Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 15 Ιουνίου 2025


Ο Κώστας ο Άγγουρος, μόλις εξυπνήσας, έτριψε τους οφθαλμούς, και δεν ανεσηκώθη, αλλ' εσήκωσε τον πόδα διά να ιδή αν εφόρει τα τσαρούχια τα οποία ωνειρεύετο. Ο γέρο-Λευθέρης ο Κουσερής εξύπνησε μετά ψιθυρισμού ατελώς διασκεδασθείσης μέθης, και ήρχισε να τραγουδή το προσφιλές ούτω άσμα : Σ' ένα δενδρί ακούμβησα, κι' εκείνο εμαράθη . . .

Κι ο λοχίας, ο Κώστας Μόσχος, φωτισμένος από τη λίγη λάμψη της φωτιάς πόσβυνε ολοένα, σήκωσε τη τσίτσα κι έπιε μια φορά ακόμα στην υγειά του πολέμου. — Και τόρα το σ ι ω π η τ ή ρ ι ο σα να πούμε, και καλή νύχτα σας, μπρε όρνια!...

Οι πλειότεροι απ' τα Γιάννινα ηύραν εδώ κρυψώνα· Εδώ τον πρώτο πέρασαν του χαλασμού χειμώνα. Εδώ ο Κώστας έφερε κι' αυτός την φαμηλιά του, Τη μάνα, τον πατέρα του, τη Λένη τα παιδιά του. Εδώ κ' εγώ 'γεννήθηκα, εδώ τον ήλιο είδα, Αυτά τα βράχια τα 'ψηλά έχω εγώ πατρίδα.

Μα ο Κώστας δεν είναι ούτε νεοσσός, ούτε Αμερικανός. Έπειτα τέτοιου είδους γυναίκες δεν αγαπούν εύκολα, θαρρώ μάλιστα πως αν δεν έχουν και καρδιά. Λ έ λ α. Μεγάλη για κάθε μεγάλο αίσθημα και έτοιμη να θυσιασθή για κάθε ωραίον ιδανικό. Σκηνή γ'. Λ έ λ α. Καλώς το κακό παιδί. Ου! θα σε μαλώσουν! Ο λ γ ί ν α. Ωραία μας τα κατάφερες. Και η καϋμένη η Κατίνα που σε περίμενε για να τραγουδήση.. Λ έ λ α.

Ο Κώστας, καθά διηγούντο, είχε γείνει ποτέ αράπης μελανωμένος την νύκτα, διά να ενεδρεύση και δείρη ένα κάποιον Γούμενον, όστις είχεν έλθει στο μοναστήρι μεταπομπαίος υπό του Επισκόπου, επειδή ο ξένος καλόγερος διεμαρτύρετο κατά του Βαβήλα διά την καταβόσκησιν των κτημάτων της Μονής. Όταν συνηντώντο εις την βρύσιν του Άι-Λιά, — Τώκαμες πάλι το θάμμα σου, πουλί παραδερμένο, άρχιζεν ο Γιώργης.

Ο Κώστας Χρήστος μη ανεχομένος την ύβριν, εισήλασε νύχτωρ εις Καπερνήσιον, εφόνευσε τας τουρκικάς περιπόλους μεθ' ων συνηντήθη, ανέκτησε την κεφαλήν και βαλών πυρ εις το Σεράγιον απήλθε σώος. Ο αρματωλός Γηώργος Σιγδίτζας στενώς επολιόρκησε τα Σάλονα εκζητών την απόδοσιν της κεφαλής φονευθέντος συντρόφου.

Ο νέος Μεμιδώφ δεν είνε δυνατόν να γνωρίση τον πατέρα του, χωρίς να μάθη ποίος υπήρξε.. Και την λύπην αυτήν η μητέρα δεν εννοεί να του την δώση κατ' ουδένα τρόπον. Ο Κώστας, μίαν στιγμήν, ως ξένος θαυμαστής, εναγκαλίζεται τον υιόν του και φεύγειΠοίος είνε αυτός που μ' εφίλησε με τόσην συγκίνησιν; ερωτά την μητέρα του έκπληκτος ο νέος Ολυμπιονίκης.

Μπα, όσα πειράγματα και αν ειπούν δεν θα φτάσουν ποτέ σε τέτοιο κακούργημα... Και άξαφνα Κώστας ο θερμαστής άρχισε με φωνή παραπονιάρα βλέποντας τον Κιμωλιάτη τον μάγερα: — Κι' αν μάθης πως έπεσ' από τον κούντρο, μην το πιστέψης μάτια μου... Κι' αν μάθης πως έπεσ' από τον παπαφίγγο, μην το πιστέψης μάτια μου... Μ' αν ακούσης πως έπεσ' η καζάνα και μ' επλάκωσε, πίστεψέ το!... πίστεψέ το!...

Επιάνοντο σχεδόν καθημερινώς, όταν ήρχοντο να ποτίσουν τα κοπάδια των, οι δύο γνήσιοι αδελφοί, εξ ων ο νεώτερος είχε χάσει όπισθεν ενός λαϊκού παρεγκωμίου το οικογενειακόν όνομά του. Ο Γιώργης κατέβοσκεν όλους τους ξένους αγρούς, όσοι εγειτόνευον με τα σύνορα της νομής του, ο Κώστας κατεπάτει τα σύνορα του αδελφού του και άμα κατεμαρτύρει εις τους ιδιοκτήτας κατά του αδελφού του.

Λέξη Της Ημέρας

λογαριαστήκαμε

Άλλοι Ψάχνουν