Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 16 Μαΐου 2025
Έτσι περνούσε όλον τον καιρό του, δρασκελώντας βράχους και γκρεμνά, και δεν ήτανε τόπος στο μεγάλο του βασίλειο, που δεν τον ήξερε, δεν ήτανε κορφή που δεν την είχε πατημένα, δεν ήτανε λόγγος που δε χάρηκε τον ήσκιο του, δεν ήτανε ρεματιά που δεν τον δέχτηκε κι' ακρογιαλιά που δεν τον είδε. Τόμορφο βασιλόπουλο ήτανε βασιλιάς αληθινός στο βασίλειό του.
Αθηναίων Πολιτεία : Ιστορία πολιτική και πολιτειακή των Αθηνών, το κυριώτερο από το μεγάλο περί πολιτευμάτων έργο του Αριστοτέλους. Στην Ιστορία τούτη θαυμάζεται ιδιαίτερα η λιτότητα και η οικονομία του έργου. Η μετάφραση έγινε από τον Ι. Ζερβό.
Πρώτο πρώτο, που έδιωξε από τη Θράκη τους Ούννους — κατεβασμένους τότες με μεγάλο στρατό και με το βασιλέα τους τον Ούλδη, το φονέα του γνωστού μας Γαϊνά — και τους ανάγκασε να ξαναδιαβούν τον Ίστρο, αφού ξολόθρεψε μερικούς, κι άλλους πάλε τους έπιασε σκλάβους, και μην ξέροντας τι να τους κάμη τους έστειλε στη Μικρασία να δουλεύουνε στα υποστατικά των πλούσιων.
— Είνε για χάλασμα, παιδί μου, γέρω-Μπαρέκο. — Βέβαια, επεδοκίμασεν ήδη ο ποιμήν, ξηροβήξας. Εάν δεν χαλάση ένα πράμα, δεν φκιάνεται. Καλά τους είπανε χαλασοχώρηδες. — Πάει το σπιτάκι μου! Πάει το σπιτάκι μου, παιδί μ' γέρω-Μπαρέκο. Κύττα ένα σταυρό μεγάλο που του κάμανε; Σήμερα θ' αρχίσουν να χαλνάνε. Είδα εγώ ψες βράδυ τους λοστούς και τα τσαπιά, απ' έξω από την δημαρχία.
Ο τρίτος ήταν ο πρώτος επιστήμονας ενός καινούργιου κόσμου, που είχεν ανακαλύψει ένας κάποιος Κολόμπος, πέρα από το μεγάλο νερομάζωμα, που το λέγουν Ατλαντικό.
Ο Αλαμάνος γύρισε και τον κύτταξε με περιφρόνηση. Ούτε κι ο θάνατος, λοιπόν, δε στόμωνε το μίσος του! Με τη θαυμαστή επιμονή του κατώρθωσε ο Αλαμάνος να τα ισάξη όλα στην πατρίδα του και να τρέξη πάλε στο μεγάλο του σκοπό. Έτυχε απάνω στο ψυχομάχημα της κυρά Πανώριας· μα κ' εκείνο ήταν σημαντικό για την υπόθεσή του.
Μα όταν έσκυψα 'μπροστά, εσάστισεν ο νους μου· πως μ' έν' αγκίστρι τόσο δα να σύρω τέτοιο ψάρι; Έπειτα όμως τίναξα κι απόλυσα ταγκίστρι για να την νοιώση την πληγή σ' τα σπάραχνά του μέσα, και σαν δεν εσπαρτάριζεν, απάνω τανασέρνω και βλέπω πλούσια πληρωμή σ' τον τόσο μου τον κόπο, ψάρι μεγάλο ολόχρυσο και χρυσοπλουμισμένο.
Κάθε δειλινάκι, χειμών-καλόκαιρο, όταν έτρεμε ο ήλιος να βασιλέψη, άφινε την αργατειά της, και γνέθοντας πήγαινε ψηλά στη ραχούλα, στ' αγνάντια του χωριού, που δίνουν στο μάτι μεγάλο δρόμο, κι' εκεί κάθονταν, κι' αγνάντευε τη στράτα, ως μια ώρα μακρυά, όσο έκοβε το μάτι της, και με ανίκητη ελπίδα ακολουθούσε τους διαβάτες, που έρχονταν, και μοναχοκουβέντιαζε: — Να! αυτός είναι!
Δεν το πιστεύω να έζησε άλλη φορά ο Σβεν μια τόσο ξεχωριστή ζωή μαζί με τη μητέρα του, όπως αυτό το καλοκαίρι, ή μπορεί κιόλα να μην έλαβα εγώ άλλη φορά την ευκαιρία να την παρακολουθήσω τόσο κατά βάθος. Μπορεί ακόμα να είταν αφορμή και το πως για πρώτη φορά αυτό το καλοκαίρι δεν είχαμε μαζί το μεγάλο αγόρι μας. Γιατί ο Ούλοφ έπρεπε να ταξιδέψη στα βορινά μέρη για να συνηθίση να μένη μόνος.
Τι μεγάλο κακό! Είχον παρέλθει τα μεσάνυχτα· προ μικρού ελάλησεν ο πετεινός. Αίφνης ο καπετάν Τσούρμας ο Παπαργυρός εγείρεται αγριωπός, υψηλός, μεγαλόσωμος, ανατείνει τον βραχίονά του επιτακτικώς, βαστάζοντα εβεσμένον το τσιμπούκιον, και αίρων τα όμματα φλογερά προς τον μελανόν πόντον, κραυγάζει στεντορείως: — Μόλα μπουρίνα, μωρέ σκυλί!
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν