United States or Portugal ? Vote for the TOP Country of the Week !


Εννοών δε ότι άλλοι πολίται ηδύναντο να δελεασθώσιν από τα δώρα και να εύρη ίσως ο Μαίανδρος υπεράσπισιν, μετέβη προς τους εφόρους και τοις είπεν ότι συμφέρει εις την Σπάρτην να αναχωρήση ο Σάμιος ξένος εκ της Πελοποννήσου διά να μη αναπείση ή αυτόν ή άλλον τινά Σπαρτιάτην να γίνη κακός. Υπακούσαντες δε οι έφοροι διέταξαν διά του κήρυκος τον Μαιάνδριον να αναχωρήση.

— Ο φόρος του ελαιοδεκάτου 15 χιλιάδες! Ηκούετο η φωνή του κήρυκος, παρά την θύραν του κεντρικού εν τω χωρίω καφενείου. Εν αυτώ άνθρωποί τινες έπαιζον πρέφαν. Παρά τινα δε τράπεζαν ογκώδης μηλωτή, σωρευμένη, σκληρά, ακίνητος, ο ειρηνοδίκης του χωρίου, διεξήγε την δημοπρασίαν των ελαιοδεκάτων.

Μίαν ημέραν προ της εκδόσεως των χρησμών, προσήρχοντο οι θέλοντες να ερωτήσουν το μαντείον και διά του κήρυκος ηρώτων εάν θα εδίδετο απάντησις εις τα ερωτήματά των• εάν δε εκείνος απήντα έσωθεν «εις τους κόρακας», ο λαμβάνων τοιαύτην απάντησιν ούτε εις οικίαν εγίνετο πλέον δεκτός και πάντες του ηρνούντο πυρ και ύδωρ και απεδιώκετο από τόπου εις τόπον ως ασεβής και άθεος και Επικούρειος• το τελευταίον δε τούτο ήτο ο μεγαλείτερος ονειδισμός.

Προσέφερε λοιπόν μετρίας συμφωνίας και ανήγγειλε διά κήρυκος ότι οι Αμφιπολίται και οι Αθηναίοι όσοι ήσαν εντός της πόλεως ηδύναντο να μείνουν εις αυτήν, εάν ήθελαν, απολαύοντες ίσων δικαιωμάτων· όσοι δε δεν ήθελαν, ηδύναντο να εξέλθουν εντός εικοσιπέντε ημερών λαμβάνοντες μαζί τους όσα τοις ανήκον.

Αφού δε τα πληρώματα εισήλθαν εις τα πλοία και επεβιβάσθησαν όλα τα εφόδια, μετά των οποίων έπρεπε να εκπλεύσουν, η σάλπιγξ εσήμανε το σιωπητήριον. Αι συνήθεις προ της αναχωρήσεως ευχαί δεν έγιναν ιδιαιτέρως επί εκάστου πλοίου αλλ' επί ολοκλήρου του στόλου διά της φωνής του κήρυκος.

Συγχρόνως τα τρία μέλη της πλειονοψηφίας, χωρίς να περιμένωσιν όπως παρέλθωσιν ολίγα λεπτά, άνευ των οποίων ουδεμίαν είχεν έννοιαν η κλήσις του κήρυκος, προέβησαν εν σπουδή, παρά τας διαμαρτυρίας του προέδρου και του ελληνοδιδασκάλου, εις το κλείσιμον των δύο κιβωτίων. — Κήρυξ, έκραξεν ο κυρ-Ανδρέας, φώναξε ότι η ψηφοφορία ετελείωσε και ότι αρχίζει η διαλογή.

Τωόντι, ενώ ο Αλυάττης ήλπιζεν ότι ήτο μεγάλη σιτοδεία εις την Μίλητον και ο λαός εις άκραν στενοχωρίαν, αίφνης ήκουσε παρά του κήρυκος τα εναντία εκείνων τα οποία εφρόνει. Εγένετο λοιπόν η ειρήνη και συνεφώνησαν να ήναι εις το εξής φίλοι και σύμμαχοι· αντί δε ενός ναού, ο Αλυάττης έκτισε δύο εις την Ασσήσην και εθεραπεύθη εκ της νόσου.

Ενώ δε ενησχολείτο εις τας εργασίας ταύτας, η Τόμυρις τω εμήνυσε διά κήρυκος τα ακόλουθα· «Ω βασιλεύ των Μήδων, παύσον τας μεγάλας ετοιμασίας σου, διότι αγνοείς αν η έκβασις θα ήναι υπέρ σου· παραίτησον τα σχέδιά σου· βασίλευε επί του λαού σου και υπόφερε να με βλέπης να κυβερνώ όσους κυβερνώ.

Τους προσεκάλεσαν λοιπόν διά κήρυκος να παραδώσουν τα όπλα και εαυτούς εις τους Αθηναίους, οι οποίοι θα απεφάσιζαν περί της τύχης των ό,τι ήθελαν κρίνει εύλογον. Ακούσαντες δε την προκήρυξιν κατέθεσαν οι πλείστοι τας ασπίδας και ανέσεισαν τας χείρας δηλούντες ότι εδέχοντο.

Εντεύθεν ήδη άρχεται ο πόλεμος μεταξύ Αθηναίων και Πελοποννησίων και των συμμάχων των δύο, κατά την διάρκειαν του οποίου δεν συνεκοινώνουν πλέον προς αλλήλους ειμή διά κήρυκος και επολέμουν συνεχώς· τα εις τον πόλεμον τούτον αφορώντα εγράφησαν χρονολογικώς, κατά θέρος και κατά χειμώνα.