Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 25 Ιουνίου 2025


Όταν δε η Ζερβούδαινα έμαθεν ότι έπαυσεν η καταδίωξις του Μανώλη και ότι εκείνας τας ημέρας επεριμένετο, κατελήφθη υπό τοιαύτης ανυπομονησίας, ώστε δεν ηδύνατο να εύρη στιγμής ησυχίαν. Εκάθητο, εσηκώνετο, παρετήρει από το παράθυρον, έτρεχεν εις την θύραν, οσάκις ήκουεν ανδρικά βήματα η φωνήν ομοιάζουσαν προς την φωνήν του Μανώλη, εξήρχετο, επέστρεφε και πάλιν μετ' ολίγον έτρεχεν έξω.

Θα μου το πλήρωση ο μικρός Κλώσος, έλεγεν ενώ επέστρεφε. Θα τον σκοτώσω! Εκείνην την ημέραν είχεν αποθάνει η νόνα του μικρού Κλώσου. Ήτο κακή και ανάποδη γραία, αλλ' ο εγγονός της την ελυπήθη, την έβαλεν εις το κρεβάτι του, και την εσκέπασε ζεστά ζεστά με την ελπίδα ίσως την ζωντανεύση. Εκεί την άφησεν όλην την νύκτα, αυτός δε εκάθισε να κοιμηθή εις μίαν καθέκλαν.

Αλλ' ο κυρ-Δημάκης, σκοπεύων δι' αναφοράς του προς το επαρχείον να κάμη νέαν προσφοράν, και θέλων να βεβαιωθή καλλίτερον περί της συγκομιδής, εξήλθε την επαύριον εις περιοδείαν. Και όταν την νύκτα επέστρεφε με την πανσέληνον και προσέπαιζον προς αυτόν αι εργάτιδες, ως είδομεν, ούτος ουδέ προσέσχεν εις τα αστεία των, αλλά, τραγουδών, έγεινεν άφαντος υπό τα ελαιόδενδρα.

Την επαύριον ανεχώρησεν ο Χαγάνος, αφού κατέστρεψε τας μηχανάς του και ανήγγειλε διά κήρυκος εις τους κατοίκους ότι έμελλε να επανέλθη διά να τους εξολοθρεύση. Αλλά συγχρόνως εζήτει συνέντευξιν μετά του Βώνου. Εκείνος απήντησεν ότι ο αδελφός του βασιλέως Θεόδωρος επέστρεφε νικηφόρος από τον πόλεμον και έμελλε να μεταβή μετ' ολίγον εις την χώραν του Χαγάνου διά να συνεννοηθή μετ' αυτού.

Να ετοιμασθή ο Απρίλης, να στολισθή, να πάγη να λάβη την θέσιν του και να εύρη επ' αυτής άλλον! θα επέστρεφε τότε καταλυπημένος, κατεντροπιασμένος, θα εγίνετο ο περίγελως των άλλων μηνών και αυτός θα εχαίρετο, θα εξεδικείτο. . . Ναι, ήτο πολύ ευχάριστον τούτο, πολύ καλόν αλλά να δώση τας ημέρας του!. . — Δεν 'μπορεί να γίνη αλληώς; εψιθύρισε μετά δειλίας και αποθαρρύνσεως.

Ο καιρός ήταν καλός κ' εγώ εφύλαγα στο παραθύρι. Σαν είδα τον κόσμον από μακρά που επέστρεφε, έσιαξα το φακιόλι μου κ' εβγήκα ως έξω από το χωριό να φιλήσω κ' εγώ του Δεσπότη το χέρι. Τα εξαπτέρυγα και οι σημαίαις της εκκλησίας έλαμπαν από μακρυά εις τον ήλιο, και κατόπιν εγυάλιζαν οι σταυροί και τα φελώνια των παπάδων.

Αλλά δεν εφώναξε μόνον αυτή. Μύριαι φωναί φρενήρεις και πυροβολισμοί ισάριθμοι ανέβρασαν από του τείχους, χαιρετώντες τον θρίαμβον του αρματωλού. Ο Ζάχος ήδη επέστρεφε μετά των συντρόφων του εις την πόλιν, φέρων το καρυοφύλλι του αρματωλού, το παλλάδιον τούτο της οικογενείας του και ως λάφυρον τα τσαπράζια του Ταχίρ Γιάτση.

Μόλις δ' αποβιβασθείς εις Πειραιά, συνήντησεν ένα γλωσσίτην, όστις άρτι επανακάμψας εξ Αμερικής, διηγείτο εις όμιλον ναυτικών τα αμύθητα και σύντομα κέρδη της Αλάσκας, από των αρτιφανών μεταλλείων της οποίας αυτός επέστρεφε πλούσιος, εις το χωρίον του.

Και τοι όμως ουδέν λέγων ο ποιητής περί της τοιαύτης προθυμίας της Χρυσηίδος, υποδηλοί όμως τούτο διά του στίχου: ο δ’ εδέξατο χαίρων παίδα φίλην, καθότι δεν ήθελε χαίρει ο πατήρ αν έβλεπεν αυτήν λυπουμένην, ουδ' ήθελε την ονομάση φ ί λ η ν, αν άκουσα επέστρεφε παρ' αυτώ.

Ο καλός Φρουμέντιος ειθισμένος να υπακούη εις πάσας της φίλης του τας προσταγάς, έτρεχε να εκτελέση την παραγγελίαν αλλ' ότε επέστρεφε να ζητήση την αμοιβήν της προθύμου υπακοής, ύβρεις αντί ευχαριστιών και όνυχας αντί χειλέων εύρισκε παρ' αυτή ο δυστυχής νεανίας. Περιγράψας τα συμπτώματα περιττόν νομίζω να ονομάσω την νόσον.

Λέξη Της Ημέρας

προστρέχανε

Άλλοι Ψάχνουν