Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 16 Μαΐου 2025
Τα ψηλά δένδρα, ανάρηα — ανάρηα, έστεκαν ασάλευτα μέσα στον άτρεμον αέρα. Περπατούσαμε και δεν ξέραμε πού πάμε. — Πού πάμε; ρώτησα με πνιγμένη φωνή. Δεν ξέρω πού πάμε, μου είπ' ο Άλλος. Η καρδιά μου κτυπάει δυνατά.... Ύστερα σταματήσαμε. Δεν μπορούσαμε να πάμε μπροστά. Τα πόδια μας καρφώθηκαν στο χώμα. Με τα βαρειά βουνά, με τα μεγάλα δένδρα, με τα μαύρα σύννεφα, μείναμε ακίνητοι.
Πώς τα άρπαξα όλ' αυτά! — Αχ! δεν σκεπτόμουνα πως αυτός ο δρόμος θα με έφερνε εδώ! — Έσω ήσυχη σε παρακαλώ, έσω ήσυχη! »Είναι γεμάτα. — Κτυπάει δώδεκα! Ας γείνη λοιπόν! — Καρολίνα! Χαίρε! χαίρε!» Ένας γείτονας είδε την λάμψη της μπαρούτης και άκουσε τον κρότον επειδή όμως ήτανε ησυχία δεν έδωκε περισσότερη σημασία. Το πρωί κατά τας έξ εμπήκε ο υπηρέτης με το φως.
Δε μου φαίνεται παράξενο πώς δεν είμαι αυτό το μήνα καλύτερα από τον περασμένο. Θα το πω του κυρίου Πυργγόν για να τακτοποιήση αυτήν την κατάστασιν. Έλα, σηκώστε τα αυτά από δω. Δεν ακούνε καθόλου και το κουδούνι μου δεν κτυπάει δυνατά. Ντρελέν, ντρελέν, ντρελέν. Τίποτα. Ντρελέν, ντρελέν, ντρελέν. Κουφάθηκαν. Τουανέττα! — Ντρελέν, ντρελέν, ντρελέν, ντρελέν. Σαν να μη χτυπούσα καθόλου το κουδούνι.
ΑΛΟΝΖ. Αν είσαι εκείνος ή όχι, ή αν είσαι κάποιο μαγευμένο τίποτε, για να μείνω πάλι γελασμένος, καθώς προ ολίγου, δεν ηξεύρω· ο σφυγμός σου κτυπάει ως από σάρκα κ' αίμα, και από την στιγμήν, που σ' είδα, ολιγοστεύει αυτό που επλάκωνε τον νου μου, και που ήτον, φοβούμαι, της τρέλλας η οδύνη. Όλα τούτα, αν υπάρχουν τωόντι, πρέπει να εξηγηθούνε παράδοξα.
Μπαίνει ο ΑΡΙΕΛ σε μορφήν Αρπυίας, κτυπάει τα φτερά του απάνω στο τραπέζι, που με ώμορφη τέχνη γίνετ' άφαντο. Εγώ σας επήρα τον νου. Εκείνη καθ' αυτό είναι η ανδρεία, που κάνει τους ανθρώπους και πνίγονται, και κρεμούνται μοναχοί τους. Μωροί!
— Πιο βαρύς. . . .Ψηλότερος απ' τα ψηλά δένδρα. — Ψηλότερος. — Το μαύρο σημάδι σαλεύει. — Αυτό είναι. Είναι η μαύρη πηγή του θρήνου. — Τόσο μικρό ; Σαν μια φούχτα χώμα. Κι' ο θρήνος είναι απέραντος. — Δεν είναι μια φούχτα χώμα. Μια καρδιά είναι κρυμμένη στο μαύρο σημάδι. Για κύττα! Κάτι σέρνεται στο χώμα σαν φίδι. — Δεν είναι φίδι. Είναι μαλλιά. Τα μαλλιά σέρνονται στο χώμα. — Κάτι κτυπάει τη γη.
Και θα ήθελα, κύριε, να είχατε όλες αυτές τις αρρώστειες που σας είπα, να σας είχαν εγκαταλείψει όλοι οι γιατροί, να ήσθε απελπισμένος, να πνέατε τα λοίσθια, για να σας δείξω τα έξοχα αποτελέσματα των γιατρικών μου και τον πόθο που έχω να σας υπηρετήσω. ΑΡΓΓΑΝ Σας είμαι υπόχρεως, κύριε, για την καλωσύνη που αισθάνεστε για μένα. ΤΟΥΑΝΕΤΤΑ Δώστε μου το σφυγμό σας. Πω! πω! πώς κτυπάει!
Πολύφημε, στα πρόβατα ρίχνει η Γαλάτεια μήλα και ρίχνοντας τα μήλα της σ' ερωτοπεριπαίζει· και συ δε στρέφεις να την 'δης μηδέ να την κυττάξης, μα κάθεσαι, κακότυχε, και παίζεις τη φλογέρα. Τώρα κτυπάει τη σκύλλα σου που σου φυλάει ταρνάκια κ' η σκύλλα προς τη θάλασσα κυττάζοντας γαυγύζει· κοχλάζοντας τα κύματα, την ώμορφη νεράιδα που τρέχει απάνω στο γιαλό, αχνά την καθρεφτίζουν.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν