United States or France ? Vote for the TOP Country of the Week !


Ωστόσο ο Καπετάν-Πρέκας θάφτηκε δίπλα στη γρηά του, κι' αν δεν μοιράστηκε μαζί της το υστερνό κρεββάτι, μοιράστηκε τον ήσκιο ενός γέρικου πεύκου. — Κρίμα! είχε πει η γρηά Σουρούταινα ο Φιλόσοφος, που δεν ήτανε βολετό ν' ανοίξουνε το λάκκο της γρηάς του και να της τον βάλουνε στην αγκαλιά της. Να κοιμηθούνε σαν τα τρυγονάκια, τα πουλάκια μου!... — Λοιπόν! νακούσης αυτό που σου λέω εγώ.

Είπε, κι' εκείνοι χύθηκαν σα δρόλαπας όλοι ίσα μ' όρθια κοντάρια, κι' η καρδιά μια αποθυμιά τούς είχε, ν' αρπάξουνε ως στο μέρος τους τον Πάτροκλο απ' τον Αία... 235 λωλοί! τι απάνου του έσκάψε πολλών εκεί το λάκκο. Στερνά όμως είπε του άσκιαχτου Μενέλα τότε ο Αίας «Αδρέφι, θεογέννητε Μενέλα, δεν τ' ολπίζω κι' εμείς πως πια οχ τον πόλεμο τώρα θα πάμε πίσω.

Λοιπόν, Άρχοντες, όταν ο Περινίς γύριζε στο Τινταγκέλ, συνέβη να παρατηρήση μέσα σε κάτι δέντρα τον ίδιο δασοφύλακα που άλλοτε ανακάλυψε τους αγαπημένους, κοιμισμένους στην καλύβα, και τους πρόδωσε στο Βασιληά. Τώρα είχε σκάψει ένα λάκκο βαθύ, και τον εσκέπαζε προσεχτικά με φυλλώματα, για να πιάση λύκους κι' αγριογούρουνα.

Και καθώς έβλεπε κανένας τα κρύα γερατειά και καθώς άκουε τόνομά της, μια διπλή ανατριχίλα περέχυνε το κορμί του. Ήτανε ογδόντα χρονών η Δροσούλα κ' είχε το ένα πόδι της στον τάφο. Μα κι' αν της έλεγε κανένας πως θα ξαναγεννηθή και θα ξαναζήση την ίδια της ζωή, θάβαζε γλήγορα και το άλλο πόδι της στο λάκκο να μη ξαναϊδή τέτοια ζωή.

Έβαλε βαθύν αναστεναγμό και σωριάστηκε απάνω στην αγάπη του. Πετρωμένοι στάθηκαν γύρω οι πιστοί του. Κι' ο νέος ο βασιλιάς αγκαλιάζοντας σφικτά την καλή του, είπε με σβυσμένη φωνή: — Πιστοί του βασιλιά! Απάνω στο πιο ψηλό βουνό, μες στα δασά, τα ορμάνια, σκάψτε βαθιά ένα λάκκο. Σκάψτε βαθιά ένα λάκκο και θάψτε μαζί το βασιλιά με τη βασίλισσα. Κ' έκλεισε τα μάτια του.

Εγώ έχω το ένα ποδάρι στο λάκκο. Παιδιά δεν έχω, σκυλιά δεν έχω. Πρέπει να φροντίσω μοναχός μου για τα υστερνά μου. Αποφάσισα να φκιάσω το παλάτι μου. Απ' αυτά τα παλάτια που φκιάνεις του λόγου σου κάτω στην ΑγιάΜαρίνα. Θα μου κάμης το μάρμαρό μου και θα γράψης από πάνω: Εδώ αναπαύεται εν Χριστώ ένας καμπούρης». Ο μαρμαράς τον κύτταξε καλά, και άρχισε να σκαλίζη το μάρμαρο. Πέρασαν χρόνια.