Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 27 Μαΐου 2025


Το γνώρισε η Πεντάμορφη και κατεβαίνει κάτου. Αυτιάζεται, χτυπάει τη γη και χλιμιντράει εκείνο, Σαν κάτι νάθελε να ειπή. Το ξεφορτώνει η κόρη, Παίρνει, και το δισσάκι λυεί... και τι να ιδή!... λαχτάρα!... κομμάτια ανθρώπινου κορμιού 'ςτά αίματα πνιγμένα, Και 'ςτά κομμάτια ανάμεσα τώμορφο το κεφάλι Του νηού που την εγλύτωσε!... Δέρνεται και μαδιέται…

Και η φωνή της παραπονετικά εκύλισε κάτω προς την ακτήν: — 'Σ το καλό, κόρη μου! 'ς το καλό, Θωμαή μου!

Αλλά και τα χρυσοκέντητα ρούχα, τα νυφιάτικα, τα οποία είχε φορέσει διά να στεφανωθή, κι' αυτά επίσης ήσαν βλασφημημένα. Οι γονείς της τής τα είχαν αγοράσει έτοιμα από μίαν μητέρα, της οποίας η κόρη είχε κατεβή εις τον τάφον, πριν γείνη νύφη διά να τα φορέση. Ω, κακοσημαδιά! Και η Νειόνυφη έκλαυσεν.

ΦΕΡΔΙΝ. Άσφαλτα είν' η θεά, που αυτά τα τραγούδια ακολουθάνε! — Δέξου να σε ρωτήσω ταπεινά εάν μένης εις τούτο το νησί, και να μου δώσης καμμίαν καλήν οδηγία, πώς πρέπει εδώ να πορεύωμαι· ο πόθος μου ο πρώτος, και πρέπει τέλος να σου τ' ομολογήσω, είναι, ω εσύ, θαύμα, να μάθω, αν είσαι θνητή κόρη ή όχι. ΜΙΡ. Θαύμα δεν είμαι, κύριε, αλλά βέβαια μία κόρη. ΦΕΡΔΙΝ. Η γλώσσα μου!

Την εσπέραν της παραμονής των Χριστουγέννων του έτους . . . η δεκαοκταέτις κόρη το Ουρανιώ το Διόμικο, μελαγχροινή, νοστιμούλα, εκλείσθη εις την οικίαν της ενωρίς, διότι ήτο μόνη.

Δεν θα σε αφήσω, κόρη, ν' αποθάνης απερίσκεπτος, άλλά θα υπάγω εκεί από τούδε μετά των οπλιτών μου τούτων, περιμένων την έλευσίν σου. ΙΦΙΓΕΝΕΙΑ Διατί, μητέρα μου, κλαίεις σιωπώσα; ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ Έχω η δυστυχής εις την ψυχήν μου πόνον αρκετόν προς τόσα δάκρυα. ΙΦΙΓΕΝΕΙΑ Παύσε, μη εξασθενής το θάρρος μου, και άκουσε μίαν μου παράκλησιν.

Η Κατηγιέ δεν ημπορούσε να καταλάβη την μεταμόρφωσιν της καταστάσεώς της, από πτωχή κόρη που ήτον να ευρεθή εις ολίγον διάστημα εις τόσην ευτυχίαν.

Όλοι το ηλιοβασίλεμμα κυττάζουν το πανώρηο, Κ' η κόρη οπώχει τον καϊμό τους κάμπους αγναντεύει, Να ιδή κοπάδια αν έρχωνται κι' αν κούγωνται τρουκάνια. Ουδέ κοπάδια φαίνονται κι' ουδέ τρουκάνια ηχούνε.

Ας κρυφοτρέξουμε τώρα ως απάνω, να καμαρώσουμε και τη μάννα της. Ανεσαίνει άνθρωπος εδώ πέρα. Ορθάνοιχτα τα παράθυρα. Μπαινοβγαίνει ο δροσάτος ο μπάτης, και τους φέρνει την υγειά, τη ζωή και τη δύναμη. Χρειαζούμενος είναι κι αυτός για τα βλαστάρια που θα μας δώσης μια μέρα, λυγερή μου κοπέλλα! Είναι η μεγαλήτερη η κόρη τούτη, που ακκουμπάει εκεί στο παράθυρο, και λογιάζει τη θάλασσα.

Μεταξύ αυτών παρετήρησεν ο ιερεύς νεανίδα τυφλήν, πτωχικώς ενδεδυμένην, οδηγηθείσαν πλησίον του, και προσφέρουσαν ποσόν ανώτερον παντός άλλου. — Όχι, κόρη μου, τη είπεν ο ιερεύς, είσαι πτωχή και αόμματος· η προσφορά σου είναι μεγάλη· δεν δέχομαι παρά το ήμισυ αυτής. — Είναι αληθές, πάτερ, απήντησεν η νεάνις, είμαι τυφλή εκ γενετής, αλλά πτωχή τώρα δεν είμαι.

Λέξη Της Ημέρας

βασιλικώτερα

Άλλοι Ψάχνουν