Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 10 Μαΐου 2025
Αλλά τα σκότη της ζωής δεν θα τα υπέμενεν. — Είνε άλλο χειρότερο! διέκοψεν η θεια-Αννούσα πάλιν. Ένα ξύλο κούτσουρο είνε ο τυφλός. Η Θωμαή εδιακόπως έκλαιε. — Τυφλός, θεέ μου, εκραύγαζα, τι να κάμω εις τον κόσμον; εξηκολούθησεν ο Λαλεμήτρος.
Κι' εζήλευε μαζί της σαν άγριος Οθέλλος, αλλ' όμως ο ερίφης την έπαθε 'στό τέλος, και είπε τότε μόνος «καλά κι' εγώ να πάθω, και πρέπει από τώρα και 'στό εξής να μάθω πως αν με κάθε ξύλο 'μπορεί να γίνη Γιάννης, μα κι' όποια πέτρα κόψης και μια γυναίκα κάνεις».
Και τότες πια οι Αργίτες όξω απ' τους χτύπους το νεκρό τραβούν ξαλαφρωμένοι και τον πλαγιάζουν σε ψαθί. Κι' οι φίλοι του θρηνώντας τον τριγυρνούν, και πίσω ο γιος περπάταε του Πηλέα κι' έχυνε δάκρια πύρινα, σαν είδε απάς στο ξύλο 235 στρωμένο κονταρόσφαχτο το μπιστεμένο βλάμη. Αχ ναι μ' αμάξια κι' άλογα τον έστειλε στη μάχη, μα δεν τ' αξιώθηκε να πει το καλώς ήρθες πάλι.
Οι Ρωμιοί καβαλούσαν έτσι, για να είνε έτοιμοι να πεζέψουν, άμα φαινότανε Τούρκος. Χωρίς αυτή την έγκαιρη δουλική ταπείνωση, το μικρότερο πούχαν να υποφέρουν ήτο το ξύλο. Σαυτή την ανάγκη βρέθηκε ο Σιφογιάννης, μόλις απομακρύνθηκε λίγο από το χωριό. Και το συναπάντημα, που τούρθε, ήτον από τα πειο επίφοβα που μπορούσαν να του τύχουν. Αντίθετα ερχόταν ένας Τούρκος έφιππος. Από μακριά τον γνώρισε.
Σιγά — σιγά σκέβρωσε κι' αυτό, λίγυσε και κουλούριασε, σαν να ήθελε μοναχό του να γίνη πιο περιποιητικό και να στηρίζη πιο βολικά το σακάτικο κορμί της κυράς του. Έτσι μιαν ανθρώπινη αγάπη έλεγες πως έδενε το ξύλο με τον άνθρωπο. Η γρηά — Δροσούλα μέσα στη δυστυχία της ξέχασε με τον καιρό όλα ταγαπημένα της, που της πήρε ο χάρος κι' ο καιρός, κ' είχε μόνη παρηγοριά κ' ελπίδα το πονετικό ξύλο.
Από τη μέρα κείνη ο διδάσκαλος μετρίασε πολύ το ξύλο για όλους. Αλλ' ως μου είπεν ο πασάς, οι Τούρκοι του χωριού δεν τον εχώνευαν· και συχνά τον κατάγγελλαν ότι εδίδασκεν επαναστατικές ιδέες και ότι παρασκεύαζε τους μαθητές να γίνουν αντάρτες κατά του Σουλτάνου. Κείχε, φαίνεται, φύγει από το νομό μας ο Βέροβιτς, όταν ήρθε διαταγή από τα Χανιά να συλληφθή.
Δεν έπαιρνε και κανένα ξύλο από τον κήπον του. Και κατόπιν ο μεν Γέρω-Λαχανάς μετέβαινε εις άλλα αυλάκια, ο δε Σπύρος ο υιός του εγύριζε άλλην σελίδα του εις χείρας του μυθιστορήματος, ή ανήρχετο εις άλλο δένδρον. Τα δύο εκείνα λόγια του Γέρω-Λαχανά έμβαινον εις το ένα αυτί του και έβγαιναν αμέσως από το άλλο, χωρίς να επιψαύσωσι διόλου τον εγκέφαλόν του, κλεισμένον μέσα εις χονδρά κόκκαλα.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν