United States or Croatia ? Vote for the TOP Country of the Week !


Μα μου φαίνεται ο ποινικός νόμος δεν τιμωρεί εκείνους που γράφουν τη γλώσσα της μάννας τους, ούτε υπάρχει κανένα έγκλημα στο νόμο που να λέγεται «μαλλιαροσύνη». Όσο για το σύνταγμα, αυτό αναφέρει ότι η συνείδηση των Ελλήνων είναι ελεύθερη.

Ο πατέρας μου συχωρέθηκε πρι να γεννηθώ... Είμουμα λοιπόν της μάννας μου γυιός, και μ' εκείνην αρχίζω αυτά τα πρώτα μου χρόνια. Και τ' αρχίζω με λίγα λόγια. Σκοπός μου, καθώς είπα, είναι να γνωριστώ με την αφεντειά σου, αγνώριστε πατριώτη και κληρονόμε μου. Να ξέρης ποιος είναι που σου αφίνει αυτή την παράξενη σερμαγιά. Α σου πω πως είμαι ο Γεροδήμος, τίποτις δε θα καταλάβης.

Αν τα λόγια της αγάπης είναι της μάννας, τα πιώτερα τα λόγια του πόνου και της ζωής είναι των πρώτων συντρόφων μας. Ή της μάννας είναι ή των συντρόφων, κάθε χαρά ή λύπη, κάθε λαχτάρα ή απελπισία, κάθε μίσος, κάθε τρόμος ή θυμός που κλονίζει το νου μας, κάθε σταλαματιά που γυρίζει στις φλέβες μας είναι ζυμωμένα με την καταφρονεμένη τη γλώσσα που ντρεπόμαστε να την πούμε δική μας.

Και να μη θέλη να παντρευτή ! με δυο σπίτια πούχει-κι άσε πια το ρουχικό και τ’ασημικό και τα διαμαντικά της μάννας της, σπιτικό παλάτι ολάκερο!

Κοιτάζοντας αυτές τις πλεξούδες, μαννούλα, έλεγα να σου κόψω μια να σου την αφήσω, να θυμάσαι την Αρετή σου. Δέσπω. Της μάννας ο νους είναι δεμένος, παιδί μου, με τέτοιες πλεξούδες αριθμητές. Είνε μυριόκλωνο δίχτυ που τόχει η λαχτάρα πλεγμένο, από τη στιγμή που βυζάξη το πρωτογέννητό της ως την ώρα που την αναπάψη ο Χάρος.

Παίρνω όμως μαζί μου τη μνήμη της μάννας μου, που είναι για μένα ένας θησαυρός, και που δεν μπορείτε πια να μου την κρατήσετε σεις. Ο Φιντής σε όλο αυτό το διάστημα έχει γείρει, το κεφάλι του απάνου στα χέρια, σα να σκέφτεται, αδιάκοπα. Πάψη. Ω! δυστυχία μας. κάποιο καινούριο κακό μέλλει να γίνη, κάποιο καινούριο κακό πάλι όπως και τότε. Τον έδιωξες, εσύ τον έδιωξες.

Έτσι σα βάλτε πια καρδιά στα τάγματά μας όλα, μένουμε οι άλλοι εμείς εδώ και πολεμούμε πάντα, τι πρέπει, κι' έτσι ας είμαστε κατασακατεμένοι· 85 Έχτορα, μόνε σύρε εσύ στη χώρα, και της μάννας πες της σαν πας· τις προεστές ας μάσει κι' ας ανέβει στης Αθηνάς την εκκλησά πας στου καστριού την άκρη, και τ' άγιου χτήριου ανοίγοντας με το κλειδί την πόρτα, όπιο έχει πέπλο πιο όμορφο κι' απ' όλα πιο μεγάλο 90 και που στον πύργο πιο πολύ το λαχταρά η καρδιά της, αφτό στης σεβαστής θεάς τα γόνατα ας το βάλει, και πες να τάξει δώδεκα γελάδες πως θα σφάξει χρονιάρικες απείραγες στην εκκλησά της μέσα, αν την πατρίδα σπλαχνιστεί τα τέρια τα παιδιά μας, 95 μήπως αλάργα απ' το καστρί βαστάξει το Διομήδη, άγριο στρατιώτη, της σφαγής ατρόμητο τεχνίτη, που στην αντριά ξεπέρασε θαρρώ όλους τους Αργίτες.