United States or Germany ? Vote for the TOP Country of the Week !


Ο μεν λοιπόν άνθρωπος ο μη έχων πρόσφατον την μνήμην των ουρανίων μυστηρίων ή ο διεφθαρμένος δεν αναβιβάζεται αμέσως εκεί προς την ιδέαν του κάλλους, όταν θεάται εδώ εις την γην το ομοίωμα αυτού, το φέρον το όνομά του, ώστε δεν αισθάνεται σέβας όταν προσβλέπη το ωραίον, αλλά παραδοθείς εις την ηδονήν καθώς τα τετράποδα επιχειρεί να επιβαίνη και να παιδοποιή, και δεν φοβείται διά την σχέσιν του με την βαναυσότητα και δεν αισχύνεται επιδιώκων παρά φύσιν ηδονήν· ο δε αρτίως μεμυημένος εις τα μυστήρια των ουρανών και άλλοτε θεωρήσας μέγαν αριθμόν ουσιών, όταν ίδη πρόσωπον θεοειδές, το οποίον είναι ωραία απεικόνισις του ουρανίου κάλλους, ή σώμα το οποίον διά του σχήματός του ανακαλεί εις την μνήμην την ουσίαν του κάλλους, πρώτον μεν καταλαμβάνεται υπό τινος φρικιάσεως και υπεισέρχεται εντός του κάποιος εκ των ιερών τρόμων, τους οποίους ησθάνθη άλλοτε, έπειτα προσβλέπων προς τον παίδα αισθάνεται σεβασμόν ως να πρόκειται περί θεού, και αν δεν εφοβείτο μήπως χαρακτηρισθή ο ενθουσιασμός του ως άκρατος μανία, θα εθυσίαζεν εις αυτόν ως να ήτο είδωλον, ως να ήτο θεός.

Ομοίως δε και διά την λύραν. Τόρα όμως λέγομεν ότι πρέπει να αρχίση. Και διά μεν τα γράμματα απαιτούνται εις παίδα ηλικίας δέκα ετών τρία έτη, διά να αρχίση δε την λύραν, είναι κατάλληλος καιρός το δέκατον τρίτον έτος της ηλικίας, άλλα δε τρία διά να εξακολουθήση.

Εάν δε είναι δούλου παις, οποιοσδήποτε ελεύθερος ας τιμωρή και τον ίδιον τον παίδα και τον παιδονόμον του και τον διδάσκαλόν του, εάν κάμνη κανέν τοιούτον σφάλμα.

Και τοι όμως ουδέν λέγων ο ποιητής περί της τοιαύτης προθυμίας της Χρυσηίδος, υποδηλοί όμως τούτο διά του στίχου: ο δ’ εδέξατο χαίρων παίδα φίλην, καθότι δεν ήθελε χαίρει ο πατήρ αν έβλεπεν αυτήν λυπουμένην, ουδ' ήθελε την ονομάση φ ί λ η ν, αν άκουσα επέστρεφε παρ' αυτώ.

Και πάλιν, όστις προσπαθεί να εκβιάση ελευθέραν γυναίκα ή παίδα χάριν ασελγείας, ας φονευθή χωρίς αντίποινα από τον προσβληθέντα διά της βίας και από τον πατέρα του ή τους αδελφούς του ή τους υιούς του. Και εάν ο σύζυγος συλλάβη την νόμιμον σύζυγόν του, όταν εκβιάζηται, αν φονεύση τον εκβιαστήν της, ας είναι καθαρός συμφώνως με τον νόμον.

Λοιπόν όστις πείθεται εις τον προτασσόμενον του νόμου λόγον και δεν κάμνει καμμίαν ύβριν εις ορφανόν δεν θα γνωρίζη ζωηρώς την οργήν του νομοθέτου δι' αυτά, όστις όμως απειθεί και αδικεί κανένα έρημον από πατέρα και μητέρα, ας πληρώνη διπλήν την βλάβην παρά όσον εάν εγίνετο κακός εις ένα αμφιθαλή παίδα.

Επειδή όμως η τύχη καλώς ωκονόμησε το πράγμα, πρώτον μεν πέμψον τον υιόν σου προς τον νεοελθόντα παίδα, έπειτα δε, επειδή θέλω χάριν της διασώσεώς του να προσφέρω θυσίαν εις τους θεούς εις ους ανήκει η τιμή αύτη, ελθέ να δειπνήσης μετ' εμού

Με συνεβούλευσε προσέτι όταν μίαν ημέραν επανέλθω εις την εδώ γην να αποφεύγω τα εξής• να μη σκαλίζω την φωτιάν με μάχαιραν, μήτε να τρώγω λούπινα, μήτε να πλησιάζω παίδα ο οποίος επέρασε τα δέκα οκτώ έτη• αυτά, αν ενθυμούμαι και αποφεύγω θα έχω ελπίδας να επιστρέψω εις την νήσον των Μακάρων.

Αν ελάμβανε την ατυχή ταύτην παίδα εις τας αγκάλας του, και εβάδιζε δύο ή τρία μίλια, διότι δεν ησθάνετο πλέον κάματον, αν έβλεπε φως λάμπον εις τον φεγγίτην, και έκρουε μετά θάρρους και συστολής άμα την θύραν . .. . . . πιθανόν να δυσηρεστούντο οι κάτοικοι της καλύβης διά το άκαιρον και απροσδόκητον της ενοχλήσεως, αλλ' αυτός θα ωμίλει, θα διηγείτο με δύο λέξεις το πράγμα, θα μετήρχετο την ευγλωττίαν του πάθους και της οδύνης, και ίσως θα τους συνεκίνει.

Δεν της ήρεσκεν, ως έλεγε, να έχη γαμβρόν αστεφάνωτον να συχνάζη στο σπίτι, αφού είχε θάρρος από πριν, ως συντεχνίτης και παραγυιός του ανδρός της. Και η ανδραδέλφη, χήρα, ηλικιωμένη, με ένα παίδα έφηβον, εργαζόμενον επίσης εις το ναυπηγείον, και έν άλλο παιδίον κ' έν κοράσιον ανήλικα, εδέχθη κατ' οίκον το νέον ανδρόγυνον.