Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 27 Μαΐου 2025


Μα να, μην πας μακρυά· εμένα, τη μεγάλη μου κόρητην είδιες, αφεντικό, μαθές, όχι πως είνε θυατέρα μου, μα νε ομορφούλατην εγάπησενε ο Σωτήρης ο Σκουλάξινος, καλό νοικοκιουρόπαιδο, και τα χαμε σκεδό τελειωμένα και σαν ήρθεν ο κόμπος στο χτένι, πως εγώ είπα να κρατήξω τ' αμπέλι τση Φτελιάς για τη δεύτερή μου την Αννέζα, εχόλιασενε κ' ετραβήχτηνε· ακούς, αφεντικό, πράματα!

Η πλουσία, η τωρινή, την απέπεμψε με άδεια χέρια από το σπήτι της και από την αυλήν της. Μία όμως από της γεινόνισσες, αυτή και η κόρη της, ήσαν ιδιαιτέρας κατασκευής γυναίκες. Ετρώγοντο με όλην την γειτονιάν. Τακτικά εμάλωναν κάθε μήνα με μίαν γειτόνισσαν, με την σειράν.

Τώρα,... με πονεί εδώ. Μου είπε γλυκά και μώδειξε με το χεράκι της δίπλα στο πλευρό της κατά το ψυχικό. Καταλάβατε τ' ήθελε να 'πη η κόρη; Ε, σας φτάνουν ως εδώ, τάλλα δε σας τα φανερώνω. — Ακούστε, χωριανοί! Ταχιά, που θα σημάνουν η καμπάνες, να σκωθήτε όλ' σας, για να πάμε για μάρμαρα! Όποιος δε σκωθή και δεν πάη, νάχη τ' Άι-Νικόλα την κατάρα!

Η νέα κόρη παρέδωκε την καρδίαν της εις τον Βουσουέτον. Αντί να επιστρέψη εις τον σύζυγόν της, διετήρησε μυστικήν την ανάστασίν της και έφυγεν εις την Αμερικήν με τον δημοσιογράφον. Είκοσι έτη έπειτα και οι δύο επανήλθον εις την Γαλλίαν, πεπεισμένοι ότι ο χρόνος είχεν αρκετά μεταβάλλει την φυσιογνωμίαν της κυρίας, ώστε θα ήτο αδύνατον να την αναγνωρίσουν οι παλαιοί της φίλοι.

Του Λάμπρου σκόρπια ολόγυρα τα πρόβατα βοσκούσαν Και τα γαλαροκούδουνα γιομόζαν τον αέρα Μ' αρμονικό κι' ολόγλυκο κι' ανάκουστο ηχολόι. Στο σάδι παίζανε τ' αρνιά κι' ο νιος στην αγκαλιά του Την κόρη βάσταε άλαλη και λιγοθυμισμένη.

Εάν επιμένη, έλθε τότε προς εμέ. Διότι πιθανόν να πεισθή, και τότε ουδεμία ανάγκη θα υπάρξη της ιδικής μου ενεργείας, αφού η κόρη ούτω θα σωθή. Καί εγώ μεν θα ήμαι τότε προσφιλέστερος προς τον φίλον μου Αγαμέμνονα, ο δε στρατός δεν θα με κατηγορήση, εάν διά του λόγου μόνον και ουχί διά της βίας ενεργήσω.

Τότε στραφείσα προς τους τεσσάρας κολλημένους τους είπεν· «Α! αυτό σας μέλλει; εμένα δεν με μέλειΕν τω μεταξύ, ενώ ο Σταθαρός κι' ο Γιαλής είχαν ξενιτευθή εις την Αμερικήν, και είχαν φάγη λωτόν, ή είχαν πίη τον Λήθην, η Δελχαρώ, η πρώτη κόρη, πρωτότοκος μετά τους ξενιτευομένους αδελφούς της, εμεγάλωνεν, ολονέν εμεγάλωνε.

ΠΡΟΣΠ. Η μητέρα σου ήταν τιμημένη, και αυτή σ' έλεγε θυγατέρα μου· και ο πατέρας σου ήταν δούκας του Μιλάνου, και μόνη του κληρονόμα μία βασιλοπούλα από το γενναίο του αίμα. ΜΙΡ. Ω Θε! ποία άσχημη μηχανή μας έκαμε κ' εφύγαμ' από κει; ή μήπως ήταν για μας τ' ουρανού χάρη; ΠΡΟΣΠ. Και τα δύο, κόρη μου, και τα δύο· άσχημη μηχανή, ως είπες, μας έσυρ' από κει, και τ' ουρανού χάρη μας έσωσ' εδώ.

ΑΧΙΛΛΕΥΣ Τις είσαι ; Διατί ήλθες εις των Ελλήνων το στρατόπεδον, γυνή συ, εν μέσω ενόπλων ανδρών ; ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ Είμαι κόρη της Λήδας, Κλυταιμνήστρα ονομάζομαι και είμαι σύζυγος του βασιλέως Αγαμέμνονος. ΑΧΙΛΛΕΥΣ Βραχείς και απέριττοι οι λόγοι σου. Εγώ τώρα αποσύρομαι, διότι μοι επιβάλλει η αιδώς να μη συνομιλώ με γυναίκα.

Η νέα έσπευσε να προσφέρη αυτή τον μόνον σκίμποδα, όστις ευρίσκετο εν τη καλύβη. Καθίσασα η ξένη έρριψε παρατεταμένον βλέμμα επί της κόρης. Αύτη ησθάνθη ηλεκτρικήν την επίδρασιν του βλέμματος τούτου, και εταπείνωσε τους οφθαλμούς. — Αϊμά, σε λυπούμαι, κόρη μου, είπεν η ξένη. — Διατί με λυπείσθε; είπεν Αϊμά. — Διότι σε αγαπώ, απήντησεν η ξένη. — Και πώς με γνωρίζετε;

Λέξη Της Ημέρας

ξαναφύγεις

Άλλοι Ψάχνουν