» Ο Τζατσίντο δεν απάντησε∙ κοίταζε πάντα καταγής και τα βλέφαρά του ανοιγόκλειναν σαν να ήταν έτοιμος να κλάψει.
Πάσα πτωχή οικογένεια, πάσα μήτηρ χήρα, με δύο στρέμματα αγρούς, μ' ένα πενιχρόν οικίσκον, ταλαιπωρουμένη, ξενοδουλεύουσα — είτε κολλήγισα άλλων ευποροτέρων οικογενειών εις τα κτήματα, εις τας συκάς και τας μορέας — συλλέγουσα φύλλα, παράγουσα ολίγην μέταξαν — ή τρέφουσα δύο ή τρεις αίγας ή αμνάδας — γινομένη κακή με όλους τους γείτονας, πληρώνουσα πρόστιμα διά μικράς ζημίας — φορολογουμένη ασπλάγχνως, τρώγουσα κρίθινον άρτον ποτισμένον με ιδρώτα αλμυρόν — ώφειλεν εξ άπαντος «ν' αποκαταστήση» όλα τα θήλεα ταύτα, και να δώση πέντε, έξ, ή επτά προίκας!
Ο Έφις έσφιγγε στα χέρια του ένα κομμάτι ψωμί και του φαινόταν πως έσφιγγε την ίδια του την καρδιά ταραγμένη από τις αναμνήσεις. «Και λένε πως πιστεύουν στο Θεό, αυτές! Γιατί δεν μ’ αφήνουν να παντρευτώ την γυναίκα που αγαπώ;» «Πάψε, Τζατσίντο! Μη μιλάς έτσι γι’ αυτές! Το καλό σου θέλουν.» «Να μ’ αφήσουν τότε να κάνω κι εγώ την οικογένειά μου.
Να, ωραία φιλοδοξία, και να, στάδιο για να ωφελήση κανένας την κοινωνία, όχι του παρά και της επίδειξης, μα την κοινωνία της πείνας, που είναι και η πιο μεγάλη. ΦΙΝΤΗΣ Βλέπεις χαμηλά και ταπεινά. Τι με νοιάζει εμένα για την κοινωνία της πείνας. Ας βρη ψωμί να φάη, αλιώς ας πεθάνη. Εγώ κοιτάζω την οικογένειά μου, τόνομά μου, την περιουσία μου κι ακόμα τον τρόπο που να φτάσω ψηλά.
Καλότυχοι όσοι επρόφθασαν να καταλάβουν κλίνας! είπον κατ' εμαυτόν, και ησθάνθην την περιέργειαν να μάθω τις η πολυμελής οικογένεια, ήτις έπρεπε να συνίσταται τουλάχιστον εκ τριάκοντα ηλικιωμένων προσώπων, εάν υποθέσωμεν, ότι εις έκαστον αυτών ανελόγει έν κιβώτιον. Εν τούτοις τοιαύτη τις συμπαγής συνοδία δεν εφαίνετο επί του καταστρώματος.
Διά Χιώτισσαν αρχοντοπούλαν, ως ήδη έλαβον αφορμήν να παρατηρήσω, ο κύκλος της εκλογής γαμβού δεν ήτο πολύ ευρύς· περιωρίζετο εις εικοσάδα οικογενειών, αίτινες απετέλουν την Χιακήν αριστοκρατίαν. Συνήθως εξελέγετο οικογένεια μεθ' ης ήδη υπήρχον δεσμοί κηδεστείας, συμπλεκόμενοι ως επί το πολύ και με σχέσεις εμπορικάς.
Κοίτα τι όμορφο που είναι αυτό: είναι το δώρο του Πρέντου.» Έσκυψε, παρόλο που το φόρεμα ήταν στενό, και του έδειξε ένα σεντεφένιο ροζάριο με ένα μεγάλο χρυσό σταυρό. «Βλέπεις; Ήταν ο σταυρός ενός παλιού επισκόπου. Τον είχε η γιαγιά του Πρέντου που ήταν και δική μας γιαγιά κι έτσι θα μείνει στην οικογένεια.
Μύριοι συλλογισμοί χύθηκαν ανάκατα στο κεφάλι της· κάτι της δάγκωσε την καρδιά. Η φωτογραφία ήταν του Πέτρου Ντάλαρη, του ανθυπολοχαγού· νέου μορφωμένου, συμπαθητικού και γλυκομίλητου. Εγνώριζε την οικογένεια Μαχαλά κάπου δυο χρόνια. Έτυχε να συναντηθούν μια πρωτοχρονιά στο σπίτι της κ. Πουλημένου, γνωρίστηκαν, σχετίστηκαν. Από τότε ο αξιωματικός έγινε του σπιτιού· μπαινόβγαινε σα συγγενής.
Τότε πήγε και έκλεισε την εξώπορτα για να μην έρθει κανείς ξαφνικά και τη δει να οδύρεται μ’ αυτόν τον τρόπο για το νεκρό υπηρέτη και μάθει ο κόσμος ότι τον άφησαν να πεθάνει μοναχό, ενώ για την οικογένεια εκείνη ήταν μια μεγάλη μέρα γιορτής.
Και είδες σε μιαν οικογένεια, σαν όλοι είναι γεροί και δουλεύει ο καθένας, πόση ευτυχία και πόση χαρά βασιλεύει, και τι προκοπή; Ο καθένας ξέρει τη θέση του, δε λαθεύει, και βοηθεί και τους άλλους.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν